Σάββατο 26 Μαΐου 2012

H ΑΝΑΛΗΨΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΚΑΙ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ






Ο Κύριος "ανελήφθη εις τον ουρανόν και εκάθισεν εκ δεξιών του Θεού". Το γεγονός της Αναλήψεως του Κυρίου είναι το ορατό σημείο της συμφιλίωσης Θεού και ανθρώπου, αλλά και του δοξασμού της ανθρώπινης φύσης.
Η καταλλαγή αυτή και ο δοξασμός του ανθρώπου επιτεύχθηκε με την ενανθρώπηση του Υιού και Λόγου του Θεού -με την οποία ο Θεός ένωσε την ανθρώπινη φύση με τη θεία Του φύση  ασυγχύτως, ατρέπτως, αχωρίστως και αδιαιρέτως- το επι γης έργο Του, τα εκούσια Του Πάθη, την ένδοξη Ανάστασή Του.
Οι πολλαπλές εμφανίσεις του Θεανθρώπου,  μετά την Ανάστασή Του, σκοπό είχαν να πείσουν τους Μαθητές Του ότι, όντως, αναστήθηκε και να χαρίσει σε αυτούς την ειρήνη, τη χαρά και το φως της ανεσπέρου αυτής ημέρας. Στις Πράξεις των Αποστόλων (1:3), o αναστημένoς Ιησούς εμφανιζόταν στoυς Μαθητές Τoυ και τoυς «δίδασκε τα περί της Βασιλείας τoυ Θεoύ για σαράντα ημέρες».

Την Πέμπτη της έκτης εβδoμάδας από την Ανάστασή Τoυ, o Χριστός, αφoύ ευλόγησε τoυς μαθητές Τoυ, αναλήφθηκε στoυς Ουρανούς (Λoυκ. 24, 50-51), στην περιoχή της Βηθανίας, έτσι ώστε την ημέρα της Πεντηκοστής να επιστρέψει εν Αγίω Πνεύματι, για να συνεχίσει, ως Εκκλησία πλέον, το έργο της σωτηρίας των ανθρώπων. Η εν Αγίω Πνεύματι σωματική παρουσία του Κυρίου υπάρχει και θα υπάρχει συνεχώς, μέχρι τη συντέλεια του κόσμου, στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, όπου οι πιστοί μπορούν να ενωθούν μαζί Του. Ο Απ. Παύλος μας υπενθυμίζει με το λόγο του, ότι «έπειτα ημείς οι ζώντες οι περιλειπόμενοι άμα συν αυτοίς αρπαγησόμεθα εν νεφέλαις εις απάντησιν του Κυρίου εις αέρα, και ούτω πάντοτε συν Κυρίω εσόμεθα.» (Α΄ Θεσ. 4: 17).
Το γεγονός της Αναλήψεως αποτελεί ένα από τα βασικότερα δόγματα της Εκκλησίας μας και αναφέρεται στo Σύμβoλo της Πίστεως. Αμήν.
Δρ Ελένη Ρωσσίδου-Κουτσού, Φιλόλογος-Βυζαντινολόγος
Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Λόγος εις την Ανάληψη του Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού
Κατά το γεγονός της Αναλήψεως, πραγματοποιήθηκε στην πράξη η συμφιλίωση του Θεού με το ανθρώπινο γένος. Διαλύθηκε η παλιά έχθρα, τελείωσε ο μακροχρόνιος πόλεμος. Κι αυτό συνέβαινε έως τώρα, όχι επειδή μισούσε ο Θεός τον άνθρωπο, αλλά επειδή ο άνθρωπος επιδείκνυε αδιαφορία και αχαριστία. Και τώρα, η αλλαγή δεν έγινε εξαιτίας των δικών μας κατορθωμάτων ή επειδή αλλάξαμε στάση και συμπεριφορά, αλλά λόγω της απροσμέτρητης αγάπης και του ενδιαφέροντος του Θεού...
Τώρα στην Ανάληψη, εμείς που δεν ήμασταν άξιοι να κατοικούμε στον παράδεισο, εμείς που στο τέλος καταντήσαμε να μην αξίζουμε να ζούμε εδώ στη γη, με αποτέλεσμα να γίνει ο κατακλυσμός και να χαθεί όλο το ανθρώπινο γένος εκτός της οικογένειας του Νώε, εμείς τώρα οι ανάξιοι ανεβαίνουμε στον ουρανό. Τα χερουβίμ, παλαιά, φυλάγανε τον παράδεισο για να μην μπούμε ξανά και τώρα εμείς τα υπερβαίνουμε. Η ανθρώπινη φύση, στο πρόσωπο του Χριστού, έτυχε τιμής που δεν έτυχε η φύση των αγγέλων. Ο Θεός έγινε άνθρωπος. Δεν έγινε άγγελος. Ενώθηκε μόνο με την ανθρώπινη φύση. Και οι άγγελοι δεν ζηλεύουν, αντίθετα χαίρονται, διότι χαρά των αγγέλων είναι η προκοπή μας και πόνος τους η εξαθλίωσή μας.
Για την αλλαγή αυτή οφείλουμε ευγνωμοσύνη στον Χριστό. Αυτός έγινε μεσίτης. Ούτε άγγελος, ούτε άνθρωπος, αλλά αυτός ο ίδιος. Ο Θεός ήταν οργισμένος με μας και εμείς τον μισούσαμε. Και μας συμφιλίωσε ο Υιός Του. Πώς μας συμφιλίωσε; Δεχόμενος την τιμωρία που έπρεπε να επιβάλει σε μας. «Εξηγόρασεν εκ της κατάρας του νόμου γενόμενος υπέρ ημών κατάρα» (Γαλ., 3: 13). Δέχτηκε την τιμωρία του ουρανού, δέχτηκε και τις προσβολές των ανθρώπων. «Οι ονειδισμοί των ονειδιζόντων σε επέπεσον επ’ εμέ» (Ψαλμ. 68:10) ... Πολλές φορές μιλούμε για τη μεσιτεία της Παναγίας και των αγίων και ξεχνούμε ότι μεσίτης πάνω απ’ όλους τους αγίους είναι ο ίδιος Χριστός. Αυτός ως άνθρωπος συνεχώς μεσιτεύει για μας τους ελεεινούς αδελφούς Του. Όπως ακριβώς παίρνουμε κάτι από τη σοδειά μας και το προσφέρουμε στο Θεό για να τον ευχαριστήσουμε και να ευλογήσει όλη τη σοδειά μας, έτσι ακριβώς και ο Χριστός την ανθρώπινη φύση, που προσέλαβε στη μήτρα της παρθένου Μαρίας την κάνει προσφορά στον Θεό, για να ευλογηθεί όλο το ανθρώπινο γένος…
Ενώ πλαστήκαμε από τον Θεό «κατ’ εικόνα και ομοίωσή Του», ο άνθρωπος δεν πρόσεξε και ωμοιώθη τοις κτήνεσι. Το να γίνει, δε, κάποιος σαν τα ζώα είναι σαν να έγινε χειρότερος από αυτά. Το να σέρνεται ένα φίδι είναι φυσικό, το να σέρνεται, όμως, ένας αετός είναι η εσχάτη κατάπτωση … Μερικές φορές, ο άνθρωπος γίνεται χειρότερος των ζώων. Έτσι ο Ησαΐας λέγει, «έγνω βους τον κτησάμενον, και όνος την φάτνη του κυρίου αυτού· Ισραήλ, δε, εμέ ουκ έγνω» (Ησαΐας 1: 3) … Για να μας συνετίσει ο Κύριός μας, βάζει διδασκάλους τα έντομα. «Πορεύθητι προς τον μύρμηγκα, και ζήλωσον τας οδούς αυτού» (Παροιμ. 6: 6) … Εμείς οι κατώτεροι των ζώων, τα παιδιά του διαβόλου, με την Ανάληψη του Χριστού γίναμε ανώτεροι και από τους αγγέλους.

Τρίτη 22 Μαΐου 2012

Η χριστιανική ταπείνωση έναντι του "κόμπλεξ" και της μελαγχολίας.

Μου έλεγε ο Γέροντας Πορφύριος μια μέρα:
 «Ο χριστιανός πρέπει να αποφεύγει την αρρωστημένη θρησκευτικότητα: τόσο το αίσθημα ανωτερότητος για την αρετή του, όσο και το αίσθημα κατωτερότητος για την αμαρτωλότητά του. Άλλο πράγμα είναι το κόμπλεξ και άλλο η ταπείνωση∙ άλλο η μελαγχολία και άλλο η μετάνοια...

Με επισκέφθηκε κάποτε ένας κοσμικός ψυχίατρος και μου κατηγόρησε τον Χριστιανισμό, διότι, όπως είπε, δημιουργεί ενοχές και μελαγχολία. Του απάντησα: Παραδέχομαι ,ότι μερικοί χριστιανοί ,από σφάλματα δικά τους ή άλλων, παγιδεύονται στην αρρώστια των ενοχών, αλλά κι εσύ πρέπει να παραδεχθείς, ότι οι κοσμικοί παγιδεύονται σε μια χειρότερη αρρώστια, την υπερηφάνεια. Και οι μεν θρησκευτικές ενοχές, κοντά στον Χριστό, φεύγουν με την μετάνοια και την εξομολόγηση, η υπερηφάνεια όμως των κοσμικών, που ζουν μακριά από τον Χριστό, δεν φεύγει.
 Με τις τοποθετήσεις αυτές του Γέροντα, ξεκαθάριζαν μέσα μου μερικές απορίες που είχα, αναφορικά με ψυχολογικά προβλήματα της χριστιανικής ζωής. Αντιλαμβανόμουν ότι ο Γέροντας ήθελε να αποφεύγουμε την υπερηφάνεια, την μεταμφιεσμένη σε αυτοδικαίωση «χριστιανικού» φαρισαϊσμού ή σε αυτοκαταδίκη «χριστιανικής» περιδεούς συνειδήσεως. Έβλεπα, ότι η θρασύτητα των αισθανομένων ως «καθαρών» και η δειλία των αισθανομένων ως «ενόχων» δε διαφέρουν ουσιαστικά, ότι είναι δύο όψεις του αυτού νομίσματος ,της υπερηφάνειας. Διότι ο αληθινά πιστός χριστιανός ελευθερώνεται από την ενοχή με την εξομολόγηση και την άφεση και χαίρει στην ελευθερία αυτή που του χάρισε ο Χριστός ∙ γνωρίζοντας δε ότι αυτό είναι δώρο Θεού ευγνωμονεί και δεν περιφρονεί. Είναι καθαρός δια του αίματος του Χριστού και όχι από δικό του κατόρθωμα. Έτσι, χαίρει και ευχαριστεί και δεν υπερηφανεύεται και επί πλέον βλέπει και όλους τους άλλους δυνάμει καλούς δια του αίματος του Χριστού. Ο Γέροντας μας δείχνει το δρόμο, που παράκαμπτε το κακό (αμαρτία) και το χειρότερο (υπερηφάνεια αρετής) και οδηγούσε στο καλύτερο, στην ταπείνωση. Γι’ αυτό προσπαθούσε να προστατεύσει τη γνησιότητα της ταπείνωσης από τους κινδύνους νόθευσής της.
Μου έλεγε: «Να είμαστε ταπεινοί, αλλά να μην ταπεινολογούμε. Η ταπεινολογία είναι παγίδα του διαβόλου, που φέρνει την απελπισία και την αδράνεια, ενώ η αληθινή ταπείνωση φέρνει την ελπίδα και την εργασία των εντολών του Χριστού». Ο Γέροντας ,με τη διδασκαλία του και περισσότερο με τα βιώματά του, εποίμανε τα πρόβατά του και τα οδηγούσε σε λειμώνες αγάπης και ταπείνωσης. Ζούσε ο ίδιος την ταπείνωση, πιστεύοντας ότι, εκείνος είναι το τίποτε, γιατί ο Θεός είναι , όπως έλεγε, το παν, κι ότι, ό,τι εμείς βλέπαμε πως είχε, δεν ήταν δικό του, αλλά δώρο του Θεού. 
 Απόσπασμα από το Βιβλίο “Ανθολόγιο Συμβουλών” του Γέροντος Πορφυρίου Ιερομονάχου.

Τρίτη 15 Μαΐου 2012

Διάλογος αγίου Μαξίμου Καψοκαλύβη και αγίου Γρηγορίου του Σιναΐτου




Ανταμώνοντας ο θείος Γρηγόριος ο Σιναΐτης τον άγιο Μάξιμο και συνομιλώντας με αυτόν, ανάμεσα στα άλλα του λέει και τούτο: «Σε παρακαλώ, τιμιότατε πάτερ, να μου πεις, κρατάς τη νοερά προσευχή;» Κι εκείνος χαμογέλασε λίγο και του λέει: «Δε θα σου κρύψω, τίμιε πάτερ, το θαύμα της Θεοτόκου πού έγινε σ’ έμενα. Εγώ από τη νεότητα μου είχα πολλή πίστη στην Κυρία μου Θεοτόκο και την παρακαλούσα με δάκρυα να μου δώσει αυτή τη χάρη της νοεράς προσευχής. Μία μέρα πήγα στο ναό της, καθώς είχα συνήθεια, και την παρακαλούσα πάλι με άμετρη θερμότητα καρδιάς· κι εκεί πού ασπαζόμουν με πόθο την αγία της εικόνα, ευθύς αισθάνθηκα στο στήθος μου και στην καρδιά μου μία θερμότητα και φλόγα, ή οποία ήρθε από την αγία εικόνα και δεν με έκαιγε, άλλα με δρόσιζε και με γλύκαινε κι έφερνε στην ψυχή μου μεγάλη κατάνυξη. Από τότε πλέον, πάτερ, άρχισε ή καρδιά μου να λέει από μέσα την προσευχή και ο νους μου να γλυκαίνεται στην ενθύμηση του Ιησού μου και της Θεοτόκου μου και να έχει πάντοτε την ενθύμηση τους. Και πλέον από εκείνο τον καιρό δεν έλειψε ή προσευχή από την καρδιά μου· συγχώρεσε με.»
Και ο θείος Γρηγόριος του λέει:
«Πες μου, άγιε, καμία φορά όταν έλεγες την ευχή του “Κύριε Ιησού Χριστέ”, σου συνέβη αλλοίωση θεϊκή ή έκσταση ή κανένας άλλος καρπός του Αγίου Πνεύματος;»
Και ο θείος Μάξιμος του είπε: «Ω πάτερ, για τούτο πήγαινα σε έρημο τόπο και ποθούσα την ησυχία πάντοτε, για να απολαύσω περισσότερο τον καρπό της προσευχής, ο όποιος είναι μία αγάπη υπερβολική στο Θεό και μία αρπαγή του νου στον Κύριο».
Και ο άγιος Γρηγόριος του λέει:
«Σε παρακαλώ, πάτερ, να μου πεις, τα έχεις αυτά πού είπες;»
Και ο θείος Μάξιμος χαμογέλασε πάλι και του λέει: «Δός μου να φάω και μην εξετάζεις την πλάνη μου».
Τότε του λέει ο θείος Γρηγόριος:
«Μακάρι να είχα κι εγώ την πλάνη σου, άγιε· όμως σε παρακαλώ να μου πεις, εκείνη την ώρα πού θα αρπαχθεί ο νους σου στο Θεό, τι βλέπει με τους νοερούς οφθαλμούς; Μπορεί τότε ο νους ν’ ανεβάσει μαζί με την καρδιά την προσευχή;»
Και ο άγιος Μάξιμος του αποκρίθηκε:
«Όχι, δεν μπορεί· γιατί όταν έρθει ή χάρη του Αγίου Πνεύματος στον άνθρωπο δια μέσου της προσευχής, τότε παύει πλέον ή προσευχή, επειδή ο νους κυριεύεται όλος από τη χάρη του Αγίου Πνεύματος και δεν μπορεί πλέον να ενεργήσει τις δυνάμεις του, άλλα μένει αργός και υποτάσσεται μόνο στο Άγιο Πνεύμα και Αυτό τον πηγαίνει οπού θέλει, ή σε αυλό αέρα θείου φωτός ή σε άλλη ανεκδιήγητη θεωρία ή και συχνά σε συνομιλία θεϊκή. Και γενικά, καθώς θέλει ο Παράκλητος, το Άγιο Πνεύμα, έτσι παρηγορεί τους δούλους Του· καθώς ταιριάζει στον καθένα, έτσι του δίνει τη χάρη Του. Και τούτο πού λέω μπορεί να το δει κανείς φανερά στους Προφήτες και Αποστόλους, οι όποιοι αξιώθηκαν να δουν τόσες θεωρίες και οί άνθρωποι τους περιπαίζανε και τους είχαν για πλανεμένους και μεθυσμένους. Και ο προφήτης Ησαΐας είδε τον Κύριο πάνω σε θρόνο υψηλό και ένδοξο και γύρω Του τα Σεραφείμ, και ο πρωτομάρτυρας Στέφανος είδε τους ουρανούς ανοιγμένους και τον Ιησού στα δεξιά του Πατέρα κλπ. Με τον ίδιο τρόπο και τώρα οί δούλοι του Χριστού αξιώνονται να βλέπουν διάφορες θεωρίες, τις οποίες μερικοί δεν τις πιστεύουν, μήτε τις δέχονται με κανένα τρόπο για αληθινές, άλλα τις έχουν για πλάνη κι εκείνους πού τις βλέπουν τους έχουν για πλανεμένους. Και σε τούτο θαυμάζω πολύ και απορώ, πώς πωρώθηκαν οί άνθρωποι εκείνοι και, σαν τυφλοί στην ψυχή, δεν πιστεύουν εκείνο πού ο αψευδής Θεός με το στόμα του προφήτη Ίωήλ υποσχέθηκε να δώσει στους πιστούς, λέγοντας ότι “θα χύσω από τη χάρη του Πνεύματος μου σε κάθε πιστό, και στους δούλους μου και στις δούλες μου”. Τη χάρη αυτή ο Κύριος μας την έδωσε και τη δίνει και τώρα και θα τη δίνει ως τη συντέλεια, κατά την υπόσχεση Του, σε όλους τους πιστούς δούλους Του.
Όταν λοιπόν ή χάρη αύτη του Αγίου Πνεύματος έρθει σε κανένα, δεν του δείχνει τα συνηθισμένα, μήτε τα αισθητά του κόσμου τούτου, άλλα εκείνα πού δεν είδε ποτέ του μήτε τα φαντάστηκε· και τότε ο νους του ανθρώπου εκείνου διδάσκεται από το Άγιο Πνεύμα μυστήρια υψηλά και απόκρυφα, τα όποια, κατά τον θείο Παύλο, δεν μπορεί να τα δει μάτι ανθρώπου, μήτε νους ανθρώπου μπορεί να τα συλλογιστεί από μόνος του ποτέ.
Και για να καταλάβεις πώς τα βλέπει ο νους μας, στοχάσου αυτό πού θα σου πω. Το κερί όταν είναι μακριά από τη φωτιά, είναι στερεό και πιάνεται, όταν όμως το βάλεις στη φωτιά λιώνει κι εκεί μέσα στη φλόγα καίγεται και ανάβει και γίνεται όλο φως κι Έτσι τελειώνει όλο μέσα στη φωτιά, και δεν είναι δυνατό να μη λιώσει μέσα στη φωτιά και να μη γίνει σαν νερό. Έτσι κι ο νους του ανθρώπου, όταν είναι μόνος χωρίς να ενωθεί με το Θεό, εννοεί όσα αντιστοιχούν στη δύναμη του, όταν όμως πλησιάσει στο πυρ της Θεότητας και στο “Άγιο Πνεύμα, τότε πλέον κυριεύεται ολωσδιόλου από εκείνο το θεϊκό φως και γίνεται όλος φως κι εκεί μέσα στη φλόγα του Παναγίου Πνεύματος ανάβει και λιώνει από τα θεία νοήματα· και δεν είναι δυνατό εκεί μέσα στο πυρ της Θεότητας να εννοεί τα δικά του κι εκείνα πού θέλει».
Τότε του λέει ο θείος Γρηγόριος:
«Είναι και αλλά, Καψοκαλύβη μου, πού να μοιάζουν με αυτά αλλά να είναι της πλάνης;» Και ο μέγας Μάξιμος του αποκρίθηκε:
«Αλλά είναι τα σημάδια της πλάνης κι άλλα της χάρης. Το πονηρό πνεύμα της πλάνης, όταν πλησιάσει στον άνθρωπο, του συγχύζει το νου και τον αγριεύει, κάνει την καρδιά σκληρή και τη σκοτίζει, προξενεί δειλία και φόβο και υπερηφάνεια, του αγριεύει τα μάτια, ταράζει το μυαλό, προκαλεί ανατριχίλα σε όλο το σώμα, του δείχνει κατά φαντασία στα μάτια φως όχι λαμπρό και καθαρό, αλλά κόκκινο, του κάνει το νου έξω φρενών και δαιμονιώδη, τον παρακινεί να λέει με το στόμα του λόγια άπρεπα και βλάσφημα· Κι εκείνος πού βλέπει το πνεύμα αυτό της πλάνης, οργίζεται συχνά κι είναι γεμάτος από θυμό και διόλου δε γνωρίζει την ταπείνωση, μήτε το αληθινό πένθος και τα δάκρυα, αλλά πάντοτε καυχιέται για τα καλά του και κενοδοξεί και χωρίς συστολή και φόβο Θεού βρίσκεται παντοτινά μέσα στα πάθη.
Και τελικά βγαίνει ολότελα από τα λογικά του και φτάνει σε τέλεια απώλεια. Από αύτη την πλάνη είθε να μας γλιτώσει ο Κύριος με τις ευχές σου.
Άλλα τα σημεία της χάρης είναι αυτά· όταν πάει στον άνθρωπο ή χάρη του Παναγίου Πνεύματος, του συνάγει το νου και τον κάνει να είναι προσεκτικός και ταπεινός· του φέρνει την ενθύμηση του θανάτου και των αμαρτημάτων του και της μέλλουσας κρίσεως και της αιώνιας κολάσεως και του κάνει την ψυχή εύκολοκατάνυκτη, να κλαίει και να πενθεί- κάνει και τα μάτια του ήμερα και γεμάτα δάκρυα· και όσο πλησιάζει στον άνθρωπο, τόσο του ημερεύει την ψυχή και την παρηγορεί δια μέσου των αγίων παθών του Κυρίου μας Ιησού Χρίστου και της άπειρης φιλανθρωπίας Του. Και προξενεί στο νου υψηλές και αληθινές θεωρίες· για την ακατανόητη δύναμη του Θεού, πώς μ’ ένα λόγο έφερε τα πάντα από το μη όν στο είναι· για την άπειρη Του δύναμη πού συγκρατεί και κυβερνά τα πάντα κι έχει την πρόνοια όλων για το ακατανόητο της Αγίας Τριάδος και για το ανεξιχνίαστο πέλαγος της θείας ουσίας κλπ. Και όταν αρπαχθεί ο νους του ανθρώπου από εκείνο το θείο φως και φωτιστεί με το φωτισμό της θείας γνώσεως, γίνεται ή καρδιά του γαλήνια και πραότατη και αναβρύζει τους καρπούς του Αγίου Πνεύματος· τη χαρά, την ειρήνη, τη μακροθυμία, την καλοσύνη, τη συμπάθεια, την αγάπη, την ταπείνωση κλπ., και απολαμβάνει ή ψυχή του μία αγαλλίαση απερίγραπτη.»
Ακούγοντας αυτά ο άγιος Γρηγόριος ο Σιναίτης, έμεινε εκστατικός και θαύμαζε για εκείνα πού του έλεγε ο θείος Μάξιμος, και πλέον δεν τον ονόμαζε άνθρωπο αλλά επίγειο άγγελο.
ΠΗΓΗ: ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ . ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ ΙΕΡΩΝ ΝΗΠΤΙΚΩΝ. ΤΟΜΟΣ Ε.

ΤΑ ΠΑΘΗ ΚΑΙ Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥΣ


Βενεδίκτου Ιερομονάχου Αγιορείτου 
ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ
"... Ούτε ακάθαρτος καθρέπτης μπορεί να δεχθή τις αντανακλάσεις των εικόνων, ούτε ψοχή που είναι κατειλημμένη από τις βιοτικές φροντίδες και σκοτισμένη από τα πάθη τον σαρκικού φρονήματος, μπορεί να υποδεχθή τις έλλάμψεις του Άγιου Πνεύματος".
(Μ. Βασιλείου, επιστολή 210, Προς τους λογιωτάτους της Νεοκαισαρείας, ΕΠΕ 3,188)
Γενικά
     Ό αιώνας μας θεωρείται ως αιώνας πού ή τεχνολογία έχει φθάσει σε πολύ μεγάλα ύψη. Παρόλα αυτά όμως ο άνθρωπος, ο εσωτερικός κυρίως άνθρωπος, δεν έχει ειρήνη. Κυριαρχείται από το άγχος. Ψάχνει για την ειρήνη και αυτά πού βρίσκει είναι υποκατάστατα της ειρήνης, Ή ψυχιατρική κατέχει την πρώτη θέση λόγω της ανασφάλειας πού αισθάνεται ο σύγχρονος άνθρωπος, ο άνθρωπος του άγχους και των νευρώσεων.
     Αποτέλεσμα της ανασφάλειας αυτής είναι ή φιλαυτία και ο εγωκεντρισμός του ανθρώπου σε υπερβολικό βαθμό. Είναι πάθη τα όποια αποκόπτουν τον άνθρωπο από τον Θεό,
Στην σημερινή αυτή κατάσταση - αποτέλεσμα της μεγάλης προόδου της τεχνολογίας - ο λόγος των αγίων Πατέρων για τα πάθη και τη θεραπεία τους είναι ιδιαίτερα επίκαιρος.
     Ή διδασκαλία των Πατέρων για τα πάθη και την θεραπεία τους, δεν είναι προϊόν επιστημονικής και ψυχολογικής γνώσεως. Είναι καρπός μιας βαθειάς πνευματικής εμπειρίας πού αποκτήθηκε υστέρα από σκληρούς αγώνες και δοκιμασίες πολλών ετών. Σημειώνει σχετικά ο αββάς Ισαάκ ο Σύρος: "Αξιωθείς μεγάλων αντιλήψεων έκομισάμην έαυτώ πείραν εκ των μακρών χρόνων... Τούτων απάντων εν πείρα γέγονα".
     Οι Πατέρες δεν γράφουν εγχειρίδιο ηθικής. Δείχνουν τον δρόμο και τον τρόπο για να οδηγηθεί ο άνθρωπος με την κάθαρση από τα πάθη, στην απάθεια και την θέωσι.
     Ή αιχμαλωσία του συγχρόνου άνθρωπου στα αισθητά πράγματα και ή ύποδούλωσίς του στα πάθη κλείνουν τον δρόμο για την κοινωνία με τον Θεό.
     Ό άνθρωπος, τονίζουν οι Πατέρες, πρέπει να προχώρηση στην κατά Θεόν ελευθερία. Αυτό γίνεται με την μεταστροφή των παθών σε αγαπητική διάθεση για τον Θεό, ώστε έτσι να μπόρεση να οικειοποιηθεί την σωτηρία και να οδηγηθεί στην θέωση.
Ορισμός και προέλευσης των παθών
     Πάθος είναι ή επανάληψης και σταθεροποίησης μιας ηθικής ασθένειας, μιας αμαρτίας1 π.χ της πλεονεξίας, της μέθης, της ακολασίας.
     Ενώ ένα αμάρτημα είναι μία μεμονωμένη ηθική πτώσης, μία συγκεκριμένη παράβασης του ηθικού νόμου, το πάθος είναι ριζωμένη κατάστασης κακίας, είναι ή κατάληψης της ανθρωπινής ψυχής από την ηθική ασθένεια. Ή αμαρτία έχει γίνει κυρίαρχος της ψυχής. Δεν την προσβάλλει πλέον από έξω. Την έχει υποδουλώσει σε πράγματα και καταστάσεις. Είναι ανίκανη να αντίδραση.
     Είναι το πάθος διαστροφή των ψυχικών δυνάμεων. Παρά φύσι κατάστασις και κίνησις της ψυχής. Και όπως τονίζει ο αγ. Ιωάννης της Κλίμακος, "το πάθος εν τη φύσει ου πέφυκε' ου γαρ εστίν κτίστης παθών ο Θεός". Οντολογικά δηλαδή τα πάθη συνδέονται με την ανυπαρξία, αφού ή ανθρώπινη φύσις δημιουργήθηκε από τον Θεό χωρίς το κακό μέσα της. Και αφού ο Θεός είναι απαθής και ή ψυχή του άνθρωπου "φυσικώς απαθής έστ".
    "Μετά τον θάνατον", θα μας πει ο ί. Χρυσόστομος," και ο των παθών έπεισήλθεν όχλος τη ψυχή".     Δηλαδή τα πάθη δεν είναι φυσική κατάστασις της ψυχής. Εμφανίζονται στον άνθρωπο εκ των υστέρων, μετά την αμαρτία.
Ακόμη τα πάθη είναι ασθένεια της ψυχής, "Τα πάθη αρρώστια εστί της ψυχής. Κακία νόσος εστί της ψυχής".
     Ή ψυχή είναι υγιής όταν δεν έχει πάθη. Υγεία της ψυχής είναι ή αρετή. Ή υγεία προϋπάρχει της ασθενείας. Επομένως ή νόσος ερχε-ται αργότερα. Δεύτερη στην ταξί. Είναι αδύνατον να ύπάρχη μία φύσις πού να είναι συγχρόνως ασθενής και υγιής, "αγαθή και πονηρά". Αναγκαστικά ή μία προηγείται της άλλης.
Ό Μ. Βασίλειος θα μας πει ότι "όταν ή ψυχή βρίσκεται στην φυσική της κατάστασι, ζει στον ουράνιο κόσμο' όταν όμως βρεθεί μακριά από την κατάστασι αυτή, τότε βρίσκεται κάτω". Στην πρώτη περίπτωση είναι απαθής· στην δεύτερη βρίσκεται μέσα στα πάθη.
     Όλα αυτά είναι αντίθετα με την σημερινή άποψη πού επικρατεί στον κόσμο μας, Σήμερα φυσικός θεωρείται ο άνθρωπος πού ικανοποιεί τις όποιες επιθυμίες του. Και αφύσικος εκείνος πού αγωνίζεται να κόψη τα πάθη του. "Θάρθη καιρός, έλεγε ο αγ. Κοσμάς ο Αιτωλός, "πού το άσπρο θα το λένε μαύρο και το μαύρο άσπρο". Ή κακία και τα πάθη δηλαδή θα είναι στο αποκορύφωμα τους,
"Ας επανέλθουμε όμως στο θέμα μας,
Διαίρεσις των παθών
    'Αφού είδαμε τι είναι και πότε εμφανίστηκαν τα πάθη, ας δούμε καί τον χωρισμό τους. Υπάρχουν αρετές σωματικές και ψυχικές. Κατ' αναλογία υπάρχουν και σωματικά και ψυχικά πάθη. Πάθη πού αναφέρονται στο σώμα καί πάθη πού αναφέρονται στην ψυχή.
Σωματικά πάθη είναι ή δίψα, ή πείνα, ό ύπνος, κλ.π. Αυτά είναι τα λεγόμενα αδιάβλητα πάθη. "Ονομάζονται όμως καί ψεκτά, διότι καί ή τροφή είναι φθαρτή καί ό ύπνος δουλεύει για το φθαρτό καί θνητό σώμα, καί ή θνητή γέννησις των παιδιών χαρίζει στον άνθρωπο μαζί με την ύπαρξη καί τη θνητή σάρκα.
     Σωματικά είναι επίσης τα πάθη πού προέρχονται από τις σωματικές αισθήσεις, τα πάθη δηλαδή πού έχουν τις αφορμές τους στο σώμα, όπως ή γαστριμαργία. Ενώ ψυχικά πάθη είναι αυτά πού προέρχονται "εξ αιτίας ψυχικής", όπως ή υπερηφάνεια.
     Υπάρχουν ακόμη τα μικτά ή σύνθετα πάθη. Αυτά προέρχονται από τη συνεργασία ψυχικών καί σωματικών δυνάμεων.
     Ακόμη έχουμε ισχυρά καί ασθενή πάθη. Ισχυρά είναι όσα "ισχυρώς κατά της ψυχής επανίστανται". Καί ασθενή όσα κινούνται "κλεψιμαίω τρόπω".
     Τέλος ανάλογα με τον τρόπο πού πολεμούν τον άνθρωπο υπάρχουν πάθη πού τον προσβάλλουν φανερά καί αλλά πού προξενούν μόνο στενοχώρια καί θλίψη' όπως ή ακηδία, ή λύπη καί ή αμέλεια.
Αποτελέσματα των παθών
     Ή παρουσία των παθών έχει τραγικές συνέπειες στην ανθρώπινη ύπαρξη. α) Τα πάθη αιχμαλωτίζουν καί υποδουλώνουν τον άνθρωπο, ό όποιος χάνει την ελευθερία του καί γίνεται δούλος των παθών, β) Ή ψυχή του ασθενεί. Δεν αισθάνεται τα πνευματικά του χαρίσματα ούτε μπορεί να τα έπιθυμήση. Βέβαια "δεν είναι δυνατόν όλοι να φθάσουν στην απάθεια" μπορούν όμως όλοι να σωθούν, όλοι να συμφιλιωθούν με τον Θεό" (Κλΐμαξ. ΚΣΤ , παρ. νδ ). γ) Τα πάθη στέκονται σαν διάφραγμα καί μεσότοιχος μπροστά στις κρυμμένες αρετές της ψυχής. Καί αν δε γκρεμιστούν αυτά τα τείχη με τις αρετές, δεν μπορούν να φάνουν τα πνευματικά χαρίσματα πού βρίσκονται πίσω από αυτά,
     Καί όπως δεν μπορεί κανείς να βλέπη τον ήλιο όταν υπάρχει ομίχλη, έτσι δεν μπορεί να δη καί το κάλλος της ψυχής όταν αυτό καλύπτεται από την ομίχλη των παθών.
     Τα πάθη είναι σαν κάποια σκληρή ουσία πού εμποδίζει να λειτουργήσουν τα διάφορα πνευματικά χαρίσματα στον άνθρωπο. Έτσι ό άνθρωπος βρίσκεται συνέχεια μέσα στο σκοτάδι καί δεν μπορεί να βγει στη χώρα της ζωής και του φωτός. Ένας φιλάργυρος π.χ. δε γνωρίζει τη χαρά της ελεημοσύνης ούτε ό πόρνος την ηδονή της σωφροσύνης, ούτε ό φιλόκοσμος την χάρη των δακρύων καί του πένθους. Όλοι αυτοί βρίσκονται σαν σε μία νυκτομαχία καί ψηλαφούν το σκότος. Διότι το φως ανήκει στους αγαθούς καί σ' εκείνους πού έχουν καθαρίσει την ψυχή τους από τα πάθη.
δ) Έτσι λοιπόν τα πάθη μας διώχνουν από το φως και την ζωή. Καί επειδή το φως καί ή ζωή είναι ό Χριστός, τα πάθη μας διώχνουν από τον Θεό, πού είναι ή ζωή, καί μας οδηγούν στον θάνατο.
Αίτια, αφορμές καί προέλευσης των παθών
    Από που όμως προέρχονται τα πάθη;
    Τα πάθη όπως μας διδάσκουν οι Πατέρες βλαστάνουν πάνω στο έδαφος των αισθήσεων καί της μνήμης. Οι αισθήσεις καί τα αισθητά πράγματα του κόσμου, ή κατά την ασκητική ορολογία "ό κόσμος", είναι ή κύρια αφορμή δημιουργίας των παθών.
    Συχνά ένα πάθος δημιουργείται από την κακή συνήθεια, από "την εν τω κακω έξιν", πού παραμένει για μεγάλο διάστημα στην ψυχή του ανθρώπου. Μια αντιπάθεια προσωρινή, για παράδειγμα, μπορεί να εξελίχθη στο πάθος της μνησικακίας, αν δεν δοθή ή δέουσα προσοχή. Μία ευτραπελία, σε οργή, θυμό, κ.λ.π.
    Ή συνήθεια, αν ζήτηση κάτι μία φορά, καί δεν ίκανοποιηθή, εξασθενεί καί υποχωρεί. Αν όμως ικανοποιηθεί, εμφανίζεται κατόπιν ισχυρότερη και με μεγαλύτερη απαίτηση.
    Είπαμε ότι τα αισθητά πράγματα είναι κύρια αφορμή για την δημιουργία των παθών.
    Όσο δεν απομακρύνεται ό άνθρωπος από τις αισθητές καταστάσεις είτε σωματικά, με την φυγή, είτε ψυχικά, με την αποστροφή της καρδιάς, δίνει αφορμές στον διάβολο να τον πολεμά από μέσα. Διότι όταν ή ψυχή κυριευθεί από τις φοβερές προσβολές των πραγμάτων του κόσμου, αυτές γίνονται προσκόμματα της ψυχής, πού την οδηγούν εύκολα στην ήττα καί την πτώση.
    Ή άμετρη επιθυμία για τα αισθητά πράγματα του κόσμου, αντί για τον πόθο της αληθινής αγάπης για τον Θεό, οδηγεί στην παράλογη αγάπη των πραγμάτων του κόσμου" ή και στην υπερβολική αγάπη του εαυτού μας, δηλαδή στην φιλαυτία. Ό άνθρωπος συναρπάζεται από τα αισθητά πράγματα καί δε σκέφτεται ούτε ενδιαφέρεται για τίποτε άλλο.
    Χρειάζεται σκληρός αγώνας για την απομάκρυνση καί την απαλλαγή από τα πάθη. Καί ό αγώνας αυτός πρέπει να είναι εκούσιος καί συνεχής. Διότι οποίος δεν απομακρύνει τον εαυτό του από τα αισθητά πράγματα, τα όποια αποτελούν τις αιτίες των παθών, έλκεται καί σύρεται από την αμαρτία χωρίς την θέληση του. "Ό μη μακρύνων εαυτόν εκουσίως από των αίτιων των παθών, ακουσίως υπό της αμαρτίας άνθέλκεται".
    Τα αισθητά πράγματα, τα όποια είναι τα βασικά αίτια της αμαρτίας καί των περισσοτέρων παθών, είναι: Ό οίνος, οι γυναίκες, ό πλούτος καί ή ευεξία του σώματος.
    Από τα τέσσαρα αυτά αίτία προέρχονται ή γαστριμαργία, ή πορνεία καί όλα τα σαρκικά πάθη, ή φιλαργυρία, ή πλεονεξία, καί τέλος ή φιλοσωματία καί ή φιληδονία. Αυτά με τη σειρά τους αποτελούν τις αίτιες ενός πλήθους άλλων παθών.
    Γι' αυτό ό άνθρωπος πρέπει να αγωνίζεται καί να μην είναι προσκολλημένος σε αυτά. Τότε θα κατορθώσει "νίκη χωρίς αγώνα". "Αν όμως αδιαφορήσει καί δεχθεί μέσα του τις προσβολές των αισθητών πραγμάτων, τότε αναγκάζεται να πολεμήσει διακινδυνεύοντας την πνευματική του ελευθερία.
    Όταν ή καρδιά είναι ζωντανή από την παρουσία του Θεού, τότε οι αισθήσεις ταπεινώνονται" όταν όμως οι αισθήσεις διεγείρονται, τότε ή καρδιά νεκρώνεται.
    Ιδιαίτερα οι Πατέρες αναφέρουν ως αιτία των παθών την ανάπαυση του σώματος. Ό ί. Χρυσόστομος θεωρεί την σωματική ανάπαυση καί γενικά την άνεση καί την καλοπέραση ως την χειρότερη μορφή πολέμου. Διότι οί σωματικές απολαύσεις είναι αίτια πολλών παθών.
    Όσο περισσότερο αγαπά ό άνθρωπος την σωματική ανάπαυση, τόσο περισσότερο παραχωρεί τόπο στα πάθη. "Αν οι αρετές γεννιώνται από την θλίψη καί τη στενοχώρια, τα πάθη γεννιώνται από την ανάπαυση, την καλοπέραση μας.
    Οι σωματικές απολαύσεις καί ηδονές όχι μόνον ενισχύουν τα πάθη, αλλά ξεριζώνουν καί την μικρότερη αντίσταση της ψυχής στα πάθη. Ιδιαίτερα ή σωματική περιποίησης βοηθά τον άνθρωπο να απόκτηση τα πάθη της νεότητος, δηλαδή τα σαρκικά πάθη.
    Ή χαρά πού δεν προέρχεται από την αρετή καί γι' αυτό δημιουργεί διάφορες παράλογες καταστάσεις, δημιουργεί διάφορα πάθη.
    Ακόμη ή μνήμη καί ή φαντασία γίνονται με τον δικό τους τρόπο αφορμές παθών. Για να δημιουργηθεί το πάθος ό νους την πρώτη ύλη θα την πάρει από την μνήμη. Ή μνήμη πολλές φορές δίνει τις πρώτες παραστάσεις για την συγκρότηση των παθών.
    Ό άνθρωπος δεν έρχεται σε επαφή με τα πράγματα του κόσμου μόνο με τις αισθήσεις, αλλά και με την μνήμη των πραγμάτων του κόσμου πού ακούει καί βλέπει. Με την μνήμη καί την φαντασία πολλές φορές o άνθρωπος στρέφεται στα πράγματα του κόσμου και αιχμαλωτίζεται από τα πάθη.
    Την φαντασία χρησιμοποιεί ό διάβολος για να προσβάλλει όσους βρίσκονται μακριά από τις αφορμές καί τις αίτιες των παθών "γαργαλίζων αυτούς, κινήσεις κινών εν αϋτοίς, του διαλογίζεσθαι αυτούς εν τοις αίσχροίς λογισμοίς καί συγκατατίθεσθαι και γενέσθαι υπευθύνους".
    Ό όσιος Νείλος θα μας πή ότι οι προσβολές αρχίζουν από των "ευτελών φαντασιών". Στην αρχή παρουσιάζονται σαν μυρμήγκια, Αργότερα επιτίθενται σαν λιοντάρια. Αυτός λοιπόν πού αγωνίζεται πρέπει να παλεύη με τα πάθη τότε που είναι σαν μυρμήγκια' διότι όταν γίνωνται σαν λιοντάρια δύσκολα καταβάλλονται.
Λογισμοί καί πάθη
    Ό πυρήνας κάθε πάθους βρίσκεται κυρίως στον εμπαθή λογισμό. Ή ύπαρξης του λογισμού 8εν αποτελεί πάθος. Ούτε ό άνθρωπος ευθύνεται για την προσβολή ιών λογισμών, Ή ευθύνη του αρχίζει από την συγκατάθεση καί την αποδοχή των λογισμών. 'Όταν ό άνθρωπος συγκατατεθώ στον εμπαθή λογισμό, θεωρώντας τον ως ωφέλιμο και τον διατήρηση μέσα του για αρκετό χρονικό διάστημα, τότε οδηγείται καί στην απόκτηση του αντίστοιχου πάθους. Για παράδειγμα 'Υπερηφάνεια δεν είναι ένας απλός λογισμός ύπερηφανείας πού πέρασε καί έφυγε, άλλα ή κατάστασης εκείνη πού παραμένει στον άνθρωπο ό εμμένων λογισμός,
    Μία από τις αίτιες των παθών είναι ό μετεωρισμός της διάνοιας. Κατά τον Μ. Βασίλειο προέρχεται από την λήθη της μνήμης της παρουσίας του θεού. 'Όπως λέγει ο αββάς Ισαάκ ό Σύρος, μετεωρισμός είναι ό διασκορπισμοί: του νου από την παρουσία των πολλών λογισμών. Καί όπως δεν υπάρχουν παιδιά χωρίς μητέρα, έτσι δεν υπάρχουν πάθη χωρίς τον μετεωρισμό της διανοίας. Από αυτόν προέρχεται η ακηδία και ή πνευματική ψυχρότητα.
    Υπάρχει καί ο σωματικός μετεωρισμός. Είναι ή περιφορά από τόπο σε τόπο, οι άτοπες συναναστροφές πού οδηγούν σε πτώσεις" ό σκανδαλίσμός των οφθαλμών με αποτέλεσμα την πύρωση της σάρκας καί εύκολες πτώσεις του νου. Ακολουθεί ή ψυχρότητα για οποιαδήποτε πνευματική εργασία καί σιγά - σιγά ή χαλαρότητα σε όλη την πνευματική ζωή, Ακόμη στο τέλος μερικά πάθη πού είχαν νεκρωθή, αρχίζουν πάλι να διεγείρωνται καί να ερεθίζουν την ψυχή.
Οι δαίμονες δημιουργοί των παθών
    Κύριοι δημιουργοί των παθών όμως είναι οι δαίμονες. Ό άνθρωπος βρίσκεται συνέχεια κάτω από την επιρροή των δαιμόνων πού προσπαθούν με κάθε μέσο να τον ρίξουν στην αμαρτία καί τα πάθη. Με τους λογισμούς επιτίθενται στον ανθρώπινο νου καί εισέρχονται στην ψυχή του με σκοπό να τον καταποντίσουν στην θάλασσα των παθών.
    Δεν επιτίθενται σε όλους με τον ίδιο τρόπο καί τα ίδια μέσα. Ανάλογα με την πνευματική κατάσταση μεταχειρίζονται διάφορα όπλα και διαφορετικό τρόπο πολέμου. Έναν μοναχό ποτέ δε θα τον πολεμήσουν κατ' ευθείαν με το λογισμό της πορνείας. Πρώτα θα τον πολεμήσουν με την κενοδοξία. Κατόπιν με την κατάκρισι και υστέρα θα αρχίσουν οι σαρκικοί πειρασμοί καί πορνικοί πόλεμοι.
    Παρά τον μανιώδη τρόπο όμως με τον οποίο ό διάβολος πολεμά τον άνθρωπο, ή τελική έκβασης του αγώνος εναπόκειται στην ελεύθερη θέληση του ανθρώπου.
    Ό διάβολος πολεμάει με πονηρία καί επιμονή την ψυχή του ανθρώπου. Δεν έχει όμως τη δύναμη καί το δικαίωμα να άσκηση βία. Υποβάλλει, αλλά δεν επιβάλλει. Ή τελική έκβαση της μάχης εξαρτάται από τόν ίδιο τον άνθρωπο.
Τα πάθη μεταξύ τους
    Τα πάθη συνδέονται στενά μεταξύ τους. Είναι μία αλυσίδα. Το ένα. προέρχεται από τι άλλο. Ό αγ. Ιωάννης της Κλίμακας πολλές φορές χρησιμοποιεί τους όρους μητέρες των παθών καί θυγατέρες των παθών. Την υπερηφάνεια λ,χ, ακολουθεί πολλές φορές ή πορνεία και την οίηση ή πλάνη.
    Ό μικρόψυχος καί δειλός άνθρωπος πάσχει από δύο πάθη: την φιλοσωματία καί την ολιγοψυχία, Ή φιλοσωματία είναι σημείο της απιστίας, καί ή ολιγοπιστία μητέρα της κολάσεως που γεννά την ακηδία.
    Πολλές φορές το ένα πάθος δίνει τόπο στο άλλο, Στην Κλίμακα του ό αγ. Ιωάννης ο Σιναΐτης αναφέρει το έξης: Είδα κάποιον μοναχό πού μέσα στην εκκλησία πολεμήθηκε από τον δαίμονα της ακηδίας πού τον έριξε στον ύπνο. Ξαφνικά βλέπω τον δαίμονα της κενοδοξίας να διώχνει τον δαίμονα της ακηδίας καί να στέλνει τον μοναχό στο ψαλτήριο. Καί ενώ πρώτα νύσταζε, τώρα ήταν καλλίφωνος. Και απόρησα καί είπα" Ποιος δαίμονας είναι δυνατότερος;
    Πολλές φορές ακόμη και ή συναναστροφή με εμπαθή άνθρωπο μπορεί να μας οδήγηση στην εμπάθεια. Γι* αυτό καί τονίζουν οι Πατέρες; "Κρεΐσσον λέοντι συνοικεΐν ή άνθρώπω υπερηφάνω". Ύπερηφάνω μη συνοίκησης δια να μην άφαιρεθη από πάνω σου ή ενέργεια του Αγίου Πνεύματος.
    Ή αλληλεγγύη μεταξύ των παθών είναι μεγάλη. Άλλα και ό αριθμός των παθών αρκετά μεγάλος. Ό όσιος Πέτρος ό Δαμασκηνός αναφέρει στην Φιλοκαλλία 275 περίπου πάθη. Τα κυριώτερα όμως, αϊ ρίζες όλων των παθών είναι α) φιληδονία, β) ή φιλοδοξία καί γ) ή φιλαργυρία.
Φιλαυτία, γαστριμαργία, πορνεία.
    Ή φιληδονία προέρχεται από την φιλαυτία, ή όποια αποτελεί απαρχή όλων των παθών. Φιλαυτία είναι ή υπερβολική αγάπη του εαυτού μας. Όταν ό άνθρωπος δε σκέπτεται το Θεό, αλλά μόνο τον εαυτό του, τότε γίνεται φίλαυτος.
    Το πρώτο πάθος πού προέρχεται από την φιλαυτία είναι ή γαστριμαργία. Γαστριμαργία είναι ή άλογη χρήση τροφής. Ή ύπερπλησμονή της γαστρός με αποτέλεσμα ό νους να μένη αργός. Διότι "παχεϊα γαστήρ λεπτόν νόαν ου τίκτει". Γιατί; Διότι ή γαστριμαργία προκαλεί ζάλη στο κεφάλι καί βάρος στο σώμα μαζί με ατονία. Έτσι ό άνθρωπος εγκαταλείπει το πνευματικό του έργο, επειδή έρχεται σε αυτόν ή οκνηρία. Ακολουθεί ή πνευματική σκότωσις και πνευματική ψυχρότητα της διανοίας, ό μετεωρισμός των λογισμών καί ή ταραχή την ώρα της προσευχής. Τα μέλη του σώματος παραλύουν καί ό άνθρωπος βρίσκεται "πεπλησμένος χαυνώσεως". Ό νους γίνεται αδιάκριτος καί περιέρχεται "όλην την γην". Φαντασίες αισχρές καί άτοπες εικόνες μολύνουν ακόμη και το σώμα στον ύπνο. Οι πονηροί λογισμοί βρίσκονται στο αποκορύφωμα τους. Έτσι μπορεί κανείς να καταλάβη τον λόγο για τον όποιον ό άγ. Ιωάννης της Κλίμακος μετά τον λόγο για την γαστριμαργία τοποθετεί τον περί πορνείας λόγο. Διότι νομίζω, λέγει, ή πρώτη είναι μητέρα της δεύτερης.
    Καθώς λοιπόν το σύννεφο σκεπάζει το φως της σελήνης, έτσι καί οι ατμοί της χορτασμένης κοιλίας, οι αναθυμιάσεις των φαγητών καί των ποτών διώχνουν από την ψυχή την σοφία του Θεού. Καί όπως ή ομίχλη σκοτίζει την ατμόσφαιρα, έτσι καί ή γαστριμαργία τον φιλόθεο νου. Και όταν κανείς δεν έχει καθαρό νου, δεν μπορεί να ασχοληθεί με πνευματικά πράγματα. Όπως ακριβώς είναι λάθος μία πόρνη να ομιλεί περί σωφροσύνης.
Καί όπως από τη νηστεία προέρχεται ή σωφροσύνη, έτσι από τη γαστριμαργία προέρχεται ή πορνεία καί οι διάφορες σαρκικές κινήσεις. Από αυτές μολύνονται οι λογισμοί καί από την εμπαθή πύρωση των μελών του σώματος χάνεται ή σωφροσύνη. Εμπαθείς είναι οι κινήσεις πού δημιουργούνται στον άνθρωπο, όταν αυτός συναρπάζεται από τα αισθητά πράγματα, από τα πολλά φαγητά και ποτά, τα άπρεπη θεάματα, τα όποια ανάβουν την φλόγα των σαρκικών επιθυμιών.
Άλλα πάθη
    Με την πορνεία συνδέεται ή υπερηφάνεια. Συχνά μάλιστα ακολουθεί την υπερηφάνεια.
    Καί όταν λέμε υπερηφάνεια εννοούμε μία μόνιμη κατάσταση υπεροψίας μέσα στον άνθρωπο. Τον μοναχό τον προσβάλλει υστέρα από πολύ καιρό μόχθου καί αγώνα αφαιρώντας του έτσι την πνευματική εργασία της ψυχής.
Ό Μ. Βασίλειος θα μας πει ότι είναι αμάρτημα το όποιο καί μόνο του είναι αρκετό "έχθραν ποιήσαι εις Θεόν". Τα δε αίτια τα όποια το προκαλούν είναι: τα χρήματα, οίκων μεγέθη, τα αξιώματα, ή σωματική δύναμης και εύμορφία, ή ανθρωπινή σοφία καί ή φρόνησης.
    Τα δε αποτελέσματα είναι: Ή πορνεία, ή αγνοία καί ό σκοτασμός της ψυχής του ανθρώπου. Διώχνει από την ψυχή του ανθρώπου την ενέργεια του Αγ. Πνεύματος και την μετατρέπει σε κατοικητήριο κάθε πονηρού πάθους.
Καταστροφικό πάθος για τον άνθρωπο έκτός από την υπερηφάνεια είναι ή πολυλογία, ό φθόνος, ή μνησικακία, κ.λ.π.
    Ή πολυλογία ψυχραίνει την πνευματική φωτιά πού ανάβει στην ψυχή μας το Αγ. Πνεύμα.
    Ό θυμός ό όποιος είναι μέθη της ψυχής καί την κάνει "έκφρονα", δηλαδή, εκτός εαυτής, κάνει τον άνθρωπο "ιοβόλον θηρίον", χειρότερο από τον δαιμονισμένο καί εμποδίζει την καρδιά του ανθρώπου να γνωρίσει τα μυστήρια του Θεού.
    Ό φθόνος είναι έργο του διαβόλου, "εχθρού έπισπορά, άρραβών κολάσεως, έμπόδιον ευσέβειας, στέρησις βασιλείας". Είναι ακόμη φθορά της ζωής, καί διδάσκαλος θεομαχίας, κατά τον Μέγα Βασίλειο. Όποιος έχει μέσα του τον φθόνο, έχει μέσα του τον διάβολο.
    Ή μνησικακία, τέλος, προέρχεται από την ανθρώπινη δόξα. Τα δώρα του Θεού είναι αμετάκλητα. Ή μνησικακία όμως γίνεται αιτία να χάσουμε καί της δωρεές του Θεού. Παράδειγμα ο οφειλέτης των μυρίων ταλάντων. Καί όπως εκείνος πού σπέρνει στα αγκάθια τίποτε δεν μπορεί να κερδίσει, έτσι καί ό μνησίκακος δεν έχει κανένα όφελος από την πνευματική ζωή.
Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΩΝ ΠΑΘΩΝ
   Όπως είδαμε τα πάθη είναι ασθένεια της ψυχής. Αιχμαλωτίζουν τον άνθρωπο, διώχνουν την χάρη του Θεού από πάνω του, τον απομακρύνουν από τον Θεό και καθιστούν ανέφικτη τη σωτηρία του.
Για να σωθεί ό άνθρωπος, για να φθάσει στην θέωση, πρέπει να καθαρισθεί από τα πάθη. Ή κάθαρσης αυτή από τα πάθη συνιστά την υγεία της ψυχής.
    Χωρίς την κάθαρση από τα πάθη ή ψυχή δεν θεραπεύεται από την αμαρτία, ούτε αποκτά την δόξα πού έχασε με την παράβαση καί την πτώση.
    Ή κάθαρσης βέβαια είναι έργο της θείας χάριτος, χρειάζεται όμως καί την ανθρωπινή συνεργασία για να πραγματοποιηθεί. Ό άνθρωπος προσφέρει την θέληση του καί ό Θεός τη χάρη Του. Όλα μέσα στην Εκκλησία είναι αποτέλεσμα αυτής της χάριτος καί της ελευθερίας του ανθρώπου. Διότι όλα είναι θεία καί ανθρώπινα μαζί.
Τότε ό άνθρωπος ελευθερώνεται τελείως από τα πάθη, "όταν ό Θεός επινεύσει". Γι' αυτό και ό άνθρωπος πρέπει να παρακαλεί τον Θεό να αφαίρεση το σκέπασμα των παθών πού καλύπτει την ψυχή του. Ό Θεός σέβεται απόλυτα την ελευθερία του ανθρώπου καί βοηθά τον άνθρωπο ανάλογα με την προσευχή του.
Τρόποι καί μέσα θεραπείας
    Βασική προϋπόθεσης για να ξεκινήσει ό άνθρωπος τον αγώνα για την κάθαρση των παθών είναι το να γνωρίσει καλά το πάθος του. "Αν δεν το γνωρίσει δεν μπορεί να το θεραπεύσει. Αυτός πού αξιώθηκε να δη τον εαυτό του καί να γνωρίσει τα πάθη του θεωρείται ανώτερος του "άξιωθέντος ίδείν αγγέλους".
    Ή ησυχία προσφέρει μεγάλη βοήθεια στον άνθρωπο για να γνωρίσει τα πάθη του. Είναι "αρχή καθάρσεως των παθών".
    Την επίγνωση των αμαρτιών καί των παθών ακολουθεί ή μετάνοια. Με την μετάνοια ό άνθρωπος έρχεται στο χώρο της ελευθερίας των τέκνων της δόξης του Θεού. Μετάνοια δεν είναι μία παροδική συντριβή από την συναίσθηση διαπράξεως κάποιας αμαρτίας, αλλά μία μόνιμη πνευματική κατάστασης, πού σημαίνει σταθερή κατεύθυνση του άνθρωπου προς τον Θεό. Είναι ή δυναμική μετάβασης του ανθρώπου από το παρά φύσιν εις το κατά φύσιν. Από την περιοχή της αμαρτίας στο χώρο της αρετής" αποστροφή για την αμαρτία, επιστροφή στο Θεό. Καί όπως τονίζει ό αγ. Γρηγόριος ό Παλαμάς "μετάνοια εστί το μισήσαι την άμαρτΐαν καί άγαπήσαι την άρετήν έκκλϊναι από του κάκου καί ποιήσαι το αγαθόν".
Χωρίς την μετάνοια δεν ωφελεί ούτε ή πίστης.
    Ή μετάνοια γεννιέται στην καρδιά του άνθρωπου από την πίστη καί τον φόβο του Θεού. Ο αββάς Ισαάκ ό Σύρος παρομοιάζει την μετάνοια με πλοίο. Καί όπως δεν μπορεί κάποιος να πέραση την θάλασσα χωρίς πλοίο, έτσι δεν μπορεί καί κάποιος χωρίς την μετάνοια καί τον φόβο του Θεού να πέραση την ακάθαρτη θάλασσα των αμαρτιών καί των παθών καί να φθάση στην αγάπη του Θεού. Αυτήν την θάλασσα μπορεί να την πέραση ό άνθρωπος μόνο με το πλοίο της μετανοίας το όποιο έχει για κωπηλάτες τον φόβο του Θεού. "Αν οι κωπηλάτες δεν κυβερνούν καλά το πλοίο, ό άνθρωπος καταποντίζεται στην θάλασσα των παθών καί δεν φθάνει ποτέ στο θεϊκό λιμάνι της αγάπης του Θεού.
    Ό θείος φόβος εξ άλλου είναι αυτός πού προφυλάσσει τον άνθρωπο από τον χειμώνα των παθών, για να μη χαθεί ό καρπός του αγώνα του, τον όποιον έχει αποκτήσει σε όλη του τη ζωή με κόπο καί μόχθο.
    Ή μετάνοια βέβαια έχει καί ορισμένες εκδηλώσεις, απτές αποδείξεις θα λέγαμε, πού στην πατερική ορολογία ονομάζονται "καρποί μετανοίας". Όλα αυτά φυσικά προκαλούν την κάθαρση της ανθρώπινης ψυχής από τα πάθη.
Πρώτος καρπός της μετανοίας είναι ή εξομολόγησης. Σ' αυτήν ολοκληρώνεται ή μετάνοια. Προϋπόθεσης της εξομολογήσεως και της μετανοίας είναι ή επίγνωσης των αμαρτημάτων καί το ταπεινό φρόνημα. "Αν ό άνθρωπος δε γνωρίσει τα πάθη καί τις αμαρτίες του καί δεν ταπεινωθεί, ή εξομολόγηση του είναι ανώφελη. Ή εξομολόγησης είναι έκφρασης ταπεινής καρδιάς. Όταν ή καρδιά σκληρυνθεί τότε ό άνθρωπος δεν ομολογεί ότι είναι αιτία των παθών καί των αμαρτιών του ό ίδιος, αλλά προφασίζεται καί αιτιάται τους ανθρώπους ή τους δαίμονες ή καί ακόμη αυτόν τον ίδιο το Θεό. Ή σωστή εξομολόγησης φέρνει στην καρδιά του ανθρώπου κατάνυξη, ή οποία είναι απόρροια της αισχύνης αλλά και της παρηγοριάς που ακολουθεί την επίγνωση καί την ομολογία των αμαρτιών καί την αποδοχή της ευθύνης γι' αυτά.
    Οι ιερείς συγχωρούν τις αμαρτίες των εξομολογούμενων καί οι έμπειροι πνευματικοί θεραπεύουν τα ανθρώπινα πάθη. Γι' αυτό καί πρέπει οι πνευματικοί πατέρες να είναι υγιείς, "κεκαθαρμένοι" από τα πάθη για να μπορέσουν να θεραπεύσουν σωστά, αλλά καί για να αποφευχθεί κάθε ενδεχόμενο να πέσουν οι ίδιοι σε "μιαρά καί βδελυκτά πάθη".
    Στο μυστήριο βλέπει ό άνθρωπος την μοναδική, την απόλυτη, την όντως καθαρότητα, τον Θεό, καί ταυτόχρονα συνειδητοποιεί την δική του μολυσμένη καί ακάθαρτη ύπαρξη καί αμέσως σπεύδει να την καθαρίσει με την έξομολόγησί πού μοιάζει με το καθάρισμα του αγρού. Όπως το άροτρο καθαρίζει την γη από τα αγκάθια καί τα τριβόλια, έτσι καί ή εξομολόγησης ανασκάβει καί αποβάλλει από την ανθρώπινη καρδιά όλα τα πάθη πού κρύβονται μέσα της, την ετοιμάζει να υποδεχθεί τον ιερό σκοπό της χάριτος καί την βοηθεί να γίνει κατάλληλη για την καλλιέργεια καί την ευφορία των αρετών.
    Με την μετάνοια καί την εξομολόγηση συνδέονται τρεις ακόμη πνευματικές αρετές: Το πένθος, τα δάκρυα καί ή αυτογνωσία. Καί οι τρεις αρετές αυτές βοηθούν σημαντικά στην κάθαρση από τα πάθη. Με το πένθος καί τα δάκρυα φθάνει κανείς στην πεδιάδα "της καθαρότητος της ψυχής". Το πένθος καί τα δάκρυα είναι αυτά πού θανατώνουν εύκολα τα πάθη" ή ψυχή δέχεται την ειρήνη των λογισμών καί ανυψώνεται στην καθαρότητα του νου.
Ιδιαίτερα το πένθος καί ή λύπη καταπολεμούν το πάθος της βλασφημίας, ενώ ή αυτομεμψία τους λογισμούς της υπερηφάνειας. Γι' αυτό καί ό αββάς Ισαάκ ό Σύρος συμβουλεύει: "Όταν έλθει σοι λογισμός της υπερηφάνειας -ότι έφθασες σε κάποια πνευματικά μέτρα - ειπέ' γέρων βλέπε την πορνείαν σου". Γι' αυτό τονίζει, πρέπει να παρακαλάμε τον Θεό να μας δώσει αυτό το χάρισμα. "Αν μας το δώσει "ου μη άρθή άφ' ημών ή καθαρότης έως της εξόδου ημών εκ του βίου τούτου".
    Ό αγ. Γρηγόριος ό Παλαμάς ακολουθώντας την γνήσια εκκλησιαστική παράδοση, κρίνει αναγκαία την υπακοή σε πνευματικό πατέρα, στον όποιο καί πρέπει ό χριστιανός "να έξαγγέλλη τα πονηρά πάθη της ψυχής" καί να δέχεται την "πνευματικήν ιατρείαν".
    Ή σύνδεσης με πνευματικό πατέρα είναι απαραίτητη για την πνευματική μας τελείωση. Χωρίς την υπακοή στο πνευματικό μας πατέρα δεν είναι δυνατή καί ή υπακοή μας στον Κύριο. Καί χωρίς υπακοή δεν μπορεί να ύπαρξη πνευματική πρόοδος καί διαφύλαξης από τον εγωισμό καί την πλάνη. Μάλιστα στα μοναστήρια υπάρχει το σύνθημα" "Υπακοή = ζωή, παρακοή = θάνατος".
    Ό αγώνας για την κάθαρση από τα πάθη χρειάζεται φροντίδα και προσοχή. Πρέπει να γίνεται με σύνεση καί απαραίτητη γνώση καί "ουχί εν παιγνίω, αλλά τεχνικώς". Με επίγνωση των κανόνων, αλλά καί των δυσκολιών. Δεν θεραπεύονται με το ίδιο φάρμακο όλες οι σωματικές ασθένειες. Το ί'διο καί οι πνευματικές. "Πάν άρρώστημα τοις οικείοι φαρμάκοις θεραπεύεται".
    Είναι σημαντικό να πολεμά κανείς το πάθος καί να το ξεριζώσει όσο ακόμη είναι μικρό καί τρυφερό. "Αν "πλατυνθη καί περκάση", είναι πολύ δύσκολο να ξεριζωθεί. Όταν είναι μικρά τα πάθη μοιάζουν με σκύλους πού είναι σε κρεοπωλεία καί απομακρύνονται μόνον με την φωνή' όταν όμως μεγαλώσουν γίνονται λιοντάρια ασυγκράτητα καί επικίνδυνα.
    Ό αγώνας αυτός ακόμη χρειάζεται επιμονή καί σταθερότητα. Θεωρείται αναγκαία ή καθημερινή προσπάθεια για το ξερρίζωμα των παθών. Ενώ ή αμέλεια καί ή ραθυμία έχουν ως αποτέλεσμα την αύξηση των παθών στην καρδιά του ανθρώπου. Καί ή πιο μικρή πνευματική έργασία που γίνεται σταθερά και καθημερινά, έχει μεγάλη δύναμη καί μπορεί να απαλύνει την σκληρότητα των παθών. Γι' αυτό χρειάζεται πρόγραμμα. Όπως δεν μπορεί να λειτουργήσει κάποια υπηρεσία χωρίς πρόγραμμα, έτσι καί ό πνευματικός αγώνας δεν γίνεται ή δε λειτουργεί σωστά χωρίς πρόγραμμα. Χρειάζεται επιμονή καί σταθερότητα μέχρι θανάτου.
    Πρέπει ακόμη ό άνθρωπος να αποφεύγει τις αίτιες των παθών Ή απομάκρυνσης αυτή δεν έχει μόνο προληπτικό, αλλά καί θεραπευτικό χαρακτήρα. Βοήθα τον άνθρωπο στον αγώνα κατά της καθάρσεως των παθών. Όταν ή επιθυμία βρίσκεται δίπλα στον άνθρωπο, τότε δύσκολα νικάται το πάθος. Ό αγώνας του είναι διπλός" εσωτερικός καί εξωτερικός. Για παράδειγμα, για να πολεμηθεί το πάθος της πορνείας ισχυρό όπλο είναι "το άπέχεσθαι εκ της θέας του προσώπου". Έτσι κλείνεται το εξωτερικό μέτωπο καί μένει μόνον το εσωτερικό.
    Για να μπόρεση ό άνθρωπος να απομακρυνθεί καί να θεραπευθεί από τα πάθη του, πολύ βοηθητικά είναι ακόμη δύο πράγματα: Ή ησυχία καί ή έρημος. Λέγοντας έρημο οι πατέρες, δεν εννοούν μόνο την σωματική απομάκρυνση από τον κόσμο, όσο κυρίως την εσωτερική απομάκρυνση από τα πράγματα του κόσμου. Είναι απαραίτητο να αγωνίζεται κανείς "οπού δ' αν ή" για να ξερριζώση τα πάθη από την ψυχή του.
Ή τήρησης των εντολών καί οι αρετές.
    Ή κάθαρσης των παθών είναι τήρησης των εντολών του Θεού. Σκοπός των εντολών είναι ή καθαρότητα της καρδιάς. Ό,τι σκοπό έχουν τα φάρμακα για το ασθενικό σώμα, τον ίδιο σκοπό έχουν καί οι εντολές του Θεού για την άρρωστη από τα πάθη ψυχή. Ή αμαρτία μπήκε μέσα μας με την παράβαση των εντολών. Γι' αυτό δεν πρέπει κανείς να ελπίζει στην κάθαρση της ψυχής χωρίς την τήρηση των εντολών.
    Ή εργασία των εντολών είναι αυτή πού θεραπεύει καί δυναμώνει την ασθενή ψυχή, την ανακαινίζει καί την έξαγιάζει.
    Ή σημαντικότερη όμως ωφέλεια πού προκύπτει από την τήρηση των εντολών είναι ότι με αυτήν βοηθείται ό άνθρωπος στην απόκτηση των αρετών. Κάθε πάθος καταβάλλεται καί καταπολεμείται με την αντίστοιχη αρετή.
Ή απόκτησης των αρετών γίνεται σταδιακά, διότι ή μία αρετή εξαρτάται από την άλλη. Υπάρχουν σωματικές αρετές, όπως ή ελεημοσύνη, ή νηστεία, ή αγρυπνία καί ψυχικές αρετές, όπως ή αγάπη προς τον πλησίον, ή ταπεινοφροσύνη, ή αυτομεμψία, καί όσες εκτελούνται από την ψυχή. Ή σωματική αρετή καθαρίζει το σώμα από την ύλη των παθών, ενώ ή ψυχική αρετή φέρνει ταπείνωση στην ψυχή καί την καθαρίζει από τους μάταιους λογισμούς.
    Την σημαντικότερη λοιπόν βοήθεια στον αγώνα εναντίον των παθών την προσφέρουν οι αρετές. Καί ή ενθύμηση μόνον ενός αγίου ανθρώπου βοηθάει πολύ στον αγώνα.
Δύο από τις σημαντικότερες αρετές είναι ή πίστης καί ή ταπείνωσης.
    Ή πίστης αποτελεί το φως της διανοίας, το όποιο διώχνει το σκοτάδι των παθών. Χωρίς την πίστη ό νους του άνθρωπου είναι διασκορπι σμένος στα πράγματα του κόσμου. Με την πίστη συγκεντρώνεται καί βρίσκει την ειρήνη καί την γαλήνη των λογισμών.
    Σημαντική είπαμε ότι είναι ή προσφορά της ταπεινώσεως στον αγώνα κατά των παθών. Αυτός πού απέκτησε την ταπείνωση στην καρδιά του έγινε νεκρός για τον κόσμο. Καί αυτός πού νεκρώθηκε για τον κόσμο νίκησε καί τα πάθη. Όποιος έχει ταπείνωση εξουσιάζει τα πάθη χωρίς κόπο. Γι' αυτό καί τονίζει ό αγ. Ιωάννης της Κλίμακος: "Ουκ ήγρύπνησα, ουκ ένήστευσα, άλλ' έταπεινώθην καί έσωσε με Κύριος". Στην πορεία της αυθεντικής πνευματικής ζωής προηγείται ή ταπείνωσης καί ακολουθούν τα έργα.
Ή Άσκησης
    Την κορύφωση του αγώνα για την κάθαρση από τα πάθη αποτελεί ή άσκησης. Ή χριστιανική ζωή είναι μία ζωή ασκήσεως. "Αν θέλεις να γίνει ή καρδιά σου τόπος των μυστηρίων του καινού αιώνος, πρώτα θησαύρισε σωματικά έργα, νηστεία, αγρυπνία, προσευχή, μελέτη των Γραφών καί με αυτά άγωνίζου εναντίον των παθών.
Πρέπει κάποιος να άρχίση από την νηστεία πού είναι φίλος της σωφροσύνης, ενώ ή γαστριμαργία είναι ή αρχή των κακών. Ή νηστεία είναι ή αρχή της όδοΰ του χριστιανισμού. Ακόμη είναι ή μητέρα της προσευχής.
Προσευχή καί νηστεία αποτελούν δύο Ισχυρά όπλα στον αγώνα μας εναντίον των παθών. Ή προσευχή, και μάλιστα ή μονό λογιστή ευχή, το "Κύριε, Ιησού Χριστέ, ελέησον με" είναι ό πιο βέβαιος φύλακας του νου, πού διασκορπίζει τα νέφη των παθών από την ψυχή του άνθρωπου.
    Αν το πρώτο πάθος είναι ή φιλαυτία, τότε ή πρώτη αρετή είναι ή περιφρόνησης της αναπαύσεως. Ή σωματική ανάπαυσης καί ή αργία καταστρέφουν την ψυχή του ανθρώπου, ενώ ό κόπος καί οι δυσκολίες την καθαρίζουν από τα πάθη. Μαζί με την σωματική άσκηση απαραίτητη είναι καί ή αυτοσυγκέντρωσης για να γνωρίσει κανείς τα κρυμμένα πάθη του. Όταν ό άνθρωπος βρίσκεται αντιμέτωπος με τα όσα προκαλούν την άνεση καί την ανάπαυση, αναγκαστικά βρίσκεται αντιμέτωπος με τις ανάλογες επιθυμίες πού γεννιούνται από αυτά. Πρέπει λοιπόν να απομακρυνθεί από τις αιτίες της αναπαύσεως για να μπόρεση να καθαρισθεί από τα πάθη.
Άλλες πνευματικές εργασίες
    Εκείνα πού μας βοηθούν ακόμη στο έργο μας αυτό είναι ή μνήμη του θανάτου, ή ελεημοσύνη, ή σιωπή, ή μνήμη του Θεού, ή συναναστροφή με αγίους ανθρώπους καί ή μελέτη του Λόγου του Θεού.
    Ή μνήμη του θανάτου αποτελεί δεσμό των σωματικών μελών. Θέτει τον άνθρωπο σε πνευματική εγρήγορση.
Τα πάθη εκριζώνονται καί θεραπεύονται με την αδιάλειπτη μνήμη του Θεού. Όταν ή μνήμη του Θεού κυρίευση την ψυχή, εξαφανίζεται κάθε μάταια μνήμη από την καρδιά. Γι' αυτό και τονίζει ό αγ. Γρηγόριος ό Θεολόγος" "Μνημονευτέον Θεού μάλλον ή άναπνευστέον". Καί κάποιος άλλος από τους Πατέρες" "Νους πού απομακρύνεται από τον Θεό γίνεται ή σαν θηρίο ή σαν δαίμονας".
    Ή συναναστροφή με αγίους ανθρώπους αυξάνει την πνευματική γνώση, ξερριζώνει τα πάθη, κατακοιμίζει τους αισχρούς λογισμούς.
    Ή ελεημοσύνη εξ αλλού αποτελεί θεραπευτικό φάρμακο εναντίον των παθών. Ό ελεήμων άνθρωπος γίνεται ό ίδιος ιατρός της ψυχής του. Διότι καί ή ελεημοσύνη ως βίαιος άνεμος διώχνει μέσα από την ψυχή του άνθρωπου την σκότωσι των παθών. Κανένα πράγμα δεν μπορεί να ελευθέρωση τον άνθρωπο από το σκληρό πάθος της υπερηφάνειας, όσο το να επισκέπτεται καί να βοηθάει αυτούς πού βρίσκονται σε δύσκολη κατάσταση σωματική ή πνευματική.
    Ισχυρότατο όπλο στον αγώνα αυτόν είναι ή μελέτη των θείων Γραφών. Ή μελέτη αύτη βοήθα στην κάθαρση του νου από τους αισχρούς λογισμούς καί από τις ενθυμήσεις των προηγουμένων αμαρτημάτων. Τίποτε άλλο, τονίζει ό αββάς Ισαάκ ό Σύρος, δεν μπορεί να δίωξη από την ψυχή του ανθρώπου τις ενθυμήσεις της παλιάς ακολασίας καί να κατακαύση τους λογισμούς πού δημιουργεί ή ακολασία, όσο ή μελέτη της άγ. Γραφής.
    Ή διαρκής μελέτη της άγ. Γραφής καί του βίου των άγιων φωτίζει την ψυχή. Προφυλάσσει τον άνθρωπο από τα πάθη καί του ενισχύει τον πόθο του Θεού. Έτσι ό άνθρωπος φθάνει στην καθαρότητα της ψυχής καί αισθάνεται ντροπή για τα πάθη καί για τις αιτίες των παθών.
    Ή σιωπή τέλος είναι ιδιαίτερα ωφέλιμη στην πνευματική πορεία του ανθρώπου. "Υπέρ πάντα την σιωπήν άγάπησον", διότι προξενεί μεγάλη πνευματική καρποφορία. Με την σιωπή έρχεται ή ειρήνη των λογισμών, καθαρίζει ό νους του ανθρώπου από οποιαδήποτε εμπαθή κίνηση. Αποφεύγει ό άνθρωπος πολλές αμαρτίες, όπως το ψέμα, την κατάκριση, την καταλαλιά, καί αποκτά την δυνατότητα να ερμηνεύει τα μυστήρια του Θεού.
                                                                * * *
    Με την θεραπεία του νου από τους εμπαθείς λογισμούς καί της καρδίας από τα εσωτερικά πάθη, ολοκληρώνεται το έργο της καθάρσεως. Ό άνθρωπος θεραπεύεται από τα πάθη, ελευθερώνεται από την δουλεία των παθών καί αποκτά την καθαρότητα.
    Απαλλαγμένος από τα πάθη του ό άνθρωπος αποκτά την ειρήνη των λογισμών. Καί σημείο ότι ή ψυχή του άνθρωπου άρχισε να αποκτά την καθαρότητα είναι τα πολλά δάκρυα τα όποια ρέουν αβίαστα.
    Νικώντας ό άνθρωπος τα πάθη απομακρύνεται από την ψυχοφθόρο φιλαυτία καί δέχεται στην ψυχή του την χάρη καί ειρήνη του Θεού. Αισθάνεται ζωντανή τη νίκη κατά της αμαρτίας και του κόσμου. Άλλ' ακόμη καί τη νίκη κατά του θανάτου. Έτσι φθάνει στο λιμάνι της αγάπης του Θεού.


" Όπως όταν ύπάρχη ομίχλη, δεν μπορεί κάποιος να δη τον ήλιο, έτσι δεν μπορεί να δη καί το κάλλος της ψυχής, όταν αυτό καλύπτεται από την ομίχλη των παθών"

Παρασκευή 11 Μαΐου 2012

Η εννοιολογική αποσαφήνιση των όρων «φύση» και «πρόσωπο»

Γιάννης Πλεξίδας 
Η εννοιολογική αποσαφήνιση των όρων «φύση» και «πρόσωπο», ειδικότερα δε η α-­ντιομωνυμιακή περιχαράκωσή τους, δηλαδή η εννοιολογική μονοσήμανσή τους, υπήρξε η μεγαλύτερη μέριμνα των εκκλησιαστικών συγγραφέων2. Σε αυτήν την προοπτική της μονοσήμανσης των εννοιών θα κινηθεί και ο Βοήθιος, αντιδιαστέλλοντας μάλιστα τους δύο όρους. Θα επιχειρήσει να οριοθετήσει εννοιολογικά τους όρους «φύση» και «πρόσωπο», ακολουθώντας τη «via media»3 των εκκλησιαστικών συγγραφέων, στην προσπάθειά του να ανατρέψει τις ακραίες ερμηνείες του Νεστόριου και του Ευτύχιου4.
Σε ό,τι αφορά στην έννοια της «φύσης» δεν θα δυσκολευτεί ιδιαίτερα. Θα παραθέσει μια σειρά από ορισμούς5, δίνοντας ιδιαίτερο βάρος στη σημασία εκείνη σύμφωνα με την οποία η φύση ή η ουσία είναι δηλωτική ενός συγκεκριμένου είδους, είναι η ειδοποιός διαφορά του είδους, είναι εκείνη με την οποία κατορθώνεται το πέρασμα από το γένος, δηλαδή από το γενικό, στο είδος, δηλαδή στο ειδικό 6. Προκειμένου να καταστήσει εύληπτα τα όσα αναφέρει, χρησιμοποιεί το παράδειγμα της φυσικής διαφοράς του χρυσού από το ασήμι7. Οφείλουμε να επισημάνουμε ότι η φυσική αυτή διαφοροποίηση που αναφέρει ο Βοήθιος υπάρχει στην περίφημη «Εισαγωγή» του Πορφυρίου, όπου κατορθώνεται ένας εννοιολογικός συγχρωτισμός των δέκα λογικών «Κατηγοριών» του Αριστοτέλη με τη φιλοσοφική σκέψη του Πλάτωνα και τις πέντε νεοπλατωνικές φωνές8. Αυτός ο ορισμός της φύσης, ο οποίος παρατίθεται από τον Βοήθιο τελευταίος στη σειρά των ορισμών, υιοθετείται τόσο από τους Καθολικούς όσο και από τον Νεστόριο.
Αν η εννοιολογική οριοθέτηση της φύσης υπήρξε μια σχετικά ανώδυνη υπόθεση, τα πράγματα γίνονται ιδιαίτερα πολύπλοκα αναφορικά με την έννοια του προσώπου9. Δεδομένου ότι κάθε φύση έχει και πρόσωπο10, φαίνεται να είναι ασαφή τα όρια της διάκρισής τους. Ο Βοήθιος, μέσα από μια σειρά συλλογισμών θα καταλήξει σε δύο βασικά συμπεράσματα: η έννοια του «προσώπου» [persona] αποδίδεται στις επιμέρους υπαρκτικές φανερώσεις της κοινής φύσης και μόνο στα έλλογα όντα. Γι’ αυτό θα ορίσει το πρόσωπο ως: «... naturae rawonabilis individua substanwa»11. Ο Βοήθιος δεν θα παραλείψει να αναφερθεί και στη χρήση του όρου «πρόσωπο» από τους Ελληνες. Οι Ελληνες, θα πει, χρησιμοποιούν τον όρο «υπόσταση» προκειμένου να περιγράψουν αυτό που οι Λατίνοι ορίζουν ως «πρόσωπο» [persona]. Θα επιχειρήσει μια ετυμολογική ανάλυση του όρου «πρόσωπο»12 στην προσπάθειά του να συνδέσει τη σημασία του όρου «πρόσωπο» [persona] με την έννοια της «υπόστασης»13, όπως αυτή εμφανίζεται αρχικά στον Αριστοτέλη και στη συνέχεια υιοθετείται από τους Ελληνες Πατέρες της Εκκλησίας14. Είναι ξεκάθαρο, σύμφωνα με όσα προαναφέραμε, ότι ο Boethius επιθυμεί να κινηθεί, και κατά την άποψή μας το κατορθώνει, στο πλαίσιο της αριστοτελικής φιλοσοφίας, όπως αυτό νοείται στο λογικό σύγγραμμα του Αριστοτέλη «Κατηγορίες», μέσα από την οπτική του νεοπλατωνικού φιλοσόφου Πορφύριου, όπως αυτή διαμορφώνεται στην περίφημη «Εισαγωγή» του15. Θεωρεί ότι η ελληνική γλώσσα με το πλουσιότερο λεξιλόγιό της16 μπορεί να αποδώσει τα σημαινόμενα των εκάστοτε θεολογικών όρων και μπορεί, επιπροσθέτως, με τη χρήση των λογικών κατηγοριών ως θεωνυμικών εργαλείων, να άρει τις φιλοσοφικές προϋποθέσεις του θεολογικού οικοδομήματος των δύο αιρετικών συγγραφέων. Η χρήση του όρου «υπόσταση» από τους Ελληνες, θα πει ο Boethius, γίνεται επειδή οι υποστάσεις βρίσκονται κάτω από τα είδη στη λογική αλυσίδα17 των γενών-­‐ειδών. Οι υποστάσεις είναι τα έσχατα σκαλοπάτια αυτής της λογικής αλυσίδας. Για τον λόγο αυτό ονομάζονται και «άτομα», επειδή δεν είναι επιπλέον τμητά18. Πρέπει να επισημάνουμε, σε ό,τι έχει να κάνει με τους Ελληνες εκκλησιαστικούς συγγραφείς, ότι αποφεύχθηκε αρχικά η χρήση του όρου «πρόσωπο» διότι κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε αιρετικές αποκλίσεις. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Σαβέλλιου ο οποίος χρησιμοποιώντας τον όρο «πρόσωπο», με την αρχαιοελληνική σημασία του «προσωπείου», αναφέρθηκε στους τρεις ρόλους του Θεού, εννοώντας τα τρία πρόσωπα19. Στη συνέχεια, οι Καππαδόκες Πατέρες ταύτισαν τις έννοιες «υπόσταση» και «πρόσωπο»20. Αυτή η εννοιολογική μονοσήμανση αποτέλεσε κοινό τόπο για όλους τους μετέπειτα εκκλησιαστικούς συγγραφείς21. Η έννοια του «προσώπου» θεωρήθηκε μερικότερη της έννοιας της «υπόστασης». Κάθε πρόσωπο είναι και υπόσταση, αλλά κάθε υπόσταση δεν είναι απαραίτητα και πρόσωπο. Το πρόσωπο προϋποθέτει την καθ’ αυτή ύπαρξη, δηλαδή την υπόσταση, δεδομένου ότι ο προσωπικός τρόπος δράσης προϋποθέτει τον χωροχρονικό εντοπισμό. Η έννοια του προσώπου, τελικά, συνδέεται με την ιδιωματική ενέργεια, την ιδιαίρετη και ιδιότροπη κίνηση, την υποστατική εκφορά των φυσικών ενεργειών και θελημάτων22. Η ιδιοσυστασία της ατομικής ύπαρξης, η οποία διαφοροποιεί το συγκεκριμένο από το καθολικό και συγχρόνως εκφράζει την ανομοιότητα και τη μοναδικότητα του συγκεκριμένου ανθρώπου σε σχέση με όλους τους άλλους, συνίσταται στον προσωπικό τρόπο δράσης, στην υποστατική φανέρωση των φυσικών ιδιοτήτων, γι’ αυτό και «... υπόστασις απρόσωπος ουκ έστι»23. Επιπροσθέτως, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι σε αντίστιξη με τη σύγχρονη θεολογική σκέψη όπου η υπόσταση κατανοείται σε αντιθετική διαστολή με το άτομο, αντίληψη προφανώς επηρεασμένη από σύγχρονα υπαρξιστικά και ανθρωπολογικά ρεύματα, για τους Πατέρες της Εκκλησίας η υπόσταση και το άτομο ταυτίζονται. Το άτομο, όπως προαναφέραμε, δηλώνει το έσχατο, άτμητο μέρος μιας σειράς συνεχών, λογικών τμήσεων. Στον τριαδικό τρόπο ύπαρξης, τώρα, η χρήση του όρου «άτομο» αποφεύγεται από τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς γιατί εκεί η διαίρεση των υποστάσεων κατανοείται «επινοία» και όχι «πράγματι»24.
Ο Βοήθιος θα ξεκινήσει την κριτική του από τον Νεστόριο. Ο Νεστόριος υποστήριζε ότι ο Χριστός είχε δύο φύσεις, πράγμα το οποίο αποδεχόταν και ο Βοήθιος, αλλά συγχρόνως ισχυριζόταν ότι ο Χριστός είχε και δύο πρόσωπα25. Ο Νεστόριος δεν μπορούσε να αποδεχθεί την ουσιαστική ένωση των δύο φύσεων του Χριστού. Εισήγαγε μια δυαδικότητα την οποία δεν κατόρθωσε να ξεπεράσει26. Για τον Νεστόριο υπήρχαν δύο πρόσωπα27 τα οποία δεν ενώθηκαν ποτέ πραγματικά. Ο Θεός Λόγος απλώς έκανε τον άνθρωπο Ιησού κατοικητήριό του. Ο Ιησούς, τελικά, δεν ήταν Θεός ενσαρκωμένος, παρά άνθρωπος θεοφόρος. Αυτός ο παράδοξος τρόπος ένωσης των δύο φύσεων που προκρίνει ο Νεστόριος, ένωση την οποία οι Ελληνες φιλόσοφοι ονόμαζαν «κατά παράθεση»28, δεν γίνεται αποδεκτός από τον Βοήθιο, διότι η γέννηση του Χριστού σε αυτή την προοπτική κατανοημένη δεν προσφέρει κάτι περισσότερο στην ανθρωπότητα από ό,τι η γέννηση οποιουδήποτε άλλου παιδιού29.
Στην περίπτωση του Ευτύχιου, ο οποίος υπήρξε ο εισηγητής του μονοφυσιτισμού, τα πράγματα είναι πιο πολύπλοκα. Το λάθος του Ευτύχιου εκπηγάζει από το ίδιο σημείο που εκπηγάζει και το λάθος του Νεστόριου30. Η μη ορθή κατανόηση των όρων «φύση» και «πρόσωπο» και του τρόπου ύπαρξής τους στην περίπτωση του Νεστόριου είχε ως αποτέλεσμα την εσφαλμένη αντίληψη ότι ο Χριστός είχε δύο πρόσω-­‐ πα, ενώ στην περίπτωση του Ευτύχιου, δεδομένου ότι, ορθά, υποστήριζε την ύπαρξη ενός προσώπου, είχε ως αποτέλεσμα την εσφαλμένη αντίληψη ότι ο Χριστός είχε μία φύση31. Ο Ευτύχιος αποδεχόταν την ύπαρξη δύο φύσεων πριν από την ένωση, αλλά υποστήριζε ότι υπήρχε μία φύση μετά την ένωση32. Η ανθρώπινη φύση δεν υφίσταται μετά την ένωσή με τη θεϊκή φύση, καθώς απορροφάται απ’ αυτή και χάνεται33. Ο Βοήθιος δεν αποδεχόταν αυτό τον τρόπο της ένωσης των δύο φύσεων, σύμφωνα με τον οποίο εξαφανιζόταν η ανθρώπινη φύση. Ακολουθώντας πιστά την Αριστοτελική προβληματική, όπως αυτή αναπτύσσεται στο βιβλίο του Αριστοτέλη «Περί γενέσεως και φθοράς»34, αποκλείει τόσο το ενδεχόμενο η θεϊκή φύση να μεταβληθεί σε ανθρώπινη όσο και το ενδεχόμενο η ανθρώπινη φύση να μεταβληθεί σε θεϊκή ή να υπάρξει μία σύνθετη φύση από Θεό και άνθρωπο35. Ο Βοήθιος θα υποστηρίξει ότι ο Χριστός είχε μία υπόσταση και δύο φύσεις36. Βέβαια, τόσο ο Νεστόριος όσο και ο Ευτύχιος θα μπορούσαν να κατηγορήσουν τον Βοήθιο ότι ενώ εκείνος απαιτεί στην ένωση των δύο φύσεων στο πρόσωπο του Χριστού να εφαρμοστεί η Αριστοτελική λογική, δεν έχει την ίδια απαίτηση για τη δική του θεωρία σε ό,τι αφορά στον τριαδικό τρόπο ύπαρξης και εφαρμόζει μόνο σε έναν βαθμό και αναλογικά τις λογικές κατηγορίες.
Ο Βοήθιος κατόρθωσε να ανατρέψει το φιλοσοφικό υπόβαθρο των θεολογικών κατηγοριών τόσο του Νεστόριου όσο και του Ευτύχιου, χρησιμοποιώντας τις Αριστοτελικές «Κατηγορίες» από τη μια μεριά, και τη νεοπλατωνική επεξεργασία τους από την άλλη37. Το θεολογικό του πρόταγμα προϋποθέτει τη φιλοσοφία η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί απρόσκοπτα από έναν Χριστιανό, αλλά σε καμία περίπτωση δεν αντικαθιστά τον αποκαλυπτικό χαρακτήρα της αλήθειας και την αυθεντία των Γραφών38.

Σημειώσεις
1 Ο Anicius Manlius Severinus Boethius γεννήθηκε στη Ρώμη το 480μ.Χ. και πέθανε στην Παβία γύρω στο 525 μ.Χ. Ηταν Ρωμαίος πολιτικός και φιλόσοφος. Φιλοδοξούσε να μεταφράσει στη λατινική γλώσσα το σύνολο έργο του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, φιλοδοξία που πραγματοποιήθηκε μόνο εν μέρει. Υπήρξε πολυγραφότατος συγγραφέας. Εχει γράψει κείμενα σχετικά με την επιστήμη των μαθηματικών και την επιστήμη της γεωμετρίας (De Ins5tu5one Arithme5c Libri II, Geometrica Euclidis a Boethio in La5num Translata, De Geometri), κείμενα σχετικά με τη μουσική (De Ins5tu5one Music Libri V), έχει μεταφράσει και σχολιάσει αρκετά κείμενα του Αριστοτέλη και του νέο-­‐πλατωνικού φιλοσόφου και σχολιαστή Πορφυρίου. Επιπλέον, έχει γράψει κείμενα που αφορούν στην επιστήμη της λογικής (De Categoricis Syllogismis, Introduc5o ad Syllogismos Categoricos, De Differen5s). Τα θεολογικά έργα του περιορίζονται σε πέντε πραγματείες (De Trinitate, Liber contra Eutychen et Nestorium, De Fide Catholica, De Hebdomadibus, Utrum Pater et Filius et Spiritus Sanctus). Το σπουδαιότερο έργο του Boethius θεωρείται το κείμενο που έγραψε κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του, τους τελευταίους μήνες της ζωής του, με τίτλο «De Consola5one Philosophiae». Το 523 μ.Χ. θεωρήθηκε ότι μαζί με τον φίλο του Αλβίνο συνεργαζόταν με τον Βυζαντινό αυτοκράτορα Ιουστίνο κατά του Οστρογότθου βασιλιά της Ιταλίας Θεοδώριχου. Φυλακίστηκε στην Παβία και εκτελέστηκε τον επόμενο χρόνο. Η Καθολική Εκκλησία τον ανακήρυξε άγιο με το όνομα του Σεβερίνου.
2 Βλ. Boethius, Contra Eutychen et Nestorium, σ. 76.58-­‐61: «Quoniam vero in tota quaeswone contrariarum sibimet αιρέσεων (ελληνικά στο κείμενο) de personis dubitatur atque naturis (η υπογράμμιση δική μου), haec primitus definienda sunt et propriis differenwis segreganda». Για τα κείμενα του Boethius χρησιμοποιήσαμε την έκδοση των H. F. Stewart, E. K. Rand S. J. Tester, σειρά: Loeb Classical Library, Harvard University Press, 2003. Πρβλ. Ιωάννης Δαμασκηνός, Εκδοσις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως, μζ ́, σ. 112. 39-­‐40, Koèer II: «Αλλά τούτο έστι το ποιούν τοις αιρετικοίς την πλάνην, το ταυτόν λέγειν την φύσιν και την υπόστασιν», Λεόντιος Βυζάντιος, Σχόλια, P.G. 86, 1193A: «Αναγκαίον έστι, μέλλοντας ημάς αιρέσεων επιμνησθήναι, πρώτον περί τεσσάρων τινών εν ταις των Πατέρων χρήσεσι διαλαβείν. Εισί δε αύται, ουσία, φύσις, υπόστασις, πρόσωπον».
3 Βλ. Boethius, Contra Eutychen et Nestorium, σ. 76. 54-­‐58: «...Chriswanae medietatem fidei temperabo», σ. 120.74-­‐76: «Mediaque est haec inter duas haereses via sicut virtutew quoque medium tenent».
4 Για τον χρόνο της συγγραφής της συγκεκριμένης πραγματείας βλ. McKinlay A., Stylis5c tests and the Chronology of the Works of Boethius, στο περιοδικό: Harvard Studies in Classical Philology, τεύχος 18, 1907, σσ. 123-­‐156.
5 Boethius, Contra Eutychen et Nestorium, σσ. 76-­‐81, ιδιαίτερα σ. 78.8-­‐10: «... natura est earum rerum quae, cum sint, quoquo modo intellectu capi possunt», σ. 78.25-­‐26: «natura est vel quod facere vel quod paw possit», σ. 80. 41-­‐42: «...natura est motus principium per se non per accidens», σ. 80. 57-­‐58: «...natura est unam quamque rem informans specifia differenwa», Πρβλ. Θωμάς Ακινάτης, Περί του όντος και της ουσίας, Αθήνα, εκδόσεις Δωδώνη, 1998, μτφρ. Τζαβάρας Γιάννης, σ. 53-­‐54: «Η φύση ονομάζεται και με ένα άλλο όνομα: φύση, όταν η φύση εκλαμβάνεται σύμφωνα με τον πρώτο από εκείνους τους τέσσερις τρόπους, τους οποίους αναφέρει ο Βοήθιος στο βιβλίο Περί των δύο φύσεων. Σύμφωνα με αυτόν τον τρόπο, ονομάζονται φύση όλα εκείνα που μπορούν με κάποιο τρόπο να συλληφθούν από τη νόηση [...secundum scilicet quod natura dicitur omne illud quod intellectu quoquo modo capi potest ]».
6 Για παράδειγμα, προσθέτοντας τη φυσική διαφορά της σωματικότητας στη γενικότερη κατηγορία της ουσίας, έχουμε τη διάκριση ανάμεσα στο σώμα και στο ασώματο και, κατ’ επέκταση, τη διάκριση ανάμεσα στον άνθρωπο (σώμα) και στον άγγελο (ασώματο). Η λογική μέθοδος που ακολουθείται λέγεται διαιρετική, γιατί ακριβώς διαιρεί τα γένη σε είδη, με την επικουρία των ουσιωδών διαφορών.
7 Boethius, Contra Eutychen et Nestorium, σ. 80.53-­‐56: «Est ewam alia significawon naturae per quam dicimus diversam esse naturam auri atque argenw in hoc proprietatem rerum monstrare cupientes...».
8 Πορφύριος, Εισαγωγή ή Περί πέντε Φωνών, Porphyrii isagoge et in Aristotelis categorias commentarium, Reimer, Berlin, 1887, σειρά: Commentaria in Aristotelem Graeca, 4.1.10.22-­‐11.1: «... διαφορά έστιν η περισσεύει το είδος του γένους. Ο γαρ άνθρωπος του ζώου πλέον έχει το λογικόν και το θνητόν», 11.18-­‐12.1: «...διαφορά έστιν το χωρίζειν πεφυκός τα υπό το αυτό γένος: το λογικόν γαρ και το άλογον τον άνθρωπον και τον ίππον όντα υπό το αυτό γένος το ζώον χωρίζει. Αποδιδόασι δε και ούτως: διαφορά έστιν ότω διαφέρει έκαστα. Ανθρωπος γαρ και ίππος κατά μεν το γένος ου διενήνοχεν: θνητά γαρ ζώα και ημείς και άλογα, αλλά το λογικόν προστεθέν διέστησεν ημάς απ’ εκείνων: και λογικά εσμέν και ημείς και οι θεοί, αλλά το θνητόν προστεθέν διέστησεν ημάς απ’ εκείνων».
9 Για τα προβλήματα σχετικά με την έννοια του προσώπου στη δυτική σκέψη βλ. Hadot P., De Tertullien à Boèce. Le développement de la no5on de la personne dans le controverses théologiques, στο I. Meyerson [Editor], Problèmes de la personne, Paris, εκδόσεις The Hague, 1973, École Prawque des Hautes Études, VIè secwon, Congrès et Colloques 13.
10 Boethius, Contra Eutychen et Nestorium, σ. 82.2-­‐3: «Si enim omnis habet natura personam...».
11 Boethius, Contra Eutychen et Nestorium, σ. 84.1-­‐5: «Quocirca si persona in solis substanwis est atque in his rawonabilibus substanwaque omnis natura est nec in universalibus sed in individuis constat, reperta personae est definiwon: naturae rawonabilis individua substanwa».
12 Boethius, Contra Eutychen et Nestorium, σ. 86.14-­‐16: «Graeci quoque has personas πρόσωπα [ελληνικά στο κείμενο] vocant ab eo quod ponantur in facie atque ante oculos obtegant vultum: παρά του προς τους ώπας τίθεσθαι [ελληνικά στο κείμενο]», πρβλ. Ζηζιούλα Ιωάννου, Από το προσωπείο στο πρόσωπο. Η συμβολή της πατερικής θεολογίας στην έννοια του προσώπου, Θεσσαλονίκη, Πατριαρχικό Ιδρυμα Πατερικών Μελετών, 1977, σ. 290.
13 Hail C. Douglas, The Trinity. An Analysis of St. Thomas Aquinas’ Exposi5o of the De Trinitate of Boethius, Leiden, Brill, σειρά: Studien und Texte zur Geistesgeschichte des Mièelalters, 1992, σσ. 24-­‐25.
14 Marenbon John, Boethius, Oxford, Oxford University Press, σειρά: Great Medieval Thinkers, 2003, σ. 71.
15 Για τη χρήση της νεοπλατωνικής φιλοσοφίας στη Δύση βλ. Gersh S., Middle Platonism and Neo-­‐Platonism: The La5n tradi5on, Notre Dame, Indiana, University of Notre Dame Press, 1986.
16 Boethius, Contra Eutychen et Nestorium, σ. 86.23-­‐29: «Longe vero illi [εννοείται οι Ελληνες] signawus naturae rawonabilis individuam subsistenwam υποστάσεως [ελληνικά στο κείμενο] nominee vocaverunt, nos vero per inopiam significanwum vocum translawciam rewnuimus nuncupawonem, eam quam illi υπόστασιν [ελληνικά στο κείμενο] dicunt personam vocantes; sed periwor Graecia sermonum υπόστασιν [ελληνικά στο κείμενο] vocat individuam susistenwam».
17 Για τη χρήση του όρου «λογική αλυσίδα» βλ. Ματσούκας Νίκος, Θεωρία και πράξη κατά την Αριστοτελική φιλοσοφία, ανάτυπο από τα «Αριστοτελικά», Θεσσαλονίκη, 1980, σ. 179.
18 Ιωάννης Δαμασκηνός, Διαλεκτικά, §11.7-­‐12, Koèer I: «Ατομον δε κυρίως λέγεται, όπερ τέμνεται μεν, ου σώζει δε μετά την τομήν το πρώτο είδος, ώσπερ Πέτρος τέμνεται εις ψυχήν και σώμα, αλλ’ ούτε η ψυχή καθ’ αυτήν έστι τέλειος άνθρωπος ή Πέτρος τέλειος ούτε το σώμα. Περί τούτου του ατόμου παρά τοις φιλοσόφοις ο λόγος, όπερ επί της ουσίας δηλοί την υπόστασιν».
19 Στεφανίδου Βασίλειου, Εκκλησιαστική Ιστορία, Αθήνα, εκδόσεις Αστήρ, 20007 (19582), σ. 167: «Ο Σαβέλλιος μετεχειρίζετο μεν τον όρο «τρία πρόσωπα», αλλά εννόει αυτά ως ρόλους, ως προσωπίδας, ήτοι το εν και το αυτό πρόσωπον παρουσιάσθη ως πατήρ, κατά την νομοθεσίαν της Παλαιάς Διαθήκης, ως υιός εν τω Ιησού Χριστώ και ως άγιον πνεύμα». Ο Σαβέλλιος εκτός από τον όρο «πρόσωπο» χρησιμοποιούσε και τον όρο «ονόματα», βλ. Επιφάνιος Σαλαμίνου, Πανάριον, Αθήνα, έκδοση Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, σειρά: Βιβλιοθήκη Ελλήνων Πατέρων και Εκκλησιαστικών Συγγραφέων, 1997, σ. 321.10-­‐16: «Δογματίζει γαρ ούτος και οι απ’ αυτού Σαβελλιανοί τον αυτόν είναι Πατέρα, τον αυτόν είναι Υιόν, τον αυτόν είναι Αγιον Πνεύμα, ως είναι εν μία υποστάσει τρεις ονομασίας, ή ως εν ανθρώπω σώμα ως ειπείν τον Πατέρα, ψυχήν δε ως ειπείν τον Υιόν, το πνεύμα δε ως ανθρώπου, ούτως και το Αγιο Πνεύμα εν τη θεότητι».
20 Για τις φιλοσοφικές προϋποθέσεις αυτής της εννοιολογικής ταύτισης των εννοιών «φύση» και «πρόσωπο» από τους Καππαδόκες πατέρες βλ. Γιανναράς Χρήστος, Το πρόσωπο και ο Ερως, Αθήνα, εκδόσεις Δόμος, 19925 (19701, Το οντολογικό περιεχόμενο της θεολογικής έννοιας του προσώπου, διδακτορική διατριβή), σσ. 31-­‐34.
21 Μάξιμος Ομολογητής, Οροι διάφοροι, P.G. 91, 152A: «Υπόστασις και πρόσωπον, ταυτόν», Λεόντιος Βυζάντιος, Σχόλια, P.G. 86, 1193A: «Υπόστασιν δε, ήτοι πρόσωπον καλούσιν, όπερ οι φιλόσοφοι άτομον ουσίαν λέγουσιν», Αναστάσιος ΣιναΪτης, Οδηγός, P.G. 89, 57C-­‐60A: «Υπόστασις ουν έστι κατά την εκκλησιαστικήν και αποστολικήν παράδοσιν το πρόσωπον».
22 Ιωάννης Δαμασκηνός, Φιλόσοφα, §11.40-­‐42, Koèer I: «Πρόσωπον έστιν, ο δια των οικείων ενεργημάτων τε και ιδιωμάτων αρίδηλον και περιωρισμένην των ομοφυών αυτού παρέχεται ημίν την εμφάνειαν».
23 Ιωάννης Δαμασκηνός, Περί πίστεως κατά Νεστοριανών, §21.1-­‐6, Koèer IV.
24 Ιωάννης Δαμασκηνός, Εκδοσις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως, §8, σ. 28.240 και σ. 29.249-­‐250, Koèer II. Με την παρατήρησή του αυτή ο Δαμασκηνός εγκαταλείπει την αριστοτελική διάκριση μεταξύ πρώτης και δευτέρας ουσίας καθώς αντιστρέφει, σε ό,τι αφορά στη θεότητα, τον τρόπο με τον οποίο υφίσταται η κοινότητα των ιδιωμάτων. Η «κατ’ επίνοια» διαίρεση των θεϊκών υποστάσεων δεν σημαίνει βέβαια ότι αίρεται η υπαρκτική διαφοροποίησή τους και ότι υπάρχει μόνο στο μυαλό μας. Ο Δαμασκηνός, με τη διαίρεση αυτή κατορθώνει να διασώσει την ενότητα και την πολλαπλότητα στην Τριάδα, τονίζοντας τη διάκριση χωρίς να οδηγηθεί σε διάσπαση και αποκλείοντας, συγχρόνως, τον κίνδυνο της συναλοιφής. Οδηγούμαστε έτσι στην Τριαδική Ενότητα, η οποία είναι πραγματική, «αλλά πραγματική κατά έναν διαφορετικό τρόπο από κάθε πολλαπλότητα στην κτίση», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Florovsky. Βλ. Florovsky George, Οι Βυζαντινοί Πατέρες του έκτου, εβδόμου και ογδόου αιώνα, Θεσσαλονίκη, εκδόσεις Π. Πουρναρά, 1993, μτφρ. Παναγιώτου Πάλλη, σσ. 411-­‐412.
25 Boethius, Contra Eutychen et Nestorium, σ. 92.9-­‐11: «Hanc in Christo Nestorius duplicem esse conswtuit eo scilicet traductus errore, quod putaverit in omnibus naturis dici posse personam».
26 Ματσούκας Νίκος, Δογματική και Συμβολική θεολογία Β ́. Εκθεση της ορθόδοξης πίστης σε αντιπαράθεση με τη δυτική Χριστιανοσύνη, Θεσσαλονίκη, εκδόσεις Π. Πουρναρά, σειρά: Φιλοσοφική και Θεολογική Βιβλιοθήκη, αρ. 3, 1992, σ. 250.
27 Boethius, Contra Eutychen et Nestorium, σ. 92.16-­‐22: «...sequitur ut duae videantur esse personae...».
28 Boethius, Contra Eutychen et Nestorium, σ. 94.26-­‐27: «Quem coniuncwonis Graeci modum κατά παράθεσιν [ελληνικά στο κείμενο] vocant».
29 Boethius, Contra Eutychen et Nestorium, σ. 96.60-­‐78: «Quid vero novi per adventum salvatoris effectum est? ...» και σ. 98.112-­‐113: «Non est igitur salvatum genus humanum, nulla in nos salus Chrisw generawone processit...», πρβλ. Γρηγόριος Θεολόγος, Επιστολή 101, Source Chréwennes, τόμος 208, 32.2-­‐3: «Το γαρ απρόσληπτον, αθεράπευτον, ο δε ήνωται Θεώ τούτο και σώζεται».
30 Boethius, Contra Eutychen et Nestorium, σ. 100.7-­‐8: «Huius error ex eodem quo Nestorri fonte prolabitur».
31 Boethius, Contra Eutychen et Nestorium, σ. 102.16-­‐20: «Itaque Nestorius recte tenens duplicem in Christo esse naturam sacrilege confitetur duas esse personas; Eutyches vero recte credens unam esse personam impie credit unam quoque esse naturam».
32 Boethius, Contra Eutychen et Nestorium, σ. 102.22-­‐23: «...ait duas se confiteri in Christo naturas ante adunawonem, unam vero post adunawonem», και σ. 122.93-­‐95: «Quia vero Paulo ante diximus Eutychen confiteri duas quidem in Christo ante adunawonem naturas, unam vero post adunawonem...», πρβλ. Ευάγριος Σχολαστικός, Εκκλησιαστική Ιστορία, P.G. 862, 2445A: «Ειρήκει γαρ (εννοείται ο Ευτύχιος) ̇ ομολογώ εκ δύο φύσεων γεγενήσθαι τον Κύριον ημών προ της ενώσεως, μετά δε την ένωσιν μίαν φύσιν ομολογώ».
33 Boethius, Contra Eutychen et Nestorium, σ. 112.83-­‐84, 114.85-­‐87: «At hi ita ex duabus quidem naturis Christum consistere, in duabus vero minime, hoc scilicet intendentes, Quoniam quod ex duabus consiswt ita unum fieri potest, ut illa ex quibus dicitur constare non maneant;».
34 Αριστοτέλης, Περί γενέσεως και φθοράς, 314b7-­‐315a3 και 328a19-­‐b14.
35 Boethius, Contra Eutychen et Nestorium, σ. 108.10-­‐14 και 15-­‐27, σ. 112.83-­‐84, 114.85-­‐99, σ. 114.103-­‐109: «Nunc illud est manifestum convictam esse Eutychis sentenwam eo nominee, quod cum tribus modis fieri possit, ut ex duabus naturis una subsistat, ut aut divinitas in humanitatem translata sit aut humanitas in divinitatem aut utraque permixta sint, nullum horum modum fieri potuisse superius dicta argumentawone declaratur», πρβλ. Ιωάννης Δαμασκηνός, Κατά ακεφάλων, §1.15-­‐18, Koèer IV: «...ο δε Χριστός, ως είπον, τέλειος έστι θεός και τέλειος άνθρωπος και όλος θεός και όλος άνθρωπος. Διό ου μία έστι σύνθετος φύσις, αλλά μία υπόστασις εν δυσί φύσεσι γνωριζομένη και δύο φύσεις εν μία συνθέτω υποστάσει».
36 Boethius, Contra Eutychen et Nestorium, σ. 120.91-­‐92, 122.93: «...restat ut ea sit vera quam fide catholica pronunwat geminam substanwam sed unam esse personam».
37 Marenbon John, Boethius, ό.π. σ. 76.
38 Boethius, De fide Catholica, σ. 52.1-­‐2: «Chriswanam fidem novi ac veteris testamenw pandit auctoritas».