Πέμπτη 22 Δεκεμβρίου 2011

ΟΜΙΛΙΑ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΠΑΤΡΩΝ κ.κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ στή Διακίδειο Σχολή Πατρῶν


ΟΜΙΛΙΑ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΠΑΤΡΩΝ
κ.κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ στή Διακίδειο Σχολή Πατρ
ν
μέ θέμα:
 «ΘΕΟΣ ΕΠΙ ΓΗΣ»

«Ἡ Παρθένος σήμερον, τόν προαιώνιον Λόγον
ἐν σπηλαίῳ ἔρχεται, ἀποτεκεῖν ἀπορρήτως,
Χόρευε ἡ Οἰκουμένη ἀκουτισθεῖσα
Δόξασον μετά ἀγγέλων καί τῶν ποιμένων
βουληθέντα ἐποφθῆναι παιδίον νέον
τόν πρό αιώνων Θεόν»

Καθώς πλησιάζουμε στήν μεγάλη ἡμέρα γιά νά γιορτάσουμε τήν κοσμοσωτήρια Ἑορτή, τήν μητρόπολη τῶν Ἑορτῶν, ὅπως ὀνομάζει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος τήν Ἑορτή τῶν Χριστουγέννων, ἐθεώρησα καλό νά ἔχουμε αὐτή τήν ξεχωριστή πνευματική ἐπικοινωνία, μέσα σ’ αὐτό τόν ἱστορικό χῶρο, τήν αἴθουσα τῆς Διακιδείου Σχολῆς Λαοῦ Πατρῶν καί μετά βεβαίως ἀπό τήν εὐγενῆ πρόσκληση τοῦ Προέδρου της καί ἀγαπητοῦ κ. Ἰωάννου Ἀθανασοπούλου, τόν ὁποῖον ἀπό καρδίας εὐχαριστῶ, ὅπως καί ὅλους ἐσᾶς πού ἤλθατε ἀπόψε ἐδῶ γιά νά συνεορτάσουμε καί νά συμπνευματιστοῦμε.
Δέν βρῆκα ἄλλο τρόπο, νά ἀρχίσω τήν ὁμιλία μου, πιό μεγαλόπρεπο, ἀλλά καί πιό ἁπλό, πιό συγκλονιστικό, ἀλλά καί πιό βαθύ, πιό γνώριμο ἀλλά καί πανηγυρικό, ἀπό τό νά ἀναφέρω τό προεόρτιο κοντάκιο τῆς Γεννήσεως τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, τό ὁποῖο ὅλοι γνωρίζουμε καί τό ὁποῖο περικλύει ὅλη τήν θεολογία τῆς Ἑορτῆς.
Ἡ Παρθένος Μαρία, ἡ νέα Εὔα, ἡ Εὔα τῆς ὑπακοῆς, ἔρχεται στόν πιό ταπεινό τόπο γιά νά γεννήσῃ, ὡς ἄνθρωπο, τόν ἀπερινόητο Θεό, τόν νέο Ἀδάμ, ὁ ὁποῖος θά θεώσῃ καί θά ἁγιάσῃ τό πρόσλημα., τήν ἀνθρώπινη δηλαδή, φύση καί θά ἀνακαινίσῃ τόν σύμπαντα κόσμο, ὁ ὁποῖος συνυπέφερε κάι συνυποφέρει, συνωδύνει καί συστενάζει ἐξ αἰτίας τῆς ἀνθρωπίνης ἀποστασίας καί ἁμαρτίας, ὡς λέγει χαρακτηριστικά ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος.
Τό πρωτευαγγέλιον, ἡ πρώτη εὐχάριστη εἴδηση καί ἀγγελία πού ἀκούστηκε μέσα στήν ὀδύνη τῆς πτώσης κατά τήν ὥρα τῆς ἐξόδου τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν Παράδεισο, ἐκπληρώνεται. «Καί ἔχθραν θήσω, ἀναμέσον σοῦ καί ἀναμέσον τῆς γυναικός καί ἀναμέσον τοῦ σπέρματος σοῦ καί ἀναμέσον τοῦ σπέρματος αὐτῆς. Αὐτός σοῦ τηρήσῃ κεφαλήν καί σύ τηρήσῃ αὐτοῦ πτέρναν».
Κανείς δέν μποροῦσε νά σώσῃ τό ἀνθρώπινο γένος, οὔτε ἄγγελος, οὔτε ἄνθρωπος. Ἔπρεπε νά σαρκωθῇ ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ. Καί ἦλθε τό πλήρωμα τοῦ χρόνου. Ὅταν, ὅπως ἔχω καί ἄλλη φορά πεῖ χαρακτηριστικά, ὅταν ὁ πόθος γιά λύτρωση παρεβίασε τοῦ οὐρανοῦ τίς πύλες, κλίνας οὐρανός ὁ Βασιλεύς τῆς Δόξης κατέβη, ἵνα ἡμεῖς ὑψωθῶμεν, «ἄνθρωπος γίνεται ὁ Θεός, ἵνα τόν Ἀδάμ θεόν ἀπεργάσηται» (Ἀπό τήν Ὑμνολογία τῆς Ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων).
 Οἱ Δίκαιοι καί Προφῆτες προετοίμασαν τόν λαό γιά τήν μεγάλη ὥρα. «Τῶν Προφητῶν αἱ ῥήσεις νυνί πεπλήρωνται».    
Ὁ Κύριός μας προχωρεῖ στήν οἰκονομία γιά χάρη μας. Οἱ Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἐβίωναν τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ, ζοῦσαν τό Μυστήριο τῆς σωτηρίας, ἔβλεπαν τά μέλλοντα ὡς παρόντα γι’ αὐτό καί μακαρίζουμε, τόν μεγαλοφωνότατο Ἠσαΐα, λέγοντες: «Ἠσαΐα χόρευε, ἡ Παρθένος ἔσχεν ἐν γαστρί καί ἔτεκεν Υἱόν τόν Ἐμμανουήλ, Θεόν τε καί ἄνθρωπον...» . Δέν μίλησαν δηλαδή μόνο γιά τόν ἐρχόμενο Μεσσία, ἀλλά καθοδήγησαν τόν Λαό γιά αὐτή τήν μεγάλη θεοπτία καί προσωπική μετά τοῦ Θεοῦ κοινωνία.
Ἀργότερα οἱ Ἀπόστολοι μίλησαν γιά τό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, γιά τόν Σαρκωθέντα Κύριο,  τόν ὁποῖο ἐγνώρισαν, ἤκουσαν, γιά τόν Κύριο μετά τοῦ ὁποίου συνωμίλησαν, ἀλλά, ἐκήρυξαν καί γιά τόν ζῶντα Θεόν, τόν ἐρχόμενον μετά δόξης κρίναι ζώντας καί νεκρούς, ἑτοιμάζοντας τόν Λαό, - αὐτό πού κάνει καί σήμερα ἡ Ἐκκλησία - γιά θέα τῆς μεγάλης, τῆς ἀρρήτου καί ἀκτίστου δόξης τοῦ Κυρίου κατά τήν ἔνδοξον καί πάλιν ἔλευσίν Του. Γι’αὐτό καί ἐνῶ ἑορτάζουμε τήν μεγάλη Ἑορτή τῶν Χριστουγέννων, βλέπουμε κατά τόν Ἱερό Χρυσόστομο καί τό ἑκούσιο πάθος καί τήν εἰς Ἅδου κάθοδον, τήν Ἀνάσταση καί τήν εἰς οὐρανούς Ἀνάβαση. Ἐνῶ ἑορτάζουμε τήν πρώτη ἔλευση καθ’ ἥν ὁ Θεός ἐκενώθη, ὁρῶμεν καί τήν Δευτέραν Αὐτοῦ ἐν Δόξῃ Παρουσίαν.

Ἡ ὁμιλία μου θά ἔχει δύο σκέλη.
1. Τό θεολογικό  καί
2. Τό πρακτικό.

Κοντά σέ ὅσα εἶπα προηγουμένως καί τά ὁποῖα ἀφοροῦν στό πρῶτο, στό θεολογικό δηλαδή μέρος τῆς Ἑορτῆς, συνεχίζω μέ τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, ὁ ὁποῖος μιλώντας γιά τήν οἰκονομία τοῦ Θεοῦ καί πανηγυρίζοντας γιά τό μεγάλο γεγονός τῆς σωτηρίας μας, μᾶς βοηθάει νά βιώσουμε τό βάθος τῆς Ἑορτῆς, λέγοντας μεταξύ τῶν ἄλλων τά ἑξῆς:
 «Σήμερον  Θες Λόγος δι' μς νθρωπος γένετο, κα  θνητς νθρωπος θάνατος κατ χάριν γεγένηται. Σήμερον Μαρία τεκε κα κόσμος φωτίσθη, κείνη ν τ σπηλαίῳ κα  οκουμένη ν τκκλησίᾳ. Τίς δ ν χρεία τς κ Μαρίας γεννήσεως; να μες τ μοιοπαθε προσελθόντες ζων καφθαρσίαν κληρονομήσωμεν.
Γεννται Χριστς κ Μαρίας, να τος ποστόλους κλέξηται, να τος σθενες θεραπεύσνα τος νεκρος γείρνα τος λεπρος καθαρίσνα τος νεργουμένους ὑπό πνευμάτων ἀκαθάρτωνλευθερώσ. Γεννται κ Μαρίας, να τ θνη φωτίσνα τος ουδαίους διδάξνα τ βάπτισμανοίξνα τν προδότην λέγξνα Ζακχαον καλέσνα τν Ναθαναλ μακαρίσ. Γεννται κ Μαρίας, να τν πατήσαντα τν Εαν φιν ποκτείννα τν δμ δι το λστο ες τν παράδεισον εσαγάγνα τ σμα ατο κα τ αμα ες φεσιν μαρτιν μν χαρίσηται. Τίνος δ νεκεν μορφν δούλου νέλαβεν; να κα ο δολοι προσελθόντες ατ λευθερωθσιν, ... να τ θυσιαστήριον πήξ. Διτί δ ταπείνωσεν αυτόν; πειδ μες οκ δυνάμεθα προσεγγίσαι τ κράτ ατο θεότητι».
Ἀλλά καί ὁ βαθυνούστατος καί θεολογικώτατος Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, μέσα ἀπό τούς ὕμνους του, ἀπό τά γνωστά κυρίως Θεοτοκία, τοῦ κάθε ἤχου πού ψάλλονται κάθε Σάββατο στόν Ἑσπερινό, μεταφέρει τό Θεολογικό καί Χριστολογικό περιεχόμενο τῆς Ἑορτῆς.
«Ὁ Βασιλεύς τῶν Οὐρανῶν διά φιλανθρωπίαν ἐπί τῆς γῆς ὤφθη καί τοῖς ἀνθρώποις συνανεστράφη. Ἐκ Παρθένου γάρ ἁγνῆς σάρκα προσλαβόμενος καί ἐκ ταύτης προελθών μετά τῆς προσλήψεως, εἷς ἐστίν υἱός, διπλοῦς τήν φύσιν, ἀλλ’ οὐ τήν ὑπόστασιν. Διό τέλειον αὐτόν Θεόν καί τέλειον ἄνθρωπον ἀληθῶς κυρύττοντες ὁμολογοῦμεν Χριστόν τόν Θεόν ἡμῶν. Ὅν ἰκέτευε Μῆτηερ ἀνύμφευτε, ἐλεηθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν» (Δοξαστικό Ἑσπερινοῦ, πλ. Δ΄ἤχου).
Ὁ Ἱερός Δαμασκηνός μιλάει γιά τήν ἄκρα τοῦ Θεοῦ συγκατάβαση. Γιά τήν ἀνέκφραστη ἀγάπη, γιά τό ἑκούσιο ἄδειασμα, τήν κένωση τοῦ Θεοῦ, ὥστε μέσα ἀπό τά ἄχραντα αἵματα τῆς Θεοτόκου νά προσλάβῃ τό ἀνθρώπινο φύραμα, γιά νά θεώσῃ τόν ἄνθρωπο.
Ἔννοιες ὑψηλές καί θεῖες, πού δέν εἶναι δυνατόν νά τίς ἑρμηνεύσῃ ἀνθρώπινος πεπερασμένος νοῦς. Ἐξ ἄλλου «Οὐ φέρει τό Μυστήριον ἔρευναν».
«Εἷς ἐστίν υἱός διπλοῦς τήν φύσιν, ἀλλ’ οὐ τήν ὑπόστασιν».
Ἄς σταματήσουμε λίγο σ’ αὐτή τήν φράση.
Ὁ θεηγόρος καί θεοφώτιστος νοῦς, Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, μιλάει στό σημεῖο αὐτό, θεολογεῖ, δογματίζει περί τῆς θεανδρικῆς προσωπικότητος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος προσέλαβε σάρκα ἀπό τήν Ἀειπάρθενο, τήν Θεοτόκο, ἡ ὁποία «ἅπαν το Μυστήριον τῆς Θείας Οἰκονομίας συνίστησιν».
Στό θεολογικώτατο αὐτό τροπάριο, ὁ Ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας, ἐκφράζει σαφέστατα τό Χριστολογικό δόγμα. Δηλαδή, ὁ Χριστός εἶχε δύο φύσεις, τήν θεία φύση καί τήν ἀνθρώπινη.
Αὐτή εἶναι ἡ σαφής διδασκαλία τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία μέσα ἀπό τούς ἀγῶνες τῶν θεοφόρων Πατέρων καί Διδασκάλων της συνοδικῶς, κατετρώπωσε τίς ποικίλες αἱρέσεις πού ἀφοροῦσαν στό πρόσωπο τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅπως τήν φοβερή αἵρεση τοῦ Νεστορίου καί ἐκείνη τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ.
Αὐτές οἱ αἱρέσεις εἶχαν καί ἔχουν ἐπιπτώσεις στό ἀνθρώπινο πρόσωπο, ἀφοῦ, ἄν ὁ Ἰησοῦς Χριστός δέν εἶναι ἀληθινός Θεός, ὁ Σαρκωθείς δι’ ἡμᾶς, τότε οὔτε ὁ ἄνθρωπος σώζεται.
Πόσο μεγάλη σημασία ἔχει ἡ σαφεστάτη, ἡ κρυσταλλίνη διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ, φαίνεται ἀπό τήν προσπάθεια πού γίνεται σήμερα νά περάσῃ στό ἀνθρώπινο μυαλό ἡ λανθασμένη ἡ σατανοκίνητη θεώρηση, ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἦταν ἕνας κοινωνικός ἐπαναστάτης, ἕνας ἁπλοῦς δάσκαλος, ἕνας μύστης θρησκευτικός ὅπως ὅλοι οἱ ἄλλοι καί τίποτε παραπάνω. Ζοῦμε στην ἐποχή τοῦ θρησκευτικοῦ συγκριτισμοῦ καί αὐτό τό κλῖμα δυστυχῶς λειτουργεῖ εἰς βάρος τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι μιά δόλια μέθοδος, ἕνας δούρειος ἵππος στήν πνευματική πορεία τοῦ ἀνθρώπου. Γι’ αὐτό ἀγωνίζονται πολλοί νά χάσῃ τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν τόν οὐσιαστικό καί ὁμολογιακό του χαρακτῆρα καί περιεχόμενο καί νά μετατραπῇ σέ μιά ἁπλῆ καί ἀνούσια θρησκειολογικοῦ περιεχομένου ἀναφορά. Τίποτα δέν εἶναι τυχαῖο.
Ὁ ἄνθρωπος, ἀδελφοί μου, σώζεται μέ τήν πίστη ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός καί μέ τήν πεποίθηση ὅτι ὁ Θεός δέν εἶναι ἀφηρημένη ἰδέα, ἀλλά πρόσωπο.
Στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ πραγματοποιήθηκε ὅ,τι δέν μπόρεσε νά ἐπιτύχῃ ὁ ἄνθρωπος μόνος του, μέσα ἀπό κάθε ἀναζήτησή του, μέσα ἀπό τόν νόμο, τήν διδασκαλία τῶν Προφητῶν καί τήν ὅποια ἄλλη προσπάθεια του: «Οὔτε γάρ ἄγγελος, οὔτε ἄνθρωπος, ἀλλ’ αὐτός ὁ Κύριος ἔσωσας ἡμᾶς. Δόξα σοι».
Στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ἑνώθηκε τό κτιστό μέ τό ἄκτιστο, τό θνητό μέ τό ἀθάνατο, τό παθητό μέ τό ἀπαθές. Καί ὅλο αὐτό ἔγινε γιά νά σωθῇ, νά θεωθῇ ὁ ἄνθρωπος.
«Ὅλον γάρ τόν πρῶτον Ἀδάμ, τόν πρό τῆς παραβάσεως, τόν ἁμαρτίας ἐλεύθερον, ἀνέλαβες Δέσποτα, διά σπλάχνα ἐλέους σου, σῶμα ψυχήν, νοῦν καί τά τούτων φυσικά ἰδιώματα, ἵν’ ὅλῳ μοι τήν σωτηρίαν χαρίσῃ. Ὄντως γάρ τό ἀπρόσληπτον ἀθεράπευτον» (Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός).
Αὐτή εἶναι ἡ θεολογία τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας, πάνω στό θέμα αὐτό.
2.

Τώρα ἔρχομαι στό δεύτερο μέρος τῆς ὁμιλίας.
Ἀλλά πῶς ἑορτάζουν οἱ ἄνθρωποι σήμερα τά Χριστούγεννα; Ὑπάρχει αὐτή ἡ πνευματική ἀτμόσφαιρα τῆς Ἑορτῆς; Ὑπάρχει αὐτός ὁ ἐσωτερικός πνευματικός, σεισμικός συγκλονισμός, μπροστά «εἰς τό πάντων καινῶν καινότατον θαῦμα, τό μόνον καινόν ὑπό τόν ἥλιον, δι’οὗ ἡ ἄμετρος τοῦ Θεοῦ ἐμφανίζεται δύναμις;» (Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός).
Ὑπάρχει  αὐτή ἡ ζέση, ἡ φλόγα ψυχῆς, ἡ συγκίνηση, τό δέος μπροστά στό μεγάλο θαῦμα, ὅμοια μέ ἐκείνη τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας; Καί πιό συγκεκριμένα, ὑπάρχει στήν χώρα μας αὐτή ἡ θερμή πνευματική ἀτμόσφαιρα, ἡ γλύκα ἡ πνευματική καί οὐράνια τῆς Ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων, ἡ ὁποία ὑπῆρχε παλαιότερα ἤ μένομε ξένοι πρός τήν Λύτρωση καί το Φῶς τοῦ Χριστοῦ καί περιοριζόμαστε σέ μιά ἁπλῆ καί ρομαντική ἀναφορά στό Βρέφος τῆς Βηθλεέμ, πού γεννιέται ἁπλᾶ γιά νά φέρῃ μιά ἐφήμερη καί ψεύτικη κοινωνική εὐτυχία; Ἴσως αὐτή ἡ ἑρμηνεία καί ἡ θεώρηση τῶν πραγμάτων νά μᾶς βολεύει περισσότερο, νά μᾶς ταιριάζει ὅπως ζοῦμε καί σκεπτόμαστε, νά μᾶς εἶναι πιό εὔχρηστη, γιατί δέν θίγει τά κοσμικά καί ἁμαρτωλά συμφέροντά μας καί δέν ὁδηγεῖ σέ οὐσιαστικές ἀνατροπές τῆς ψεύτικης ζωῆς μας.
Ἄν ρίξουμε γύρω μας μιά ματιά, πολύ προσεκτικά στό ὅλο ἑορταστικό κλῖμα θά διαπιστώσουμε ὅτι ὁ ἑορτασμός εἶναι ἐξωτερικός, κοσμικός, φαιδρός, ἀπνευμάτιστος, καταναλωτικός, ἀπαίσιος, κουραστικός. Ὅλα γύρω εἶναι σκοτάδι, παρά τά πολλά φῶτα, ὅλα θλίψη παρά τήν φαινομενική χαρά, ὅλα μοναξιά παρά την πολυκοσμία. Πράγματι ἡ τραγική μοναξιά βιώνεται ἐντονώτερα αὐτές τίς ἡμέρες. Πρό ἡμερῶν ξεναγοῦσα μιά ὁμάδα Φοιτητῶν ἀπό τό Πανεπιστήμιο Πατρῶν στόν Ἱερό Ναό τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου. Στήν συζήτηση πού κάναμε καί στήν ἀναφορά στίς ἑορταστικές αὐτές ἡμέρες, ἕνας Φοιτητής παρετήρησε. «Εἶναι ἀποδεδειγμένο, Σεβασμιώτατε, ὅτι στίς μεγάλες αὐτές γιορτές στίς Εὐρωπαϊκές χῶρες, ἔχουμε τίς περισσότερες αὐτοκτονίες, κυρίως νέων ἀνθρώπων». Ναί ἀγαπητοί μου, αὐτό εἶναι ἀλήθεια. Ἡ χριστιανική Εὐρώπη λησμόνησε τίς χριστιανικές ρίζες, ἔχασε τόν πνευματικό της προσανατολισμό καί γιά νά χρησιμοποιήσω τά λόγια τοῦ ἀειμνήστου π. Ἰουστίνου Πόποβιτς, μετετράπη σέ λευκή δαιμονία. Ἕλληνας δάσκαλος πού ὑπηρετεῖ σέ σχολεῖο Εὐρωπαϊκῆς χώρας, μοῦ ἔλεγε ὅτι τά Χριστούγεννα γιά τόν εὐρωπαϊκό χῶρο γιά τό εὐρωπαϊκό σχολεῖο εἶναι μόνο χιονισμένα βουνά, ἕλκυθρα καί ἕνα στολισμένο δέντρο μέ φῶτα καί παιχνίδια, τίποτε ἄλλο. Αὐτό τό κλῖμα δυστυχῶς θέλουμε, ἐν πολλοῖς, νά υἱοθετήσουμε καί στήν Ἑλλάδα.
Ἀπό τά παρακάτω πού θά ποῦμε θά διαπιστώσουμε τό γιατί δέν ὑπάρχει πνευματικό, οὐσιαστικό, ἑορταστικό κλῖμα.
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μιλᾶνε γιά ἑορτασμό μέσα ἀπό πίστη καί καθαρότητα νοός καί καρδίας. Αὐτή ἡ κατάσταση εἶναι ἡ ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιά νά ὑπάρξῃ ἡ μετοχή στό Μυστήριο τῆς Θεοφανείας, τῆς Θείας σαρκώσεως.
Γιά νά προσεγγίση κανείς τό Μυστήριο χρειάζεται
Α) ἡ πίστη. «Τοῦτο γάρ ἐστί πίστις, τό τοῖς μή ὁρωμένοις ὡς ὁρωμένοις προσέχειν». Αὐτό εἶναι πίστη, τό νά βλέπῃ κανείς ὡς ὁρατά ἐκεῖνα πού εἶναι ἀόρατα (Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου. Κατήχησις Β΄, 9, ΕΠΕ 30,366) καί «οὐδέν ὠφελεῖ ἐγγύς εἶναι τοῦ Χριστοῦ, μή πίστει ὄντα ἐγγύς», (Δηλαδή). Δέν ὠφελεῖ τό νά βρίσκεται κανείς κοντά στόν Θεό τυπικά, ὅταν δέν εἶναι κοντά Του καί μέ τήν πίστη (τοῦ ἰδίου).
Ὁ Ἱερός Χρυσόστομος δίδει ἕνα μεγάλο μήνυμα. Θέτει τό θέμα ὅπως εἶναι στή βάση του, ὅπως εἶναι στήν πραγματικότητα. Πόσο κοντά εἴμαστε στό Θεό; Καθόλου, λέγει, ἄν δέν ἔχομε τήν ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη σ’ αὐτόν. Ποῦ πῆγε αὐτή ἡ πίστη; ἡ τόσο θερμή πίστη τῶν ἁπλῶν ποιμένων, τῶν ἁπλῶν ἀνθρώπων πού ἔβλεπαν πράγματα, ἅ ὀφθαλμός οὐκ εἶδε καί οὖς οὐκ ἤκουσε ποτέ καί ἐπί καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη;
Αὐτό τό ἐρώτημα εἶναι συνώνυμο μέ ἕνα ἄλλο πού εἶδα πάνω σέ μιά πρόσκληση πρό ὀλίγων ἡμερῶν, ὡς θέμα μιᾶς ἐκδηλώσεως νέων ἀνθρώπων, μιᾶς Χριστουγεννιάτικης Ἐκδηλώσεως. «Ποῦ πῆγαν τά Χριστούγεννα;». Ψάχνει ἡ ἀνθρώπινη νεανική καρδιά νά βρῇ τά Χριστούγεννα, ὄχι αὐτά πού γιορτάζουμε, ἁπλά ἐξωτερικά, ἐθιμικά, καταναλωτικά, κοσμικά. Ὄχι τά Χριστούγεννα χωρίς Χριστό, ἀλλά τά ἄλλα Χριστούγεννα, τά πραγματικά πού σημαίνουν μέθεξη στήν ζωή πού μᾶς χαρίζει ὁ Ἰησοῦς Χριστός, στήν κοινωνία πού μᾶς προσφέρει ἡ Ἑκκλησία. Ποῦ πῆγε αὐτό τό ὁλόφωτο πνευματικό πανηγύρι κατά τό ὁποῖο, «τά ἄνω τοῖς κάτω συνεορτάζει καί τά κάτω τοῖς ἄνω συνομιλεῖ;». Γιατί ἦλθε ὁ Χριστός στόν κόσμο; Γιά νά καταπιέζονται οἱ ἀδύναμοι καί ἀνίσχυροι ἀπό τούς δυνατούς τῆς γῆς. Γιά νά κυβερνάῃ ἡ ἀπληστία, τό μῖσος, ἡ κακία, ἡ ἀδικία. Γιά νά καπηλεύονται κάποιοι τά ἀγαθά τῆς ζωῆς καί κάποιοι ἄλλοι νά λιμοκτονοῦν; Γιά τίποτε ἀπ’ ὅλα αὐτά δέν ἦλθε ὁ Χριστός στόν κόσμο.
Β. Τα πραγματικά Χριστούγεννα τά βιώνουν οἱ καρδιές ὅταν εἶναι
·                    Καθαρές. Τό ἅγιον δέν εἶναι δυνατόν νά ἐνοικήσῃ σ’ αὐτόν μέσα σέ χῶρο ρυπαρό. Τό καινούργιο χρειάζεται ἑτοιμασμένη δοχή γιά νά λάμψῃ καί νά φωτίσῃ, νά δώσῃ χαρά καί ζωή.
Ὁ Ἅγιος Θεός γιά νά ἀναπαυθῇ χρειάζεται τόπον ἅγιον, ἀρύπωτον, πεντακάθαρον γιά νά εἰσέλθῃ καί νά ἐνοικήσῃ. Προκαθάρωμεν ἑαυτούς ἀδελφοί καί προερτάσωμεν Χριστοῦ τά γενέθλια. Ἦλθεν ὁ Πανάγιος Θεός, ἔρχεται, κρούει τήν θύρα καί ἐναγωνίως ἐπιζητεῖ τήν εἴσοδο ἐντός ἡμῶν, ἐφ’ ὅσον ὑπάρξῃ ἡ ἡμετέρα, ἐν ἐλευθερία, συγκατάθεσις.
Τί κάνει τήν καρδιά ἀκάθαρτον;
Τά πάθη θά μᾶς εἴπουν οἱ Πατέρες.
«Ἡ ἐμπαθής ψυχή οὐ δύναται μέγα τι καί γενναῖον ἰδεῖν, ἀλλ’ ὥσπερ ὑπό τινος λήμης θολουμένη, ἀμβλυωπίαν ὑπομένει τήν χαλεπωτάτην» δηλαδή,
«Ἡ κυριευμένη ἀπό τά πάθη ψυχή δέν εἶναι σέ θέση νά ἰδῇ καί  νά πράξῃ κάτι μεγάλο καί γενναῖο, ἀλλά ἔχει θολό τό μάτι ἀπό κάποια τσίμπλα καί γι’ αὐτό εἶναι βαρειά καί κοντόφθαλμη».
Πῶς εἶναι δυνατόν νά καθαρθῶμεν ἀπό τά πάθη, τά ὁποῖα κατατρώγουν τήν ψυχήν καί ὁδηγοῦν τόν ἄνθρωπο στήν ἀπώλεια;
Ἡ Ἑκκλησία ἀπαντᾶ. Μέσα ἀπό τόν πνευματικό ἀγῶνα, ὁ ὁποῖος δέν εἶναι ἁπλοῦς, κατά τόν Ἅγιον Ἀπόστολον Παῦλον, ἀλλά εἶναι πάλη πρός τάς ἀρχάς καί τάς ἐξουσίας πρός τόν κοσμοκράτορα τοῦ σκότους, τοῦ αἰῶνος τούτου. Τόν ἀγῶνα αὐτό ἐνισχύῃ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, ὁ ὁποῖος εἶναι συναγωνιζόμενος, συνανιστάμενος καί συγκοιταζόμενος ὑμῖν. Αὐτός ὁ ἀγῶνας καταξιώνεται διά τῆς Μυστηριακῆς ζωῆς τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας.
Τό πρόβλημα μας σήμερα εἶναι, ὅτι ἐξέλιπε ἡ ἀγωνιστική πνευματική διάθεση καί ὡς ἐκ τούτου τά Χριστούγεννα εἶναι πολύ μακριά ἀπό ἐκείνους πού εὑρίσκονται στήν πνευματική ῥαστώνη καί ἀκόμα εἶναι ἀθέατα, ἀφοῦ δέν ὑπάρχει ἀπό τούς πολλούς μυστηριακή ζωή.
Γράφω στήν Χριστουγεννιάτικη Ἐγκύκλιό μου, ἡ ὁποία θά ἀναγνωσθῇ στίς Ἐκκλησίες τήν ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων. «Μέσα στήν Ἐκκλησία ἡ ὁποία εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός παρατεινόμενος στούς αἰῶνες, ἐπαναλαμβάνεται τό ἴδιο γεγονός, τό ἴδιο θαῦμα καί μέγα Μυστήριο. Χριστός γεννᾶται, θυσιάζεται καί προσφέρεται σέ μᾶς, μέσα ἀπό τήν Θεία Λειτουργία, πού εἶναι τό κέντρο τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας». Χιλιάδες πιστοί θά κατακλύσουν αὐτές τίς ἡμέρες τίς Ἐκκλησίες. Πόσοι ὅμως θά βιώσουν τό Μυστήριο τῆς Σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ;
Χαίρεται κανείς γιά τήν λαοθάλασσα, ὅμως ἡ χαρά του μετριάζεται ὅταν σκέπτεται ὅτι μέσα στό κλῖμα τῆς ἀποϊεροποίησης  τῆς ζωῆς, ὁ πολύς κόσμος εἶναι παντελῶς ἀπροετοίμαστος γιά τήν συνάντηση μέ τόν Σαρκωθέντα Θεό.
Μᾶς παραμυθεῖ, μᾶς παρηγορεῖ δηλαδή, τό γεγονός ὅτι ὑπάρχει μιά βαθειά πνευματική ἀναζήτηση, σήμερα κυρίως, ἀπό τούς νέους ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι ἀπογοητευμένοι ἀπό τά «τερπνά καί ἡδέα» τοῦ κόσμου τούτου ἀναζητοῦν ποιότητα στήν ζωή τους καί πνευματικότητα. Καί ἐπειδή ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ἕλκεται ἀπό τόν Δημιουργό της, ὡς οὖσα θεονοσταλγική καί θεοπόθητη, ἄν αὐτή ἡ ἀναζήτηση ἀκολουθήσῃ τόν σωστό δρόμο, πιστεύω ὅτι οἱ καρδιές θα συναντήσουν τόν νηπιάσαντα Θεό.

             Ἄς  προχωρήσουμε ὅμως καί σέ ἕνα ἄλλο στοιχεῖο. Δέν μποροῦμε νά βροῦμε τά Χριστούγεννα, ἄν δέν ἔχουμε διάθεση καί καρδιά ταπεινή.
          Ὁ Θεός ταπεινώθηκε, ἔλαβε τήν ἀνθρώπινη σάρκα. Γεννήθηκε μέσα στό πιό φτωχό καί ταπεινό Σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ. Τόν προσκύνησαν πρῶτοι οἱ πιό ταπεινοί καί ἁπλοῖ ἄνθρωποι, οἱ Ποιμένες τῆς Βηθλεέμ. Ταπεινώθηκε μέχρι θανάτου, θανάτου σταυρικοῦ, γιά νά χαρίσῃ σέ μᾶς τήν Ἀνάσταση. Εἶναι ἀδιανόητο λοιπόν νά συναντήσῃ κάποιος ὑψηλόφρων καί ἐγωϊστής τόν ταπεινωθέντα καί ταπεινούμενον γιά μᾶς Θεό, ἄν δέν ὑποστῇ τήν ἐσωτερική αὐτή καλή ἀλλοίωση, τό ἑκούσιο ἄδειασμα ἔναντι Θεοῦ καί ἀνθρώπου, ὥστε νά ἐπιτύχῃ τήν θέωση.
          Ἡ παράβαση τοῦ Ἀδάμ, κατά τόν Ἅγιο Μάξιμο τόν Ὁμολογητή, ὀφείλεται στό γεγονός ὅτι ὁ Πρωτόπλαστος ἐπείγεται νά δημιουργήσῃ στόν ἑαυτό του μέ τρόπο τεχνητό τίς ἰδιότητες τοῦ Θεοῦ, νά δημιουργήσῃ μέσα του αὐτόνομα, «δίχα Θεοῦ καί πρό Θεοῦ καί οὐ κατά Θεόν» ὅ,τι εἶναι ἀποκλειστικό χαρακτηριστικό γνώρισμα τοῦ Θεοῦ, τήν αὐτοζωή. Ἡ θεοποίηση τοῦ ἀνθρώπου, ἐκ μέρους τοῦ ἰδίου τοῦ ἑαυτοῦ του εἶναι καταστροφική. Ἡ ἄρνηση τοῦ Θεοῦ ἐξ  αἰτίας τῆς ἀπολυτοποιήσεως τοῦ εἶναι μας, ὁδηγεῖ σέ βαβελικά συντρίμια. Ἐδῶ ἔχουν τήν αἰτία τους ὁ πόνος, τά δάκρυα, τά μίση, οἱ πόλεμοι μεταξύ τῶν λαῶν καί ἡ σκληρότης μεταξύ τῶν ἀνθρώπων. Στόν ἐγωϊσμό, στήν υπερηφάνεια, στήν ἐκδίωξη τοῦ ταπεινοῦ Κυρίου μας ἀπό τήν ζωή μας. Σταμάτα πιά, Τοῦ φωνάζουμε, νά μᾶς διαφεντεύῃς τήν ζωή. Μποροῦμε καί μόνοι μας. Μεγαλώσαμε. Δέν θέλουμε κηδεμόνα. Δέν βλέπεις πόσο προχώρησε ἡ ἐπιστήμη μας, ἡ τεχνολογία μας;
          Σᾶς θυμίζω τά λόγια τοῦ ποιητοῦ:
«Θεέ τραβήξου ἀπό κοντά μας
σκιάχτρο τοῦ νοῦ καί τῆς ψυχῆς,
γιά σέ τά λόγια τά δικά μας
δέν εἶναι λόγια προσευχῆς».

          Δέν εἶναι καθόλου τυχαῖο τό γεγονός ὅτι γιά νά εἰσέλθῃ κανείς στόν τόσο μεγάλο Ναό τῆς Γεννήσεως τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, στήν Ἁγία Πόλη Βηθλεέμ καί νά φτάσῃ μέχρι τό ἀπέριττο καί ταπεινό Σπήλαιο, πρέπει νά σκύψῃ περνώντας ἀπό μιά χαμηλή εἴσοδο. Καί διερωτᾶται κάποιος, ὁ ὁποῖος δέν μπορεῖ μέσα ἀπό τούς συμβολισμούς νά ἀναχθῇ στά πνευματικά. Γιατί αὐτός ὁ μεγάλος  Ναός νά ἔχῃ μιά τόσο μικρή εἴσοδο; Ἡ ἀπάντηση εἶναι ἁπλῆ. Γιατί ὁ χῶρος αὐτός εἶναι χῶρος ταπείνωσης. Πρέπει νά σκύψῃς γιά νά κατανοήσῃς τοῦ Θεοῦ τά μεγαλεῖα. Νά ταπεινωθῇς για νά ζήσης τό μέγα Θαῦμα. Τί κρῖμα νά συναντᾶς σήμερα μετά ἀπό τόσους αἰῶνες ἀπό τοῦ Θεοῦ τήν Σάρκωση ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι διακατέχονται ἀπό δαιμονική ἔπαρση, ἐγωπάθεια καί αὐταρέσκεια ἤ ἀκόμα καί ἀπό τήν ψεύτικη πεποίθηση ὅτι μόνο αὐτοί ὑπάρχουν στόν κόσμο. Τί κρῖμα γιά τούς ὑπερόπτες, τούς ἀλλαζόνες, τούς ἐσωστρεφεῖς, τούς ἐγκλωβισμένους στά φοβερά τείχη τῆς ἐγωπάθειάς τους; Τί κρῖμα, ὅταν δέν ἔχουν μάτια νά δοῦν τούς ἄλλους μέ ἀγάπη, νά τούς μιλήσουν μέ γλυκύτητα, νά ἀναγνωρίσουν ὅτι καί οἱ ἄλλοι ἀξίζουν καί ἔχουν ἀπό τόν Θεό πολλά χαρίσματα. Τί κρῖμα, νά λείπῃ αὐτή ἡ κοινωνία προσώπων, ἐξ αἰτίας τῆς μοναξιᾶς πού βιώνει ἡ αὐτοεγκλωβισμένη στόν ἀτομισμό ψυχή, ἡ ὁποία δαιμονοποιεῖται, ἀφοῦ ἡ μοναξιά καί ἡ ἀ-κοινωνία εἶναι τοῦ διαβόλου προνόμια, ὁ ὁποῖος ἐξ αἰτίας τοῦ ἐγωισμοῦ, ἔπεσε ἐκ τῆς ἄνω φωτοφορίας. Ἀκόμα πιό ὀδυνηρό εἶναι αὐτοί οἱ ἄνθρωποι νά λένε, ὅτι ζοῦν μέσα στήν Ἐκκλησία.
           Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, λέγει:
          «Εἰ τοίνυν ὁ Θεός τόν Χριστόν αὐτοῦ, ὅτι ἐταπεινώθη, ὅτι ἠτιμάσθη, ὅτι ἐπειράσθη, ὅτι σταυρόν καί θάνατον ἐπονείδιστον ὑπέρ ἡμῶν ὑπέμεινε, διά τοῦτο ὑπερύψωσε, πῶς ἡμᾶς σώσει καί δοξάσει καί ἀνυψώσει μή τήν εἰς τούς συνανθρώπους ἀγάπην ένδεικνυμένους, μή διά τῆς εἰς ζωήν αἰώνιον ἀπαγούσης στενῆς πύλης καί ὁδοῦ...; Εἰς τοῦτο γάρ ἐκλήθημεν, φησίν ὁ κορυφαῖος  τῶν Ἀποστόλων Πέτρος, «ὅτι καί Χριστός ἀπέθανεν ὑπέρ ἡμῶν, ἡμῖν ὑπολιμπάνων ὑπογραμμόν, ἵνα ἐπακολουθήσωμεν τοῖς ἴχνεσιν αὐτοῦ...»
          δηλαδή, «Ἐάν ὁ Θεός ὑπερύψωσε τόν Χριστόν αὐτοῦ ἐπειδή ἀτιμάσθηκε, πειράστηκε, ὑπέμεινε, ἐπονείδιστο σταυρό καί θάνατο γιά χάρη μας, πῶς θά σώσῃ καί θά δοξάσῃ καί θά ἀνυψώσῃ ἐμᾶς, ἄν δέν ἐπιλέξουμε ταπείνωση, ἄν δέν δείξουμε τήν ἀγάπη μας πρός τούς συνανθρώπους  μας.... ἄν δέν βαδίσουμε διά τῆς στενῆς πύλης καί ὁδοῦ ποῦ ὁδηγεῖ στήν αἰώνια ζωή; ... Πράγματι γι’ αὐτό κληθήκαμε λέγει ὁ κορυφαῖος Ἀπόστολος Πέτρος «διότι καί ὁ Χριστός ἔπαθε γιά μᾶς, ἀφήνοντάς μας ὑπογγραμμό, γιά νά ἀκολουθήσουμε τά ἴχνη του... (Α΄ Πέτρ. 2, 21)». (Γρηγορίου Παλαμᾶ, Ὁμιλία ΚΒ΄ Εἰς τήν Ἀνάληψιν ΕΠΕ 10, 48).
          Γιά τήν μεγίστη ἀξία τῆς ταπείνωσης, ὅπως τήν δίδαξε ὁ δι’ εὐσπλαχνίαν πρός τό πλᾶσμα του, ταπεινωθείς Κύριος μιλάει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. «Θεμέλιος γάρ ἐστί τῆς καθ’ ἡμᾶς φιλοσοφίας ἡ ταπεινοφροσύνη. Κἄν μυρία ἄνωθεν οἰκοδομήσῃς κἄν ἐλεημοσύνην, κἄν εὐχάς, κἄν νηστείαν, κἄν πᾶσαν ἀρετήν, ταύτης μή προκαταβληθείσης, .... πάντα καταπεσεῖται ῥαδίως. Κἄν σωφροσύνην εἴπῃς, κἄν παρθενίαν, κἄν χρημάτων ὑπεροψίαν, κἄν ὁτιοῦν πάντα ἀκάθαρτα καί ἐναγῆ καί βδελυρά, ταπεινοφροσύνης ἀπούσης» δηλαδή, «Θεμέλιο τῆς δικῆς μας χριστιανικῆς πνευματικῆς ζωῆς εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη. Κι’ ἄν ἀκόμα οἰκοδομήσῃς πρίν ἀπό αὐτήν ἄπειρα, εἴτε ἐλεημοσύνη, εἴτε προσευχή, εἴτε νηστεία, εἴτε ὅλες τίς ἀρετές, ἄν δέν θέσῃς πρῶτα αὐτή ὡς θεμέλιο,... ὅλα θά πέσουν κάτω εὔκολα, ἀκόμη καί ἡ σωφροσύνη καί ἡ παρθενία καί ἡ περιφρόνηση τῶν χρημάτων καί ὅτιδήποτε ἄλλο ἀναφέρῃς, ὅλα εἶναι ἀκάθαρτα καί μολυσμένα καί σιχαμερά, ὅταν ἀπουσιάζῃ ἡ ταπείνωση» (Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, τῶ ρητῷ «εἴτε προφάσει εἴτε ἀληθείᾳ» 2, ΕΠΕ 27, 426).
          Θα προχωρήσω παρακάτω.    
·                    Πρέπει ἡ καρδιά νά εἶναι γεμάτη ἀγάπη. Ἀγάπη πρός τόν συνάνθρωπο.
Γιορτάζουμε Χριστούγεννα.
Αὐτή ἡ ἑορτή ἔχει πολύ βάθος. Εἶναι μέθεξη ζωῆς, εἶναι κοινωνία προσώπων, Θεοῦ - Ἀνθρώπου, Ἀνθρώπου – Συνανθρώπου.
Τά Χριστούγεννα εἶναι ἡ ἑορτή τῆς ἀγάπης ὄχι μόνο πρός τόν Θεό, ἀλλά καί πρός τόν συνάνθρωπό μας. Πολύς κόσμος συνωστίζεται αὐτές τίς ἡμέρες στούς δρόμους καί στίς ἀγορές. Λαμπιόνια παντοῦ, δῶρα καί τόσα ἄλλα... Ἀνταλλαγή εὐχῶν κ.ο.κ.
Οἱ Ἐκκλησίες, θά γεμίσουν κόσμο. Τά σπίτια, θά ἀποκτήσουν τήν ἑορταστική λάμψη καί ἀτμόσφαιρα. Ὅμως, κάποιοι ζοῦν ἀνυποψίαστοι γιά τό δράμα πού παίζεται ἔξω ἀπό τίς Ἐκκλησίες, ἀπό τά σπίτια μέ τά ρεβεγιόν καί τά ἑορταστικά τραπέζια.
Κάποια παιδιά σέ ἕνα φανάρι μέ ἁπλωμένα τά χεράκια τους ζητοῦν ἐλεημοσύνη. Κάποιοι τά ἐκμεταλλεύονται. Ναί. Ἀνθρώπινο δρᾶμα. Ρακένδυτα, χωρίς χαρά οὐσιαστική, πεταμένα, σέρνουν τῆς κοινωνίας μας τήν ἔσχατη κατάπτωση, ὅπως διαγράφεται στόν 21ο αἰῶνα στόν ὁποῖο λογῆς - λογῆς σκλαβοπάζαρα φυτρώνουν σάν μανιτάρια. Αὐτά τά παιδιά κανείς δέν τά ἀναζητεῖ τίς περισσότερες φορές, ἀπ’ ὅτι λένε οἱ ἁρμόδιες Ἀρχές.
Καί ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία, στά σκαλοπάτια, ἡ ἐξουθένωση τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, μέσα στά ἀπαίσια ἐνδύματα τυλιγμένη, προσπαθεῖ τό ἔλεος νά συναντήσῃ στά δικά μας πρόσωπα, πού ἀνεβαίνουμε τά σκαλοπάτια γιά νά γιορτάσουμε, νά λειτουργηθοῦμε. Μάτια πονεμένα καρφώνονται πάνω στά δικά μας καί προσπαθοῦν νά μᾶς ποῦν τό δικό τους μυστικό. Ἐμεῖς τό ἔχομε λησμονήσει. Σπάνια τό ἀντιλαμβανόμεθα. Μᾶς συνεπῆρε ὁ ξέφρενος ἑορτασμός, τό κοσμικό πανηγύρι. Δές καί μένα, μᾶς φωνάζουν. Καί γιά μένα γεννήθηκε ὁ Χριστός. Εἶναι πολλοί. Πολλές φορές ὄντως γίνονται ἐνοχλητικοί. Ὅμως, τούς ἕλκει κάτι τό γνώριμο. Τό σπίτι τοῦ Πατέρα. Ἄς εἶναι φτωχοί, ἄστεγοι, ρακένδυτοι. Εἶναι καί δικό τους αὐτό τό σπίτι, ὄχι μόνο δικό μας.
Ἔβρεχε καί τό κρύο πολύ. Τῆς Εὐαγγελίστριας τά σκαλοπάτια εἶχαν καταληφθῆ ἀπό κάποιους ξένους, ἐπαίτες, πού ἔτρεξαν νά προφυλαχθοῦν ἀπό τή βροχή στόν ἐξωνάρθηκα. Ὅμως καί τό κρῦο δριμύ καί γι αὐτό μπῆκαν στό Ναό καί κάθισαν στίς καρέκλες. Τί πιό φυσικό; Εἰσῆλθε, ὅμως, καί ἡ εὐσεβής κυρία νά προσευχηθῇ ἤ μήπως νά προφυλαχθῇ καί κείνη ἀπό τή βροχή καί τό κρύο. Ποιός ξέρει; Εἶδε πάντως τό θέαμα. Ἀπόρησε, ἐκνευρίστηκε. Πῶς κατάντησε ἡ πιό ἀριστοκρατική Ἐκκλησία τῶν Πατρῶν! Ρακένδυτοι νά κάθονται στίς καρέκλες της! Τί κατάσταση εἶναι αὐτή; Δέν τό ἄντεξε αὐτό τό «ἀνοσιούργημα». Τηλεφώνησε ἀμέσως στούς ἁρμοδίους. Φρικτά τά παράπονα γιά νά εἰσπράξη τήν ἀπάντηση. Ἡ Ἐκκλησία ἀπό σᾶς κινδυνεύει , ὄχι ἀπό τούς ταλαιπωρημένους καί ρακένδυτους.
Ἄραγε, σκέφτηκε ποτέ ἡ κυρία αὐτή ὅτι ὁ Χριστός ἄφησε τόν οὐρανό καί «ἐκένωσε ἑαυτόν μορφή δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπου γενόμενος;» Τήν συγκίνησε ποτέ τό γεγονός ὅτι ὁ Χριστός ἐν τῷ Σπηλαίῳ τίκτεται καί ἐν φάτνῃ ἀνακλίνεται; Τί ὑποκρισία, σκέπτεται κανείς.
- Καί ἡ ἄλλη κυρία κρατώντας τό σκυλί της, εἰσέρχεται στό σοῦπερ μάρκετ γιά νά τοῦ ἀγοράσῃ τήν ὡραία κονσέρβα. Ἔξω κάποιοι ψάχνουν στά σκουπίδια νά φᾶνε. Δέν λέω, πρέπει νά ἀγαπᾶμε ὅλα τά ὄντα καί νά τά προσέχωμε. Οὐδείς ἔχει ἀντίρρηση. Ἀλλά τό γεγονός, ὅτι ἡ ἔμψυχος εἰκών τοῦ Θεοῦ μέσα στόν κάδο τῶν ἀπορριμάτων ψάχνει γιά ἀποφάγια, δέν μᾶς συγκλονίζει;
Ἦταν ἀρχές τῆς ἐλεύσεώς μου στήν Πάτρα. Ὅλοι ἤρχοντο νά ἐκφράσουν τήν ἀγάπη τους στόν νέο Ἐπίσκοπο. Νά μέ καλωσορίσουν. Δέν γνώριζα τούς περισσοτέρους. Κάποιος μοῦ συστήθηκε καί μοῦ εἶπε:«Σεβασμιώτατε γιά ὅ,τι θελήσετε θά εἶμαι στή διάθεσή σας καί γιά τό ἔργο σας νά μή διστάσετε νά μοῦ τηλεφωνήσετε. Ἔχω τήν δυνατότητα νά σᾶς βοηθήσω». Πράγματι εἶχε καί ἔχει τήν δυνατότητα αὐτή. Χάρηκα ὄντως. Ἄν ἔλθῃ καιρός, εἶπα, θά σᾶς ἔχω ὑπ’ὄψη μου.
Καί ἦλθε ἡ ὥρα. Ἕνα παιδί ἔπρεπε νά φύγῃ γιά τό ἐξωτερικό γιά ἐπείγουσα θεραπεία. Ἔπρεπε νά τό βοηθήσωμε. Δώσαμε ὅ,τι ἦτο δυνατόν.
Αἴφνης, ἦλθε στό μυαλό μου ὁ λόγος τοῦ τότε συνομιλητοῦ μου, ὅπως προανέφερα. Χωρίς χρονοτριβή τηλεφώνησα καί τοῦ εἶπα τά ἑξῆς: «Θυμᾶμαι τά λόγια σου, ὅτι θά βοηθήσῃς, ἄν χρειασθῶ κάτι. Τώρα ζητῶ τήν εὐσπλαχνία σου καί τήν ἀγάπη σου. Γι’΄ αὐτό τό παιδί κάνε κάτι... Εἶναι ἀνάγκη...». Ἀκόμη περιμένω τήν ἀπάντηση.
Πρίν λίγο καιρό τόν συνήντησα τυχαῖα... Θεώρησα θράσος τόν λόγο του: «Σᾶς ἔχω πεῖ Σεβασμιώτατε.. Εἶμαι πάντα στή διάθεσή σας». Ἀπήντησα: «Νά εἶσαι καλά, ἀλλά σέ λυπᾶμαι. Ὅλα ἐδῶ θά μείνουν. Κράτα τά χρήματά σου, γιατί σοῦ λείπουν τά αἰσθήματα.»
Στήν συνέχεια σκεπτόμουν. Πόσες φορές ἀλήθεια, ἡ δύναμη παίρνει διαζύγιο ἀπό τήν ἀγάπη. Ὅσοι ἀγαποῦν πολλές φορές, δέν ἔχουν τήν δύναμη νά βοηθήσουν καί ὅσοι κάποιες φορές ἔχουν τήν δύναμη δέν ἔχουν τήν ἀγάπη γιά νά χρησιμοποιήσουν αὐτή τή δύναμη.
Πόσο εὐτυχισμένοι εἶναι ὅσοι ἔχουν τήν δύναμη καί τήν ἀγάπη. Καί πόσο τυχερός ὁ κόσμος, ὅταν ἔχῃ τέτοιους ἀνθρώπους! Προσεύχομαι, πολλές φορές, νά δίδῃ ὁ Θεός τά ὑλικά ἀγαθά σέ ἀνθρώπους πού ξέρουν καί μποροῦν νά προσφέρουν ἀγάπη.
Ἕνας γνωστός μου ἄνθρωπος μοῦ εἶπε πρό ἡμερῶν τό ἑξῆς περιστατικό.
Πῆγε νά ἀγοράσῃ φαγητό σέ ἕνα κατάστημα. Περίμενε πίσω ἀπό κάποιους ἄλλους. Τόν πλησίασε ἕνα παιδί καί μέ μάτια γεμᾶτα ἱκεσία τοῦ εἶπε. Πεινάω καί γώ, θά μοῦ πάρῃς κάτι νά φάω; Ναί, ναί τοῦ εἶπε, ἔλα κοντά μου. Ἀλλά ὅταν εἶδε ὁ μικρός ὅτι ἀργοῦσε ὁ κύριος νά πάρη φαγητό, ἄρχισε νά ἀπομακρύνεται. Ποιός ξέρει γιατί. Θά τοῦ εἶχε μᾶλλον ξανατύχει κάποιος νά τοῦ πῇ ναί καί στό τέλος νά τόν παρατήσῃ πεινασμένο. Ὁ ἄνθρωπος πού περίμενε στήν σειρά του νά ἀγοράσῃ φαγητό, φώναξε τόν μικρό. Ἔλα, ἔλα μή φεύγεις. Ὅ,τι θά πάρω ἐγώ θά ἀγοράσω καί γιά σένα. Πλησίασε καί πάλι διερευνητικά ὁ μικρός, ἕως ὅτου διεπίστωσε ὅτι κρατοῦσε πράγματι στά χέρια του φαγητό. Ἔλαμψαν τά παιδικά του μάτια. Αὐτή τή φορά δέν το κορόιδεψαν. Θέλεις κάτι ἄλλο; ρώτησε ὁ κύριος. Ὄχι, ὄχι καί αὐτό πολύ εἶναι! Ὅμως πρίν φύγῃ ὁ μικρός, ρώτησε, «θά εἶσαι καί αὔριο ἐδῶ κύριε;». Ράγισε ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου πού βοήθησε τό παιδί. Ποιός ξέρει; Θά εἶναι κανείς αὔριο ἐκεῖ ὥστε νά δώσῃ φαγητό στό παιδί; Ποιός ξέρει; Θά τό βρῇ κανείς αὐτό τό παιδί τά Χριστούγεννα γιά νά χορτάσῃ τήν πεῖνα του;
Αὐτά τά ἀνθρώπινα δράματα σοῦ ραγίζουν τήν ψυχή αὐτές εἰδικά τίς ἡμέρες. Αὐτά τά δράματα κάνουν ὅλους ἐσᾶς εὐαίσθητους καί ἐλεήμονες καί θά ἤθελα ὅλους ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι προσφέρουν ἀπό τά βάθη τῆς ψυχῆς τους καί πολλάκις ἀπό τό ὑστέρημά τους νά τούς ἐπαινέσω καί νά τούς εὐχαριστήσω γιατί ἀπαλύνουν τόν πόνο τῶν συνανθρώπων μας, ἀνεξαρτήτως ἡλικίας, φύλου καί καταγωγῆς. Γνωρίζετε ὅτι μέ τήν ἰδικήν σας ἀγάπη, τῶν ἐλεημόνων καί φιλανθρώπων τήν προσφορά, κινεῖται ἡ φιλάνθρωπος δραστηριότης τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας. Ἐνδεικτικῶς ἀναφέρω ὅτι τό 2008 μόνο εἰς χρῆμα ἡ προσφορά ἀνῆλθε σέ 1.568.000. Εἶναι καί ἡ εἰς εἴδη πρώτης ἀνάγκης προσφορά καί οἱ 1000 μερίδες περίπου φαγητό πού προσφέρονται ἀπό τίς Ἐνορίες μας καθημερινῶς, οἱ ὑποτροφίες τῶν Φοιτητῶν μας στό ἐσωτερικό καί ἐξωτερικό, ἡ βοήθεια γιά νοσήλεια στό ἐσωτερικό καί ἐξωτερικό, ἀδελφῶν μας καί τόσα ἄλλα. Γι’ αὐτή τήν μεγάλη προσφορά σας, σᾶς εὐχαριστῶ καί σᾶς εὐγνωμονῶ.
Θά τελειώσω καί πάλι μέ τόν Ἱερό Χρυσόστομο:
«Οτως κα  Χριστς ποίησεν· τος νθρώπους δι το νθρώπου σαγήνευσεν, τν διάβολον δι τς ταπεινοφροσύνης κατεπάτησεν, τν σατανν δι τς νοχς ατο σκύλευσεν, κα τος τς ντολς ατο φυλάττουσι τν βασιλείαν τν ορανν τοίμασεν. Σήμερον γγελοι δοξολογοσι κα νθρωποι προσκυνοσι κα νεκρο κετεύουσιν. Σήμερον τρες τάξεις δρα ατ προσφέρουσιν· τν χρυσν ς βασιλε νθρωποι, λίβανον ς Θε γγελοι, σμύρναν νεκρο ς †δι τν νεκρν†. Διάφορα εδη προσφέρουσιν, πειδ γένη διάφορα τν προσκύνησιν ατ σήμερον γουσιν. Δετε ον σοι τν μν λόγων κροατα τυγχάνετε, χριστιανικς ορτάσωμεν σήμερον. Πς σται τοτο; Μηδεν κακν ντκακο ποδώσωμεν, τι γέγραπται ν παροιμίαις· ἐὰν πειν  χθρός σου, ψώμιζε ατόν· τοτο γρ ποιννθρακας πυρς σωρεύσεις π τν κεφαλν ατο. Μ ατιος σκανδάλου γίνου, τι λέγει ν εαγγελίοις Κύριος· μν λέγω μν, στις σκανδαλίσ να τν μικρν τούτων τν πιστευόντων ες μέ, συμφέρει ατ να κρεμασθ μύλος νικς π τν τράχηλον ατο κα ιφ ες τν θάλασσαν. Μετάδος τδεομέν στέγης, σκέπης, σιτίων,  πρ τν χρείαν τούτοις χρώμενος· τι πάλιν φησν  κύριος· μακάριοι ο λεήμονες, τι ατο λεηθήσονται. Μ μέγα φρόνει·  γρ δοκν τι εναι μηδν ν, αυτν φρεναπατπέχεσθε πορνείας κα πνικτο κα αματος. (μή μετέχετε δηλαδή σέ εἰδωλολατρικές τελετές).Τν συνήθειαν τν ρκων κκόψατε, τν γεννηθέντα Χριστν δοξάζοντες, τι ατ πρέπει τιμ καπροσκύνησις ες τος αἰῶνας τν αἰώνων».  μήν.