Πέμπτη 18 Ιουλίου 2013

►π.Κονάνος - Ψυχική Γαλήνη σε καιρούς ταραχής

ΟΤΑΝ Η ΠΙΣΤΗ ΕΝΟΣ ΜΙΚΡΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ ΣΩΖΕΙ!!!!


Πήρε τα κέρματα και πήγε στο φαρμακείο της γειτονιάς.
Ο φαρμακοποιός, εκείνη την στιγμή, μιλούσε με ένα καλοντυμένο κύριο
και δεν πρόσεξε την μικρή. Το κοριτσάκι έκανε κάποιο θόρυβο με τα
πόδια του, αλλά τίποτε. Τότε πήρε ένα από τα κέρματα της και το
χτύπησε πάνω στο γραφείο του.
- Τι θέλεις; την ρωτά κάπως εκνευρισμένος εκείνος. Δεν βλέπεις, ότι
μιλώ με τον αδελφό μου, που έχω χρόνια να τον δω:
Τότε η μικρή του είπε:
- Θέλω να σου μιλήσω για τον αδελφό μου, που είναι πολύ άρρωστος, και
θέλω να αγοράσω ένα θαύμα!
- Συγγνώμη, της απάντησε αυτός, αλλά δεν πουλάμε θαύματα.
- Ξέρετε, είπε το κοριτσάκι, ο αδελφός μου έχει κάτι στο κεφάλι του,
που μεγαλώνει, κι ο μπαμπάς μου λέει, ότι μόνο ένα θαύμα θα μας σώσει.
Λοιπόν, ποσό κάνει ένα θαύμα για να το αγοράσω. Έχω χρήματα... .
Ο αδελφός του φαρμακοποιού, που παρακολουθούσε με ενδιαφέρον την
συζήτηση, ρώτησε την μικρή τι είδους θαύμα χρειαζόταν ο αδελφός της.
- Δεν ξέρω. του απάντησε με μάτια βουρκωμένα. Εκείνο που ξέρω είναι,
ότι χρειάζεται εγχείρηση και ο μπαμπάς δεν έχει τα χρήματα. Γι' αυτό,
θέλω να πληρώσω εγώ, με τα δικά μου χρήματα.
Στην ερώτηση του καλοντυμένου κυρίου, πόσα λεπτά έχει. Η μικρή του
απάντησε «Ένα δολάριο και 11 σέντς, κι αν χρειασθούν και άλλα θα τα
βρω».
- Τι σύμπτωση, χαμογέλασε ο καλοντυμένος κύριος. Είναι το ακριβές
αντίτιμο για ένα θαύμα, για ένα μικρό αδελφό: Ένα δολάριο και 11
σεντς!
Πήρε τα λεπτά, έπιασε την μικρή απ' το χεράκι, και της είπε: «Πάμε
μαζί στο σπίτι σου για να δω τον αδελφό σου και τους γονείς σου και να
κάνουμε το θαύμα».
Ο καλοντυμένος κύριος ήταν ο Κάρτον Άρσμποργκ, ο γνωστός νευροχειρουργός.
Η εγχείρηση έγινε με επιτυχία και ο μικρός αδελφός επέστρεψε στο σπίτι
του υγιής.
- Η εγχείρηση ήταν ένα αληθινό θαύμα, ψιθύρισε η μαμά. Απορώ πόσο θα κόστισε.
Η μικρούλα χαμογέλασε. Ήξερε ακριβώς πόσο κοστίζει ένα θαύμα: «ένα
δολάριο και 11 σέντς, συν την πίστη ενός μικρού παιδιού...».

Τετάρτη 17 Ιουλίου 2013

Η μεγάλη πλάνη: “Εγώ πάτερ μου είμαι πολύ καλός χριστιανός​,ταπεινός και δίκαιος”


Του π. Στεφάνου Αναγνωστοπούλου

Πριν από τέσσερα χρόνια, ή πέντε, δεν ενθυμούμαι καλά, σας είχα αναφέρει ένα γεγονός, δεν ξέρω πόσοι από σας το είχατε ακούσει, το ξαναεπαναλαμβάνω, διότι έχει άμεση σχέση με το σημερινό Ευαγγελικό Ανάγνωσμα.
Ήρθε κάποιος χριστιανός, επαναλαμβάνω πριν από τέσσερα χρόνια, πέντε, δεν θυμούμαι, μου είπε το όνομά του, και ήλθε σε μένα επειδή είχε πεθάνει ο πνευματικός του, – γνωστός, από το Λοιμωδών, – και αμέσως μετά μου είπε: «Εγώ πάτερ μου, για να ξέρεις είμαι πολύ καλός χριστιανός, είμαι και ταπεινός, είμαι και δίκαιος», και τον ρώτησα από πού αυτό το συμπέρασμα.
Και μου απαντάει: «Έχω πολύτεκνη οικογένεια, είμαι τμηματάρχης στη Άλφα Δημόσια Υπηρεσία, πηγαίνω κάθε Κυριακή και γιορτή στην Εκκλησία, κάνω την προσευχή μου πρωί και βράδυ, δίνω πολλές ελεημοσύνες, και μάλιστα φτάνω μέχρι και την εντολή που δίνει ο Θεός, να δίνουμε μέχρι και το δέκατο από το μισθό μας, επισκέπτομαι τους αρρώστους στα νοσοκομεία, κατάκοιτους στα σπίτια, νηστεύω Τετάρτες και Παρασκευές και όλες τις Σαρακοστές, εξομολογούμαι τακτικά, κοινωνώ επίσης …»
Όλα αυτά μου θύμισαν αμέσως τον Φαρισαίο, διότι τίποτε περισσότερο από το Φαρισαίο δεν είπε, όχι ο Φαρισαίος όλα τα έκαμεν,«Διαβάζω την Καινή Διαθήκη», κι ο Φαρισαίος ήξερε τον Νόμον του Θεού,«Και μάλιστα πολύ καλά, και πολλά όλα ωραία βιβλία, όπου κι αν πάω, όπου κι αν σταθώ, μιλάω για τον Αντίχριστο, για το φοβερό ΕΚΑΜ, για το εξακόσια εξήντα έξι, και καυτηριάζω το κακό, κάνω αυστηρές παρατηρήσεις στο όνομα του δικαίου, και καυτηριάζω το κακό, και του Ευαγγελίου, σε όλους, στη γυναίκα μου, στα παιδιά μου, στους συγγενείς μου, στους υφισταμένους μου, στους γειτόνους μου, στους εργάτες μου, στους συγκάτοικούς μου, σ’ αυτούς που είναι στο δρόμο, παντού, σε όλους, σε όλους, …» δεν τον άφησα να, συνεχίσει βέβαια, διότι είχα καταλάβει αρκετά, και κείνη τη στιγμή, με φώτισε ο Θεός, αν και είμαι αμαρτωλός, όντως αμαρτωλός είμαι, αμαρτωλός και άθλιος και του είπα τα εξής :
«Αν θέλεις να μάθεις συ ο ίδιος, πόσο καλός άνθρωπος είσαι, και τι είδους χριστιανός είσαι, και αν αυτό που νομίζεις ότι είσαι, αρέσει στο Θεό, θα πας αμέσως τώρα μόλις φύγεις από δω, στη γυναίκα σου, και στα παιδιά σου, και αύριο μεθαύριο στους συγκατοίκους της πολυκατοικίας, στους συγγενείς, στους συναδέλφους και λοιπά, και θα τους ρωτήσεις να σου πουν με απόλυτη ειλικρίνεια, τι γνώμη έχουν για σένα. Και μάλιστα τι μουρμουρίζουν πίσω από την πλάτη σου, και τι γνώμη έχουν για τον Χριστιανισμό που εσύ αντιπροσωπεύεις. Αυτός είναι ο κανόνας που σου βάζω. Και θα ’ρθείς ύστερα από μερικές μέρες να μου απαντήσεις. Μέχρι τότε δεν έχει Θεία Κοινωνία. Και μόνον την αλήθεια, και όσοι διστάζουν να σου την γράψουν ανώνυμα, να την τυπώσουν στην γραφομηχανή, και στα κομπιούτερς που υπήρχαν τότε, και να στα παραδώσουν μέσε σε κλειστά φάκελλα για να ξέρεις. Και όταν βέβαια θα ακούσεις και θα διαβάσεις τις γνώμες των συνανθρώπων σου, να σταθείς, να πάς στην Εκκλησία και να σταθείς μπροστά στην εικόνα του Χριστού, και να Τον ρωτήσεις, ύστερα από όσα μου είπαν, και από όσα διάβασα, αν πεθάνω σήμερα Χριστέ μου, κληρονομώ την Βασιλεία Σου;»
Βέβαια, έφυγε θιγμένος, θυμωμένος, στεναχωρημένος και προβληματισμένος. Γύρισε όμως ύστερα από τρεις εβδομάδες. Έπεσε στα γόνατα και ομολόγησε φωνάζοντας:
«Πάτερ μου είμαι αμαρτωλός, είμαι εγωιστής, μού ’παν ότι είμαι σκληρόκαρδος, θυμώδης, καβγατζής, γκρινιάρης, άδικος, κουτσομπόλης, υπερήφανος, καινοδοξής, λαίμαργος, φιλάργυρος, άπιστος, άθεος, και όλοι μηδενός εξαιρουμένου μου είπαν ότι είμαι υποκριτής, υποκριτής. Και αν πεθάνω σήμερα, δεν έχω κανένα ίχνος μετανοίας, διότι έρχεται η εβδομάδα της Κυριακής των Απόκρεω, και ξέρω ότι εκείνη την Κυριακή διαβάζεται το Ευαγγέλιον της Κρίσεως. Αν πεθάνω που θα πάω;»
Δυστυχώς αδελφοί μου οι πιο πολλοί από μας, άλλος λιγότερο και άλλος περισσότερο του μοιάζουν. Πιστεύουμε ότι είμαστε καλοί άνθρωποι και καλοί χριστιανοί αλλά κάνουμε μεγάλο λάθος. Η πορεία μας στη ζωή μας, όπως αυτή αποκαλύπτεται μέσα στην οικογένειά μας, και στον εργασιακό χώρο και στο κοινωνικό περιβάλλον, είναι απορία που ικανοποιεί τα πάθη, και δεν είναι πορεία για την κάθαρση, για τον αγιασμό, για την θέωση, για τη σωτηρία.
Όσο μας ξέρει ο σύντροφος της ζωής μας, δεν μας ξέρει κανένας άλλος. Και καμιά φορά όσο μας ξέρουν τα παιδιά μας, και όσο μας ξέρουν συνεργάτες, υφιστάμενοι και προϊστάμενοι, και τόσοι άλλοι, που γνωρίζουν και βλέπουν τα στραβά μας και τα λάθη μας και τις κακίες μας, τόσο καλά ώστε να ’μαστε εμείς τυφλοί και να μη τις βλέπουμε. Μόνον βέβαια ο Θεός γνωρίζει καλύτερα από όλους, ποιοι είμεθα στο βάθος του είναι μας, διότι Αυτός βλέπει μέσα στις καρδιές μας.
Μέσα μας βλέπει ο Θεός, δε βλέπει από έξω. Και δυστυχώς αν κρατήσουμε αυτήν την στάση, θα ακούσομε αυτό που είπε ο Κύριος: «Υπάγετε απ’ εμού κατηραμένοι, εις το πυρ το αιώνιον, το ητοιμασμένω τω διαβόλω και τοις αγγέλοις αυτού».
Γι’ αυτό και χρειάζεται η καθημερινή μετάνοια και η αλλαγή της ζωής μας, να μάθουμε από τώρα να ζούμε την αιώνια ζωή, ή μάλλον την ίδια ζωή που έζησε ο Χριστός πάνω στη γη. Να παλεύουμε λοιπόν και να αγωνιζόμαστε κάθε μέρα, για την κάθαρση, τον φωτισμό και τον αγιασμό. Και αν δεν τα καταφέρνουμε, άνθρωποι είμαστε, κι αν λυγίζουμε, και αν κάθε μέρα πέφτουμε, να σηκωνόμεθα, να ομολογούμε ότι είμεθα αμαρτωλοί, ότι είμεθα ένα τίποτα, μπροστά στον αγιασμό των αγίων και μπροστά στην Παναγιότητα και Παναγαθότητα του Αγίου μας Θεού. Πρέπει να μάθουμε να ζούμε όπως έζησε ο Χριστός, και πρέπει να μάθουμε να τρεφόμεθα καθημερινά από τον άρτον της ζωής, απ’ τον άρτον της δικαιοσύνης, απ’ τον καθημερινό άρτο της κάθε αρετής που πρέπει να καλλιεργούμε.


«Μακάριοι οι πεινώντες και διψώντες» είπε ο Κύριος, «ότι αυτοί χορτασθήσονται.» Και δεν είναι δικός μας μόνον χορτασμός. Είναι και χορτασμός του Χριστού, αλλά είναι και χορτασμός του πλησίον. Αν εγώ χορτάσω από αγάπη, θα την προσφέρω πρώτα στον Θεόν, και ύστερα θα την προσφέρω στον πλησίον. Θα αναπαυθεί ο Θεός, και θα πολλαπλασιάσει τις δωρεές Του μέσα μου. Και έτσι, δι’ αυτών των δωρεών, και δι’ αυτών των χαρισμάτων, θα χορτάσω με τον Άρτον του Χριστού, της δικαιοσύνης και της κάθε αρετής. Και τον πλησίον μου θα Τον ξεδιψάσω με τον λόγον του Θεού, τον αληθινόν λόγον, που θα βγαίνει μέσα από την πείρα της ζωής μου και της ζωής σου. Όχι μόνο από αυτά που διαβάζουμε, καλά είναι αυτά που διαβάζουμε, και καλώς πολύ καλά κάνουμε να τα μεταφέρουμε συχνά πυκνά στους δικούς μας, στα παιδιά μας, στις συντροφιές μας. Αλλά όμως πέρα από τις πείνες και τις δίψες τις υλικές που υπάρχουν γύρω μας, και τις οποίες κατά τον άλφα ή βήτα τρόπο ας πούμε ότι καλύπτονται είτε από μας, είτε από την κοινωνική πρόνοια, αυτό είναι καθήκον όμως, υπάρχει πείνα και δίψα για αληθινό λόγο Θεού, και τον λόγον του Θεού ΔΕΝ τον συζητάμε στα σπίτια μας, δεν τον συζητάμε μεταξύ μας στις συντροφιές μας, δεν τον συζητάμε τον λόγον του Θεού και τους βίους των Αγίων και τα γεγονότα που περιγράφονται στα γεροντικά όταν συναντόμεθα μεταξύ μας, φιλικά απ’ το ένα σπίτι στο άλλο. Θα πείς, μας κοροϊδεύουν. Να μας κοροϊδέψουν αλλά εμείς να πούμε τον λόγον του Θεού.
Και ο αγώνας ο δικός μας, και των κληρικών και των λαϊκών, είναι να ομοιάσουμε τον Χριστό. Όλες οι ευχές της Θείας Λειτουργίας, αν τις προσέξτε καλά, γιατί σαν εδώθησαν προς μελέτη, οι ευχές αυτές της Θείας Λειτουργίας, με πάρα πολύ καλή ανάλυση και μέσα από την πράξη της ζωής, αγίων ανθρώπων, αγίων πιστών, αγίων απλών εφημερίων, κληρικών και ασκητών, σας εδόθη η ερμηνεία της Θείας Λειτουργίας. Αν λοιπόν προσέξουμε καλά, θα δούμε ότι ο σκοπός είναι ο αγιασμός της ψυχής μας, είναι να χορταίνουμε από τον ίδιο τον Χριστό, και αυτό που περισσεύει, να το δίνουμε στους άλλους.
Έχω αγάπη; Θα σας δώσω.
Δεν έχω; Δε θα σας δώσω.
Έχετε αγάπη; Θα τη δώσετε.
Έχετε υπομονή; Θα τη δώσετε, κάνοντάς την.
Έχετε πραότητα και ειρήνη; Θα τη δώσετε!
Δηλαδή έχετε χάρη Θεού; Θα δώσετε.
Έχουμε Χάρη; Θα δώσουμε.
Δεν έχουμε; Δεν θα δώσουμε.
Μας παρασέρνουν πότε το ένα πάθος και πότε το άλλο, και έτσι λοιπόν αντί να προσφέρουμε την ταπείνωση και την πραότητα που ζητάει ο Θεός από μας, εμείς προσφέρουμε αγριότητα, θυμό, νεύρα, αντιλογία, αντιρρήσεις, και χαλάμε την ειρήνη του σπιτιού μας. Και ξεχνάμε αυτό που μας είπε ο Πανάγιος Θεός «μάθετε απ’ εμού, ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία και ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαίς ημών». Δεν έχουμε ειρήνη μέσα μας. Δεν έχουμε ανάπαυση. Δεν έχουμε γαλήνη, όχι επειδή είμαστε άρρωστοι, – οι αρρώστιες βέβαια είναι αλήθεια ότι προσφέρουν ταραχή, δεν αφήνουν ήσυχο και το σώμα, οι πολλές και ποικίλες που έχουμε – αλλά όμως όταν υπάρχει μέσα μας ειρήνη, η ειρήνη του Θεού που υπερέχει, κάθε σκέψη και κάθε νουν που φτάνει μέχρι τον ουρανό, αυτή η ειρήνη ειρηνεύει και το σώμα, ειρηνεύει τις αισθήσεις, ειρηνεύει τους λογισμούς και άμα αυτή η ειρήνη πλημμυρίσει την ψυχή μας ύστερα από προσευχή, η ειρήνη επικρατεί και στο σπίτι. Η ειρήνη επικρατεί και στο περιβάλλον. Η ειρήνη επικρατεί και την ώρα που οδηγείς το αυτοκίνητο. «Μάθετε απ’ εμού λοιπόν ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία».
“Γυμνός και δε με ντύσατε ή με ντύσατε”; Και κανένας ντύνεται με αρετές, δεν ντύνεται κανένας μονάχα δίνοντας κάλτσες και παπούτσια και ρούχα, χρειάζονται και αυτά, διότι όπως μας λένε οι στατιστικές και οι πολιτικοί μας, ένα πολύ μεγάλο μέρος του Ελληνικού λαού ζει κάτω από τα όρια της φτώχειας, και αυτοί έχουν τις ανάγκες μας, αλλά όμως μαζί με το φαγητό, μαζί με το ψωμί και το νερό, μαζί με τη θέρμανση, μαζί με τον ρουχισμό και μαζί με τα πρώτα είδη ανάγκης, τα φάρμακα και τα λοιπά, χρειάζεται να του προσφέρουμε την αγάπη της καρδιάς μας. Να του προσφέρουμε τον λόγον του Θεού, να του προσφέρουμε αυτό το μάννα, που έθρεψε εμάς, να το βγάλουμε απ’ την καρδιά μας, για να του δώσουμε και αυτόν να χορτάσει. Αυτό το δίνουμε; Αυτό είναι το ερωτηματικό.

Το να τηρούμε πέντε δέκα εντολές και να νομίζουμε ότι είμαστε κάτι επειδή πηγαίνουμε στην Εκκλησία, δεν λέει πολλά πράγματα. Πρέπει να έχουμε αληθινή μετάνοια, και να την διδάσκουμε και έμπρακτα στους άλλους. Και την αληθινή μετάνοια δεν την βλέπω ούτε στον εαυτόν μου, αλλά ούτε και στους περισσοτέρους απ’ αυτούς που έρχονται να εξομολογηθούν.

ΟΤΑΝ Ο ΘΕΟΣ ΘΕΛΕΙ...

Κάποτε υπήρχε μια φτωχή γυναίκα
Που για ότι καλό της συνέβαινε
Με το παραμικρό έλεγε "Δόξα τω Θεό".
Κοντά της όμως ζούσε ένας πλούσιος ο οποίος
Κάθε φορά που περνούσε μπροστά από το σπίτι της
Την άκουγε να λέει "Δόξα τω Θεό, ευχαριστώ Κύριε"
Και κάθε φορά τον εκνεύριζε.
Ώσπου μια μέρα λέει στο υπηρέτη του
-Πήγαινε στην αγορά πάρε δυο καρότσια τροφές
Και πήγαινε την σ΄ αυτήν την γυναίκα.
Και όταν σε ρωτήσει ποιος τα έφερε να της πεις ο Διάβολος τα έφερε.
Πράγματι λοιπόν την άλλη μέρα χτυπάει το κουδούνι της γυναίκας
Και καθώς ανοίγει βλέπει τα δυο καρότσια με τα τρόφιμα και τον υπηρέτη από πίσω.
-"Δόξα τω Θεό, ευχαριστώ Κύριε" λέει εκείνη λάμποντας από χαρά.
-Δεν θέλετε να μάθετε ποιος σας έφερε τα καρότσια; ρώτησε ανυπόμονα ο υπηρέτης...
-Όχι παιδί μου, δεν έχει σημασία, όταν ο Θεός θέλει, ακόμη και ο διάβολος τον υπηρετεί...
Είπε η γυναίκα και μπήκε μέσα χαρούμενη με τα καρότσια.

Πέμπτη 11 Ιουλίου 2013

Το σοφό τέστ του Σωκράτη



Το σοφό τεστ του Σωκράτη που πρέπει να το εφαρμόζουμε κι’ εμείς…


Μια μέρα, εκεί που ο μεγάλος αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος Σωκράτης έκανε τη βόλτα του στην Ακρόπολη, συνάντησε κάποιον γνωστό του, ο οποίος του ανακοίνωσε ότι έχει να του πει κάτι πολύ σημαντικό που άκουσε για κάποιον από τους μαθητές του.
Ο Σωκράτης του είπε ότι θα ήθελε, πριν του πει τι είχε ακούσει, να κάνουν το τεστ της “τριπλής διύλισης”.
“- Τριπλή διύλιση;” ρώτησε με απορία ο γνωστός του.
- Ναι, πριν μου πεις τι άκουσες για το μαθητή μου θα ήθελα να κάτσουμε για ένα λεπτό να φιλτράρουμε αυτό που θέλεις να μου πεις.
- Το πρώτο φίλτρο είναι αυτό της αλήθειας.
Είσαι λοιπόν εντελώς σίγουρος ότι αυτό που πρόκειται να μου πεις είναι αλήθεια;
- Ε… όχι ακριβώς, απλά το άκουσα όμως και…
-Μάλιστα, άρα δεν έχεις ιδέα αν αυτό που θέλεις να μου πεις είναι αλήθεια ή ψέματα.
- Ας δοκιμάσουμε τώρα το δεύτερο φίλτρο, αυτό της καλοσύνης.
Αυτό που πρόκειται να μου πεις για τον μαθητή μου είναι κάτι καλό;
- Καλό; Όχι το αντίθετο μάλλον…
- Άρα, συνέχισε ο Σωκράτης, θέλεις να πεις κάτι κακό για τον μαθητή μου αν και δεν είσαι καθόλου σίγουρος ότι είναι αλήθεια.
Ο γνωστός του έσκυψε το κεφάλι από ντροπή και αμηχανία.
- Παρόλα αυτά, συνέχισε ο Σωκράτης, μπορείς ακόμα να περάσεις το τεστ γιατί υπάρχει και το τρίτο φίλτρο.
Το τρίτο φίλτρο της χρησιμότητας.
Είναι αυτό που θέλεις να μου πεις για τον μαθητή μου κάτι που μπορεί να μου φανεί xρήσιμο σε κάτι;
- Όχι δεν νομίζω…
- Άρα λοιπόν αφού αυτό που θα μου πεις δεν είναι ούτε αλήθεια, ούτε καλό, ούτε χρήσιμο, γιατί θα πρέπει να το ακούσω;
Ο γνωστός του έφυγε ντροπιασμένος,έχοντας πάρει ένα καλό μάθημα…
Μήπως είναι καιρός να βάλουμε κι εμείς αυτό το σοφό τεστ στη ζωή μας;

Τετάρτη 10 Ιουλίου 2013

Γιατί οι άνθρωποι ουρλιάζουν όταν εξοργίζονται;


-"Γιατί χάνουν την ηρεμία τους" απάντησε ο ένας.

-"Μα γιατί πρέπει να ξεφωνίζουν παρότι ο άλλος βρίσκεται δίπλα τους;" ξαναρωτά ο σοφός.

-"Ξεφωνίζουμε, όταν θέλουμε να μας ακούσει ο άλλος"είπε ένας άλλος μαθητής.

Και ο δάσκαλος επανήλθε στην ερώτηση: "Μα τότε δεν είναι δυνατόν να του μιλήσει με χαμηλή φωνή;

Διάφορες απαντήσεις δόθηκαν αλλά.. καμμιά δεν ικανοποίησε τον δάσκαλο..

"Ξέρετε γιατί ουρλιάζουμε κυριολεκτικά όταν είμαστε θυμωμένοι;

Γιατί όταν θυμώνουν δύο άνθρωποι, οι...καρδιές τους απομακρύνονται πολύ..και για να μπορέσει ο ένας να ακούσει τον άλλο θα πρέπει να φωνάξει δυνατά,για να καλύψει την απόσταση..

Όσο πιο οργισμένοι είναι, τόσο πιό δυνατά θα πρέπει να φωνάξουν για ν'ακουστούν.
Ενώ αντίθετα τι συμβαίνει όταν είναι ερωτευμένοι;

Δεν έχουν ανάγκη να ξεφωνήσουν, κάθε άλλο, μιλούν σιγανά και τρυφερά..

Γιατί; Επειδή οι καρδιές τους είναι πολύ πολύ κοντά. Η απόσταση μεταξύ τους είναι ελάχιστη. Μερικές φορές είναι τόσο κοντά που δεν χρειάζεται ούτε καν να μιλήσουν... παρά μονάχα ψιθυρίζουν.

Και όταν η αγάπη τους είναι πολύ δυνατή δεν είναι αναγκαίο ούτε καν να μιλήσουν, τους αρκεί να κοιταχθούν. Έτσι συμβαίνει όταν δυό άνθρωποι που αγαπιούνται πλησιάζουν ο ένας προς τον άλλον.Στο τέλος ο Σοφός είπε συμπερασματικά:

"Οταν συζητάτε μην αφήνετε τις καρδιές σας να απομακρυνθούν, μην λέτε λόγια που σαν απομακραίνουν, γιατί θα φτάσει μια μέρα που η απόσταση θα γίνει τόσο μεγάλη που δεν θα βρίσκουν πιά τα λόγια σας το δρόμο του γυρισμού"

Δευτέρα 8 Ιουλίου 2013

Η ΝΕΑΝΙΚΗ ΖΩΝΤΑΝΙΑ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΠΑΘΩΝ



Γέροντα, βλέπω ὅτι ἔχω πολλὰ πάθη.
- Ναί, ἔχεις πολλὰ πάθη, ἀλλὰ καὶ νειάτα ἔχεις καὶ παλληκαριὰ ἔχεις, γιὰ νὰ δούλεψης καὶ νὰ βγάλης ἀπὸ τὸ περιβόλι σου τὰ ἀγκάθια καὶ νὰ βάλης κρίνα, ζουμπούλια, τριαντάφυλλα καὶ νὰ ἀγάλλεσαι μετὰ μέσα στὸ περιβόλι σου.
Τώρα πού εἶσαι νέα, τὰ πάθη εἶναι «τρυφερὰ» καὶ εὔκολα ξερριζώνονται. Βλέπεις, καὶ τὰ ἀγριόχορτα - καὶ ἀγκάθια νὰ εἶναι - ὅταν εἶναι ἀκόμη τρυφερά, εὔκολα ξερριζώνονται· ἐνῶ, ὅταν μεγαλώσουν, σκληραίνουν καὶ δύσκολα μπορεῖς νὰ τὰ πιάσης, γιὰ νὰ τὰ ξερριζώσης. Καὶ ἡ τσουκνίδα, ὅταν βγάζη τὰ πρῶτα φύλλα, δὲν διαφέρει στὴν ἁπαλάδα ἀπὸ τὸν βασιλικό· μπορεῖς νὰ τὴν πιάσης καὶ νὰ τὴν μυρίσης, γιατί εἶναι τρυφερή. Γι' αὐτὸ νὰ προσπαθήσης νὰ ξερριζώσης τὰ πάθη σου, ὅσο εἶσαι νέα, γιατί, ἂν τὰ ἀφήσης, θὰ αἰχμαλωτισθῆ ἡ ψυχή σου σὲ διάφορες ἐπιθυμίες καὶ θὰ εἶναι δύσκολο νὰ ἐλευθερωθῆς ἀπὸ αὐτές.Ὅσοι ἀπὸ νέοι δὲν ξερριζώνουν τὰ πάθη τους, ὑποφέρουν πολὺ στὰ γεράματα, διότι γερνᾶνε μὲ τὰ πάθη, τὰ ὁποῖα γίνονται «παλιὰ κακὰ» δυσκολοθεράπευτα. Ὅσο μεγαλώνει ὁ ἄνθρωπος, ἀρχίζει νὰ ἀγαπᾶ τὰ πάθη του. Ἔρχεται ἡ ἡλικία τῆς ἀγάπης, τῆς στοργῆς καὶ γίνεται πιὸ ἐπιεικὴς στὸν ἑαυτό του. Ἐξασθενεῖ καὶ ἡ θέληση, καὶ ὁ ἀγώνας κατὰ τῶν παθῶν γίνεται πιὸ δύσκολος. Ὁ νέος ἔχει ζωντάνια• ἐὰν ἀξιοποιήση αὐτὴν τὴν ζωντάνια στὸ ξερρίζωμα τῶν παθῶν, προκόβει.

Πηγή: Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου "Λόγοι", τόμ. E΄ - Πάθη καί Άρετές, εκδ. Ἱερό Ἡσυχαστήριο Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος, Σουρωτή Θεσ/νίκης.

Η φύση μας είναι δεκτική και του καλού και του κακού, και η αντίθετη δύναμη του σατανά είναι προτρεπτική, όχι αναγκαστική (Άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος).



«Ερώτησις: Πως συμβαίνει να πέφτουν πάλι μερικοί σε παραπτώματα μετά τον ερχομό της χάριτος; Δεν είναι ο σατανάς πολύ πιο ανίσχυρος; Διότι όπου είναι μέρα πως μπορεί να είναι συγχρόνως και νύχτα;

Απόκρισις:

Όχι πως σβήνει ή εξασθενεί η χάρη, αλλά για να δοκιμασθεί η βούληση και η ελευθερία σου, προς τα που κλίνει, επιτρέπει την παρουσία της κακίας. Και συ πάλι, προσεγγίζονταςμε την θέλησή σου τον Κύριο, μπορείς να παρακαλείς τον Κύριο να σε επισκεφτεί η χάρη Του· διότι πως τότε έχει γραφτεί, ‘’το Πνεύμα μην σβήνετε’’; Εκείνο είναι άσβεστο και φωτεινό, αλλά εσύ με το δικό σου θέλημα αμελώντας και αδιαφορώντας σβήνεσαι από την παρουσία του αγίου Πνεύματος και δεν είσαι πια φωτεινός. Επίσης λέγει· ‘’μη λυπείτε το άγιο Πνεύμα, με το οποίο έχετε σφραγιστεί και προοριστεί για να λάβετε την πλήρη απολύτρωση κατά την ημέρα της δευτέρας Παρουσίας’’. Βλέπεις λοιπόν ότι από το δικό σου θέλημα και από τη δική σου βούληση εξαρτάται το να τιμήσεις το άγιο Πνεύμα και το να μη το λυπήσεις;

Εγώ όμως σου λέγω ότι και στους τέλειους Χριστιανούς, που έχουν αιχμαλωτιστεί και έχουν μεθύσει από την παρουσία του αγαθού, υπάρχει η βούλησή τους, και, αφού δοκιμασθούν με αναρίθμητα κακά, στρέφονται και ακολουθούν το αγαθό.

Όπως ακριβώς κάποιοι που είναι αξιωματούχοι και πλούσιοι και ευγενείς, και αυτοί με τη θέληση και την ελεύθερη βούλησή τους εγκαταλείπουν τον πλούτο, την ευγενική καταγωγή τους και τα αξιώματά τους, και αφού απομακρυνθούν από αυτά και ντυθούν βρώμικα και φτωχικά ρούχα, αντί να δοξάζονται περιφρονούνται, οπότε γίνονται ταλαίπωροι και δυστυχισμένοι· σ’ αυτό το σημείο κατάντησαν με το δικό τους θέλημα. Εγώ όμως σου λέγω ότι και στους αποστόλους, που είχαν γίνει τέλειοι με τη χάρη του Θεού, δεν τους εμπόδιζε τίποτα η χάρη να κάνουν εκείνα που ήθελαν, αν βέβαια ήθελαν αυτοί οι ίδιοι να κάνουν κάτι που δεν θα ήταν αρεστό στη χάρη του Θεού. Διότι η φύση μας είναι δεκτική και του καλού και του κακού, και η αντίθετη δύναμη του σατανά είναι προτρεπτική, όχι αναγκαστική.

Έχεις λοιπόν εσύ την ελεύθερη βούληση, οδήγησε τον εαυτό σου όπου θέλεις. Δεν βλέπεις ότι ο Πέτρος ‘’ήταν αξιοκατάκριτος’’, και πήγε ο Παύλος, που είχε τη χάρη του Θεού, με τη θέλησή του έκανε έντονη συζήτηση με το Βαρνάβα, και αφού διαφώνησαν και φιλονίκησαν, χωρίστηκαν μεταξύ τους; Και πάλι ο ίδιος λέγει· ‘’σεις οι πνευματικοί να διορθώνετε αυτόν που έχει παρασυρθεί και να τον καθοδηγείτε με πνεύμα πραότητας, προσέχοντας μήπως και σεις πέσετε στον ίδιο πειρασμό’’. Να λοιπόν που και οι καταρτισμένοι πνευματικά υποβάλλονται σε πειρασμό, επειδή υπάρχει ακόμα μέσα τους η ελεύθερη βούληση, και οι εχθροί είναι κοντά, όσο χρόνο βρίσκονται σ’ αυτό τον κόσμο».

 (Απόσπασμα από την ΚΖ ομιλία του αγίου Μακαρίου του Αιγυπτίου, Φ. Τ. 7, σελ. 439- 443).

Παρασκευή 5 Ιουλίου 2013

Το πρόβλημα είναι η έλλειψη της αγάπης απο την καρδιά μας που φυγαδεύει την χαρά

«να έχετε χαρά», να έχετε χαρά γιατί πατάτε τη γη και ο Θεός σας αφήνει. Να έχετε χαρά γιατί τώρα ζείτε, σε λίγο μπορεί να μην υπάρχει κανένας από εμάς. Οι δυσκολίες δεν είναι το πρόβλημα, η έλλειψη της αγάπης από την καρδιά μας φυγαδεύει την χαρά, φυγαδεύει το ευλογημένο ον και μας κάνει τραυματισμένα πλάσματα, μικρούς ανθρώπους, πολιτικούς χωρίς υψηλό νόημα, ανθρώπους της ζωής, της θρησκείας, της φιλοσοφίας, της γνώσης, χωρίς εμπειρία στην χαρά της ζωής. 
Ήρθατε εδώ να γευτείτε τη χαρά της ζωής και να είστε δυνατοί. Ο άνθρωπος που δεν έχει χαρά δεν είναι δυνατός. Όταν βλέπεις έναν άνθρωπο τραυματισμένο στην καρδιά, στα μυαλά του, στα αισθήματα του, στον λόγο του όταν ο λόγος του ανθρώπου είναι τραυματισμένος, είναι γεμάτος φοβίες, ανησυχίες, ανασφάλειες, εχθρότητα, επιθετικότητα- αυτός ο άνθρωπος δεν έχει χαρά στην καρδιά του, είναι τραυματισμένος, είναι άρρωστος, είναι απο-τυχημένος. 

Να έχετε λοιπόν χαρά, για να γίνεστε δυνατοί. Μην λέτε «έχω πολλά προβλήματα, πώς θα φτάσω στην χαρά;». Οι δυσκολίες της ζωής θα σταθούν πολλές φορές μπροστά σας, κάθε μέρα στέκονται, ακόμα κι αν ευχηθώ εγώ να μην έχετε δυσκολίες, πάλι θα έχετε, αλλά θα ήθελα να έχετε κάτι σπουδαίο, τη γνώση, οι δυσκολίες της ζωής να μην σας κάνουν δυσκολία, να μην σας κάνουν ψέμα, να μην σας κάνουν μικρούς ανθρώπους, τραυματισμένα πλάσματα.

Να γίνετε εκφραστές της αγάπης

Ξέχασαν να είναι σοφά όντα οι άνθρωποι σήμερα, οι πιο πολλοί. Μπήκε το συμφέρον πιο μπροστά από την σοφία και οι ανθρώπινες κοινωνίες στερήθηκαν τον άνθρωπο. Χρειάζονται πολλές ψυχαναλύσεις για να γνωρίσουν οι άνθρωποι τον άνθρωπο. Στην εποχή μας οι άνθρωποι δεν αναζητούν την σοφία. Και όταν μια μάνα δεν διδάσκει το παιδί της να γίνεται σοφό, να αγαπάει την χαρά, την ζωή και την δύναμη, να γίνετε σοφό, να αντέχει τις δυσκολίες της ζωής, να είναι υψηλός άνθρωπος, να φέρεται λεπτά, να υπάρχει σαν άνθρωπος ανώτερος από τις συγκυρίες και τις δυσκολίες της ζωής, τότε αυτή η μάνα είναι οχιά στον κόρφο του παιδιού της. Και αυτός ο πατέρας που δεν διδάσκει το παιδί του τη σοφία, την αγάπη και την δύναμη, είναι ο πρώτος εχθρός, ο πρώτος φονιάς που φονεύει την ανθρώπινη χαρά της ύπαρξης του ίδιου του του παιδιού. 

Και αν σταματάνε οι άνθρωποι στα παιδιά τους να διδάσκουν τη σοφία, και την αγάπη και την χαρά, τότε πως θα διδάξουν σαν καθηγητές, σαν δά-σκαλοι, σαν γιατροί, σαν επιστήμονες, σαν φιλόσοφοι, πώς, με ποιον τρόπο, όταν ο άνθρωπος δεν έχει ο ίδιος σφυρηλατήσει την ύπαρξη του με την σοφία; Δεν θα μπορέσει. Γι αυτό η κοινωνία μας σταματά μακριά από την βαθιά επικοινωνία και ζούνε όλοι στην επιφάνεια.

Να αγαπάτε την σοφία και να μάθετε να την αναζητάτε. Κάποιος μεγάλος άνδρας είπε « αναζήτησα την σοφία, γι αυτό και έζησα». Αναζητήσατε την σοφία, και θα ζήσετε. Δυο χιλιάδες χρόνια σας το έχει πει.

Έρχομαι τώρα σε κάτι πιο σημαντικό. Μίλησα για την χαρά, για την δύναμη και για την σοφία. Όλα αυτά συμπεριλαμβάνονται στην αγάπη. Δεν μπορείς να είσαι σοφός αν δεν έχεις αγάπη. Οι άνθρωποι διδάσκουν θρησκείες, φιλοσοφίες, σε πανεπιστήμια, σε κολέγια· έγινε φαινόμενο σπουδαίο η γνώση, μια γνώση όμως που τραυματίζει τον άνθρωπο γιατί στερείται το βάθος και την κοινωνία της αγάπης.
Αν δεν έχετε αγάπη, όλες οι φιλοσοφίες, οι θρησκείες, οι γνώσεις σας θα γίνονται τα πρώτα μαχαίρια που θα δηλητηριάζουν και θα νεκρώνουν την ανθρώπινη ύπαρξή σας.

Να έχετε χαρά και κάθε στιγμή της ζωής σας να αναζητάτε να γίνετε εκφραστές -εσείς οι μικροί άνθρωποι- να γίνεστε εκφραστές της αγάπης. Δεν λέω εκεί που αγαπάτε, αλλά και εκεί που δεν μπορείτε, να υπερβαίνετε τον μικρό εαυτό σας, αυτό θα πει αγάπη

Ο καλόγερος και ο ποντικός!



 


Μια ωραία διδακτική ιστορία!
 Κάποτε χριστιανοί μου κάποιος μοναχός, έφυγε από το κοινόβιο και την ευλογημένη υπακοή και πήγε στην έρημο να γίνει ησυχαστής. Ο λογισμός του απαιτούσε να αφοσιωθεί μέρα νύχτα στη μελέτη και θεωρία του ονόματος του Ιησού Χριστού και μάλιστα στο μυστήριο της Τριαδικότητος του Αγίου Θεού.
Έτσι πίστευε ότι θα μπορούσε μέσα στην ερημιά και στη γαλήνη της ησυχίας να ενωθεί με τον Θεόν χωρίς μέριμνες και χωρίς σκοτούρες.
Ύστερα όμως από δύο τρεις ημέρες, δεν μπορεί κανένας να αντέξει και παραπάνω εδώ που τα λέμε, σε κάποια στιγμή των ιερών του στοχασμών, αισθάνθηκε κοντά του την παρουσία κάποιου;
Τι ήταν; Ένα μικρό ποντίκι.Είχε ανεβεί στην μπαλωμένη και τρύπια παντούφλα του, και μύριζε το μεγάλο δάκτυλο του ποδιού του. Έτσι αποσπάσθηκε η προσοχή του και ήταν αδύνατον να κρατήσει αμετακίνητο το νου του, στην ενθύμηση του Θεού και στην προσευχή του.

Το είδε και είπε μέσα του, τι είπε μέσα του τώρα: «Εγώ άφησα τα πάντα για να επικοινωνώ αμέριμνα και σωστά με τον Θεόν και να έρχεται τώρα να μου την χάλασε ένας ποντικός. Ε, αυτό δα, παρατραβάει το κορδόνι, και λέγει νευριασμένος στο ποντίκι, δυνατά τώρα:
-«Γιατί βρε σιχαμένο μου διακόπτεις την προσευχή μου;»
-«Γιατί πεινάω, απάντησε το ποντίκι».
Και ο ησυχαστής ανταπάντησε με αγανάκτηση, χωρίς να αναρωτηθεί, πως το ποντίκι μίλησε με ανθρώπινη φωνή,
-«Φύγε από δω βρε μαγαρισμένο, εγώ προσπαθώ με χίλιους κόπους να δω πως θα ενωθώ με τον Θεό, και συ ήρθες να μου ζητήσεις να ασχοληθώ με την κοιλιά σου;» και φραπ, τίναξε το πόδι του και πέταξε τον ποντικό στην απέναντι γωνία της σπηλιάς του.
Και τότε το ποντίκι γυρίζει και με πολύ ηρεμία, αφού τον κοίταξε στα μάτια, του απάντησε, με ανθρώπινη γλώσσα:
- «Μάθε το μία για πάντα, πάτερ, αν δεν μπορέσεις με τους γύρω συνασκητάς σου και με τον γέρο Αββακούμ, που ψήνεται στον πυρετό, και πεθαίνει από την πείνα μέσα σε μία διπλανή σου σπηλιά, αλλά και με τον κάθε Αββακούμ, δηλαδή τον πλησίον σου, που πονάει και υποφέρει, που πεινάει και διψάει και κείται γυμνός και πληγιασμένος, και δεν τον συμπονέσεις, και δεν του σταθείς, στα προβλήματά του, τότε, ποτέ, μα ποτέ δεν θα μπορέσεις να ενωθείς με τον Θεόν της αγάπης και του ελέους. »
Και μετά ο ποντικός χάθηκε.

Πέμπτη 4 Ιουλίου 2013

ΔΥΣΚΟΛΕΥΟΝΤΑΙ ΟΙ ΝΕΟΙ ΝΑ ΠΡΟΣΕΛΘΟΥΝ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ...



Αρχιμ. Γεωργίου (Καψάνη),
Καθηγουμένου Ι.Μ.Γρηγορίου, Αγ. Όρους

Υπάρχουν μερικές δυσκολίες στα σημερινά μας παιδιά να πλησιάσουν το μυστήριο της Μετανοίας. Οι σημερινοί νέοι δυσκολεύονται να πλησιάσουν γενικά την Εκκλησία και τους κληρικούς γιατί καλλιεργείται μία προκατάληψη κατά της Εκκλησίας. Η Εκκλησία σήμερα χλευάζεται, συκοφαντείται, διαβάλλεται, εξευτελίζεται στα μάτια του κόσμου και της νεολαίας και όποιοι νέοι θα εκδηλώσουν την πίστη τους, θα γίνουν αντικείμενο… ειρωνείας.
Έπειτα η σημερινή αγωγή- ψυχολογία, φιλοσοφία, πολιτική- καλλιεργούν ένα ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα στους ανθρώπους που δημιουργεί την ψευδαίσθηση της αυτοσωτηρίας. Καλλιεργούν την αυτάρκεια, τη φιλαυτία, τον εγωκεντρισμό. Όλα αυτά είναι αντίθετα στο πνεύμα της μετανοίας και της εξομολογήσεως. Τονίζεται μάλιστα από ορισμένα συστήματα, όπως είναι ο υπαρξισμός, ότι η αμαρτωλότητα έγκειται στις αμαρτωλές καταστάσεις και όχι στα πρόσωπα και έτσι μεταθέτουν το θέμα της προσωπικής ευθύνης από τα πρόσωπα στις καταστάσεις. Οπότε ο άνθρωπος τείνει να θεωρεί τον εαυτό του ανεύθυνο για ό,τι κακό γίνεται.
Κατά τη φροϋδική πάλι θεώρηση, αμαρτία είναι όχι η εκπλήρωση των κακών επιθυμιών του ανθρώπου, αλλά η μη εκπλήρωσή τους. Η αμαρτία ακόμη εμφανίζεται σήμερα ως δικαίωμα του ανθρώπου και ως απελευθέρωσή του, όπως στο θέμα των αμβλώσεων. Οι αμβλώσεις είναι η πιο φρικτή αμαρτία και όμως βλέπουμε τις φεμινίστριες να διαδηλώνουν στους δρόμους και αυτό που είναι έγκλημα να το απαιτούν ως απελευθέρωσή τους: «Το σώμα μας, μας ανήκει, φωνάζουν, δεν θέλουμε χριστιανικό σώμα». Σκεφθείτε λοιπόν τί διαστροφή των πραγμάτων έχει γίνει, όταν το έγκλημα θεωρείται ως απελευθέρωση του ανθρώπου, ενώ είναι η χειρότερη υποδούλωσή του.
Πώς τώρα τα παιδιά που από τις τηλεοράσεις, τα ραδιόφωνα, τα βίντεο κλπ. ποτίζονται απ’ αυτό το αρρωστημένο, εγωκεντρικό και φίλαυτο πνεύμα, θα μπορέσουν να μπουν στο πνεύμα της Εκκλησίας που είναι τελείως αντίθετο;
Καλλιεργείται επίσης η ψυχολογία της μάζας εις βάρος του προσώπου και της προσωπικής ευθύνης. Η υπερβολική χρήση της λέξεως μάζα και των παραγώγων της (π.χ. μαζικός αθλητισμός, μαζικοί αγώνες κ.λπ.) για να ορισθεί ένα σύνολο ανθρώπων, υποδηλώνει προσπάθεια ν’ απορροφηθεί το ανθρώπινο πρόσωπο από τη μάζα. Ο μαζοποιημένος άνθρωπος δεν σκέπτεται, αποφασίζει, ενεργεί προσωπικά και γι’ αυτό δεν αισθάνεται ότι ευθύνεται προσωπικά. Άλλοι τον κατευθύνουν.
Έπειτα το γενικότερο κλίμα και η προβολή της διαφθοράς αμβλύνει την ηθική συνείδηση. Όταν τα παιδιά βλέπουν από μικρά αυτά που βλέπουν, η συνείδησή τους αμβλύνεται. Παύουν να θεωρούν το κακό ως κακό ή όσο είναι κακό. Γι’ αυτό με πόνο διαπιστώνουμε ότι έχει αυξηθεί η εγκληματικότητα και ιδίως τα εγκλήματα κατά της ζωής των ανθρώπων. Φοβερά εγκλήματα δημοσιεύονται καθημερινά στις εφημερίδες. Και μετά την νομιμοποίηση των αμβλώσεων θα αυξηθούν περισσότερο τα εγκλήματα. Το ίδιο το κράτος δείχνει τώρα περιφρόνηση στη ζωή του ανθρώπου, (του υπό κατασκευή), αλλά πάντως ανθρώπου. Και οι νέοι που σήμερα δέχονται αυτή την αγωγή και κατεύθυνση από την πολιτεία και με τις εκτρώσεις εγκληματούν, γιατί να μη εγκληματήσουν αργότερα εναντίον και ενός άλλου ανθρώπου, όταν η φιλαυτία τους το απαιτεί;
Μία άλλη δυσκολία να πλησιάσουν οι νέοι την Εκκλησία είναι η αδυναμία των ενοριών, των μεγάλων κυρίως ενοριών, που αριθμούν σήμερα πολλές χιλιάδες ενοριτών, να φανερώσουν την ευχαριστιακή και εκκλησιολογική συγκρότηση της ενορίας. Δηλαδή κάποιος να πάει στην ενορία του, να αισθανθεί την ευχαριστιακή σύναξή της και να πει ότι, «εδώ είναι η οικογένειά μου, η οικογένεια του Θεού· εδώ είναι το σπίτι του Θεού και Πατέρα μου. Εδώ είμαστε όλοι μέλη του Σώματος του Χριστού, είμαστε η εν Χριστώ αδελφότητα και κοινωνία. Εδώ ο ιερέας είναι ο πνευματικός μου πατέρας και εγώ για να μπορώ να συμμετέχω σ’ αυτή την ευχαριστιακή σύναξη του λαού του Θεού, δεν πρέπει να χωρίζομαι με την αμαρτία ούτε από το Θεό ούτε από την Εκκλησία. Και έχω την ευχέρεια, όταν αμαρτήσω, να πάω στον ιερέα, στον πατέρα και Πνευματικό μου να του πω την αμαρτία μου. Αυτός να με συγχωρέσει και εγώ να μπορώ να συμμετέχω στην εν Χριστώ σύναξη της αδελφότητας και οικογένειάς μας που είναι η ενορία μου και να μετέχω των Άχραντων Μυστηρίων».
Η λειτουργία της Εκκλησίας, ως ευχαριστιακής συνάξεως του λαού και πραγματοποιήσεως της κοινωνίας του Σώματος του Χριστού ήταν κάτι το αυτονόητο για την αρχαία Εκκλησία. Γι’ αυτό υπήρχε η δημοσία εξομολόγηση των αμαρτησάντων ενώπιον του Επισκόπου, ο οποίος και έδιδε την παρά Θεού άφεση ως προϊστάμενος της Τοπικής Εκκλησίας. Μετά την δημοσία εξομολόγηση και άφεση, μπορούσαν οι μετανοούντες ν’ αποκατασταθούν στο Σώμα του Χριστού και να κοινωνήσουν των Αχράντων Μυστηρίων.
Ο εκκλησιολογικός και ευχαριστιακός επαναπροσανατολισμός της ενορίας θα βοηθήσει τα νιάτα να γυρίσουν στην Εκκλησία και να συνδεθούν με το μυστήριο της εξομολογήσεως.
Πού θα μπορούσαμε να βασισθούμε, ποιά σημεία επαφής να βρούμε για να βοηθήσουμε τους νέους να προσεγγίσουν το μυστήριο της Μετανοίας; Νομίζω στην επίκληση των οδυνηρών υπαρξιακών προβλημάτων των νέων. Οι νέοι σήμερα από μικρή ηλικία δεν ζουν παραδοσιακή ζωή, εκτός εξαιρέσεων· ζουν την εκκοσμίκευση και έχουν προχωρημένες εμπειρίες στο κακό. Οι περισσότερες είναι εμπειρίες απογοητεύσεως. Μετά από πολλές αναζητήσεις, δοκιμές και απογοητεύσεις έχουν μία πίκρα μέσα τους. Εκείνη την ώρα λοιπόν που αρχίζουν να βιώνουν αυτή την πίκρα, μπορεί να τους συναντήσει ο θεολόγος ή ο ιερέας ή ο πιστός χριστιανός και να τους πει: «Κοίταξε, αδελφέ, όλα αυτά που δοκίμασες είναι μία απελπισία, μία αποτυχία, όμως υπάρχει κάτι που δεν το δοκίμασες και αυτό μπορεί να σου δώσει την όντως, την αληθινή, χαρά».
Έχουμε πολλά παραδείγματα νέων ανθρώπων που απογοητευμένοι απ’ όλα, στρέφονται προς το Χριστό ως την τελευταία και μοναδική λύση του αδιεξόδου τους. Πολλοί νέοι που έχουν καταφύγει στα ναρκωτικά και είναι από καλές οικογένειες, μου είπαν: «Πάτερ, δεν πήραμε ναρκωτικά γιατί είμαστε αλήτες, αλλά γιατί είμαστε από όλα απογοητευμένοι και ζητάμε κάποια διέξοδο». Τους πλανά ο διάβολος και νομίζουν ότι στα ναρκωτικά θα βρουν αυτό το βαθύ που λαχταρά η ανθρώπινη ψυχή.
Κάτι άλλο που μπορεί εκ πείρας να καταλάβει ο νέος είναι ότι κάθε αμαρτία κατά βάθος είναι φιλαυτία, δηλαδή αρρωστημένη, εγωιστική αγάπη του εαυτού μας και ότι η φιλαυτία μας οδηγεί στη μοναξιά και το αδιέξοδο. Δεν μπορεί ο άνθρωπος με τη φιλαυτία να αποκαταστήσει πραγματική κοινωνία με το Θεό και τον συνάνθρωπό του, και τελικά ζει σε μία αφόρητη μοναξιά. Και αυτή η μοναξιά είναι κόλαση πριν από την κόλαση. Την έλλειψη κάθε μεταξύ τους κοινωνίας βιώνουν οι κολασμένοι, κατά την απάντηση που έδωσε το κρανίο ενός ιερέως των ειδώλων. Όταν δηλαδή ρωτήθηκε από τον Μέγα Μακάριο, πώς περνούν στον άδη, εκείνο απήντησε ότι δεν μπορεί ο ένας να δει τον άλλον. Ενώ εμείς μέσα στην Εκκλησία μπορούμε να δούμε ο ένας τον άλλον εν Χριστώ Ιησού.
Ο άνθρωπος ως κατ’ εικόνα Θεού πλασμένος είναι ον θεολογικό. Καμία αυτονομία δεν μπορεί να του δώσει αυτό που τον ολοκληρώνει, τον ερμηνεύει, τον αναπαύει βαθειά μέσα στη ψυχή του, παρά μόνο εάν επιστρέψει στο πρωτότυπο της εικόνας του που είναι ο Χριστός.
Ο άνθρωπος στην Εκκλησία μπορεί να πραγματοποιήσει αληθινά το πρόσωπο του σε κοινωνία με το Θεό και τους ανθρώπους και να φθάσει την ύψιστη δυνατότητα της υπάρξεώς του, τη θέωση. Η Εκκλησία του δίνει τη δυνατότητα του αληθινού ανθρωπισμού.
Ο Θεός και η Εκκλησία αγαπούν τον άνθρωπο όπως είναι, όταν πολλές φορές ακόμη και οι γονείς του τον απορρίπτουν. Η Εκκλησία δέχεται τον άνθρωπο όσο αμαρτωλός και αν είναι και όπως είναι, για να του δώσει όμως τη δυνατότητα να γίνει, όπως θέλει ο Θεός. Και πόσο τον βοηθά αυτή η αποδοχή! Είναι γνωστή η φιλανθρωπία των άγιων Πατέρων και Γερόντων της έρημου. Μέχρι σήμερα βλέπουμε στους διακριτικούς Πατέρας του Αγίου Όρους, που στον εαυτό τους είναι αυστηροί, να δείχνουν άκρα φιλανθρωπία και κατανόηση στον πεσόντα άνθρωπο, και στην αρρωστημένη και φθαρμένη ανθρώπινη φύση. Αλλά και το θάρρος και τη βοήθεια που δίνουν στον άνθρωπο για να τον πάρουν από εκεί που είναι, από την κόλασή του μέσα, και να τον οδηγήσουν με πολλή αγάπη και διάκριση στον Θεό.
Στην Εκκλησία υπάρχει η δυνατότητα της μυστικής εμπειρίας του Θεού. Δεν μπορεί ο άνθρωπος ν’ αναπαυθεί μόνο με μια εξωτερική σχέση με το Θεό. Είναι πλασμένος να είναι ερωτευμένος με το Θεό. Ο θειος έρως, λέγουν οι Πατέρες, είναι ανάγκη της ψυχής του ανθρώπου. Λοιπόν η ερωτική σχέση με το Θεό είναι εκείνη που τελικά αναπαύει τον άνθρωπο. Και αυτή η ερωτική σχέση και μυστική ζωή και εμπειρία του Θεού τροφοδοτείται από την μυστηριακή ζωή, την αδιάλειπτη προσευχή και όλη την ασκητική πρακτική της Ορθοδόξου Εκκλησίας, την οποία η Φιλοκαλία και οι άγιοι Πατέρες μας παραδίδουν.
Ουράνιες εμπειρίες προσφέρει η χάρη του Χριστού στους ορθοδόξους χριστιανούς που καλώς αγωνίζονται. Έτσι δεν χρειάζεται να αναζητούμε αλλού λυτρωτικές εμπειρίες και να ματαιοπονούμε.
Αυτές είναι μερικές δυνατότητες, σημεία επαφής, που έχουμε να μιλήσουμε στο βάθος της ψυχής των παιδιών μας, στον πυρήνα της υπάρξεώς τους, της αγωνίας τους και της αναζητήσεως τους, πάντοτε με μία θετική στάση αγάπης και στοργής απέναντι τους. Βέβαια για όλα αυτά χρειαζόμαστε φωτισμένους και χαρισματούχους Πνευματικούς. Γι’ αυτό πρέπει να ζητούμε από το Θεό να μας τους δίνει. Αυτοί είναι το φως του κόσμου.

Η ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ ΕΚΕΙΝΩΝ ΠΟΥ ΠΗΓΑΙΝΟΥΝ ΠΡΟΣ ΤΟ ΑΤΕΛΕΥΤΗΤΟ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΑΙΩΝΙΑ ΑΠΟ ΔΟΞΑ ΕΙΣ ΔΟΞΑ




( Αγ. Ιουστίνου Πόποβιτς, «Προς Εφεσίους επιστολή του Απ. Παύλου»)


  Με την ευλογία του Θεανθρώπου το «ον» τους διαδόθηκε και «επεκτάθηκε» σε «παν-όν» και αυτοί πλέον με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος και των θαυματουργικών δυνάμεων Του, μόνιμα αισθάνονται τον «εαυτό» τους ένα με όλους τους ανθρώπους και με όλα τα δημιουργήματα. Δηλαδή αισθάνονται ένα με όλες τις «θλίψεις», τα «βά­σανα» και «στενοχώριες» των ανθρώπων στη γη, αλλά και με όλες τις «χαρές» τις «εκστάσεις» και «μακαριότη­τες» των αγγέλων στον ουρανό. Αυτοί είναι θεοειδείς παν-αισθανόμενοι και παν-συναισθανόμενοι. Η καρδιά τους σαν παν-καρδιά, αισθάνεται όλες τις χαρές όλων των όντων σαν δικές της και όλα τα βάσανα σαν δικά της και όλους τους θανάτους σαν δικούς της και όλες τις αμαρτίες σαν δικές της και όλα τα μαρτύρια σαν δικά της.

Η ψυχή τους σαν παν-ψυχή, διαπερνάει όλα τα όντα και όλα τα δημιουργήματα και καθένα απ’ αυτά τα αισθάνεται σαν δικό της και διαμέσου όλων αυτών προσεύχεται για ολόκληρο το σύμπαν και για όλα που βρίσκονται σ’ αυτό.

Ο οφθαλμός τους είναι παν-οφθαλμός, η συνείδησή τους παν-συνείδηση, ο νους τους πα ν-νους, η ζωή τους παν-ζωή. Γιατί σ’ αυτούς όλα αυτά τα δίνει και όλα αυτά τα ενεργεί ο μεγαλύτερος θαυματουργός όλων των κόσμων, η εκκλησία του Χριστού. Αυτή, με τη χάρη του  Αγίου Πνεύματος και την αγάπη του Κυρίου Ιησού Χριστού, τον «νου» τους τον μεταμορφώνει σε «καθολικό» νου της εκκλησίας, τη ψυχή τους σε «καθολική» ψυχή της εκκλησίας, τον οφθαλμό τους σε «καθολικό» οφθαλμό της εκκλησίας και αυτοί πλέον «ατελεύτητοι» με όλες τις θεανθρώπινες «ατελευτότητες» της εκκλησίας του Σωτήρος, ζουν με την καθολική «παν-ψυχή» της εκκλησίας. Και εξαιτίας όλων αυτών, αυτοί αισθάνονται με την «καθολική παν-καρδιά» της εκκλησίας, με την αθάνατη και αιώνια καθολική «παν-ψυχή» της εκκλησίας και εξαιτίας όλων αυτών, αυτοί πραγματικά ζουν, και σκέπτονται και αισθάνονται και βλέπουν και διαλογίζονται και πράττουν με τη χάρη του τρισηλίου Θεού και Κυρίου «εκ του πατρός, διά του υιού, εν Αγίω πνεύματι». Από πού προέρχεται αυτό; Από εκεί που ο «Θαυμαστός» και «Θαυματουργός» φιλάνθρωπος, ο Κύριος Ιησούς Χριστός σύνδεσε τον εαυτό Του με ό,τι είναι δικό τους. Σύνδεσε «διά της χάριτος» την καρδιά τους με ό,τι είναι στους ουρανούς και με ό,τι είναι στη γη. Και πριν απ’ αυτό, σύνδεσε αυτούς με τον εαυτό Του. Με τον Πανάγαθο, τον Πανοικτίρμονα, τον Παν-ελεήμονα, τον Παντογνώστη, τον Παν-ορώντα και Παντεπόπτη, τον Παν-αισθάνοντα και Παν-συναισθάνοντα Θεό και Κύριο. Φόρεσε αυτούς στον Εαυτό του με το Άγιο βάπτισμα και αυτοί ενδύθη­καν «εν Αυτώ». Τους «πλήρωσε»-γέμισε με τον εαυτό Του, με κάθε «πλήρωμα» Θεϊκό διαμέσου της θείας κοινωνίας και των λοιπών αγίων μυστηρίων και των αγίων αρετών. Και αυτοί ακούραστα «αυξάνουν» την «αύξησιν του Θεού» σε όλες τις θεανθρώπινες «ατελευτότητες», σε όλες τις χωρίς όρια τελειότητες Αυτού.

Από εκεί και πέρα δεν υπάρχει για την τελειοποίηση τους ποτέ κανένα τέλος. Ὀ,τι έγινε στο παρελθόν το λησμονούν και προχωρούν πάντα μπροστά «τα μεν οπίσω επιλανθανόμενοι τοις δε έμπροσθεν επεκτεινόμενοι» (Φι-λιπ, 3,14), γιατί σε αυτούς αξίζει (και ενδιαφέρει) να φτάσουν «εις άνδρα τέλειον, εις μέτρον ηλικίας του πληρώμα­τος του Χριστού» (Εφεσ. 4,13), έχοντες πάντοτε μπροστά στα μάτια τους τη ψυχή και απέναντι στα ακούσματα της «υπάρξεώς» τους τον τέλειο σκοπό των χριστιανικών αγώνων και αρετών. «Έσεσθε ουν υμείς τέλειοι, ώσπερ ο πατήρ υμών ο εν τοις ουρανοίς τέλειος έστιν» (Ματθ. 5,48). Η τελειότητά τους δεν θα έχει τέλος ευαγγελίζεται ο Συμεών ο Νέος Θεολόγος, γιατί η διακοπή στην «ανάπτυξη» θα σήμαινε και τέλος των δεσμών με τον ατελεύτητο. Δεν υπάρχει τέλος στο δρόμο αυτών που πηγαίνουν προς τον ατελεύτητο. Πες μου πώς αυτοί μπορούν να φτάσουν στο τέλος του «ατελεύτητου»; Αυτό είναι παντελώς αδύνατο και απραγματοποίητο. Τέτοια σκέψη δεν μπορεί να περάσει από τη διάνοια των «αγίων» (δηλ. χριστιανών) ούτε εδώ στη γη, όσο ακόμη είναι στο σώμα, ούτε εκεί στον ουρανό, όταν μεταφερθούν κοντά στο Θεό. Θα είναι «σκεπασμένοι» από το φως της «θεϊκής δόξας», θα είναι καταυγασμένοι απ’ αυτήν, θα φεγγοβολούν και θα τέρπονται μέσα σ’ αυτήν και σίγουρα ξέρουν, με πλήρη και τέλεια πεποίθηση ότι η τελειοποίηση τους θα είναι χωρίς τέλος και η «πρόοδος» τους στην «δόξα» θα είναι αιώνια.



Η ΑΞΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

Μπορεί να χειροκροτάνε την ελαφρότητα, αλλά βαθιά η αξία υπάρχει. Ο κάθε άνθρωπος έχει την αξία του και μάλιστα έχει τόσο μεγάλη αξία που είναι το μειονέκτημά μας να μην την κατανοούμε. Εμείς οι απλοί άνθρωποι δεν μπορούμε να συλλάβουμε την αξία του ανθρώπου κι ας λέμε ότι καταλάβαμε, ας την διδάσκουμε, δεν την καταλάβαμε. Την αξία την κατάλαβαν όλοι οι μεγάλοι φιλόσοφοι, όλοι οι μεγάλοι άρχοντες του πνεύματος. Ο Ίδιος ο Χριστός ξέρεις τι είπε; «Θυσιάζομαι γιατί έχει αξία ο άνθρωπος, ο κάθε άνθρωπος». Κι εγώ δεν μπορώ να δω την αξία που έχει το παιδί μου, η γυναίκα μου, η κοπέλα που με αγκάλιασε. Χρειάζεται προσπάθεια για να δει ο άνθρωπος την αξία και απαιτείται η κατανόηση του λόγου, απαιτείται η κατανόηση των δυνάμεων. Αυτά τα δύο που είναι το κλειδί για όλο τον παγκόσμιο άνθρωπο.

Όμως, στη τάξη της λογικής, ο άνθρωπος πρέπει να αποκτήσει μια λο-γική που η ποιότητα της θα είναι ποιότητα αγάπης. Δεν υπάρχει λογικό πλάσμα έξω από την ποιότητα της αγάπης. Καμία λογική δεν έπρεπε να λέγεται λογική. Καταχρηστικά λεγόμαστε «λογικοί». Ποιος είναι λογικός; Αυτός που μπορεί να σε δαγκώσει; Ποιος είναι λογικός; Αυτό το σύστημα του κόσμου; Ποιο είναι λογικό; Το ότι εγώ έχω μυριάδες εκατομμύρια και δεν έχω την καρδιά να προσφέρω σ’ έναν άνθρωπο που πεθαίνει; Ποιο είναι λογικό; Εγώ ο μορφωμένος να περιφρονώ εσένα τον απλοϊκό; Ποιο είναι λογικό; Ή εσύ ο μορφωμένος να περιφρονείς εμένα; Ποιο είναι λογικό εσύ ο Δεσπότης μου να κάθεσαι απέναντί μου σαν να είσαι κάτι καλύτερο και να μου λες έκανα μεγά-λα έργα, όταν αυτά τα έχεις κάνει από μένα; Όταν τα έχεις κάνει απ’ το λαό; Ποιος είσαι εσύ ο πολιτικός που διαχειρίζεσαι τι; Ποιος είσαι εσύ ο πατέρας μου που μου λες – ο γήινος πατέρας – που μου λες ό,τι θέλεις χωρίς βαθύτερη σκέψη; Όχι. Δεν λεγόμαστε λογικοί παρά μόνο καταχρηστικά. Λογικός είναι μόνο ένας: ο νους που είναι τέλειος στην αγάπη. Κι όταν λέω νους εννοώ και η πράξη της ζωής να φτάνει στην τέλεια αγάπη. Αλλά εμείς οι πολλοί ζούμε με λογικές που η ποιότητα τους είναι χάλια. Η θεία εντολή που μας δόθηκε είναι γίνετε τέλειοι. Δεν είμαστε τέλειοι. Όταν θα μπεις στην τέλεια αγάπη, στην λογική την τέλεια, που θα είναι λογική της αγάπης, θα διαπιστώσεις κατάπλη-κτος «ότι η λογική είναι πολύ ευλογημένη δύναμη».Δεν υπάρχει τίποτε ωραιότερο από μια λογική που είναι εκφραστής της ψυχής, εκφραστής της θεϊκής αρετής, εκφραστής της πνευματικής αγάπης, της πνευματικής διάστασης. Όπου λέω πνευματική διάσταση είναι κορυφαία αγάπη και όχι της φυσικής αγάπης, κι όχι της ηθικολογικής αγάπης ή της αγάπης που είναι στις απνευμάτιστες λογικές του «δίνω και παίρνω».

Τετάρτη 3 Ιουλίου 2013

Η ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ ΣΤΟ ΘΕΟ




Αγ. Ισαάκ ο Σύρος


Να εμπιστευτείς τον εαυτό σου στον Θεό, σημαίνει να μην κυριεύεσαι πλέον από καμιά αγωνία η φόβο, να μην βασανιστείς ξανά από κανέναν λογισμό, από καμιά σκέψη πώς δεν έχεις κανέναν για να σε φροντίσει.

Όταν ο νους εκπέσει από αυτήν την εμπιστοσύνη, ο άνθρωπος αρχίζει να πέφτει μέσω των λογισμών σε χιλιάδες πειρασμούς.

Όπως λέγει ο μακάριος ερμηνευτής (ενν. ο Θεόδωρος Μοψουεστίας) στο βιβλίο του για τον Ευαγγελιστή Ματθαίο,«όλη η μέριμνα του Σατανά είναι να πείσει τον άνθρωπο πώς ο Θεός δεν ενδιαφέρεται γι' αυτόν».

Γιατί ξέρει πώς. όσο έχουμε την ακριβή γνώση της Πρόνοιάς Του στερεωμένη μέσα μας, οι ψυχές μας θα κατοικούν στην απόλυτη ειρήνη. Κι επιπλέον θ' αποκτήσουμε την Αγάπη του Θεού και θα μεριμνάτε για καθετί πού Τον ευχαριστεί. Αυτόν τον λογισμό προσπαθεί να μας τον αποσπάσει ο σατανάς.

Η παντελής ανάθεση τον ανθρώπου στη θεία πρόνοια
και η ανταπόκριση της θείας Χάρης

Άμα ό άνθρωπος απορρίψει για τον εαυτό του κάθε αισθητή βοήθεια και κάθε ανθρώπινη ελπίδα, όπως συμβαίνει με τους ησυχαστές, και αφιερωθεί στο Θεό με εμπιστοσύνη και καθαρή καρδιά, αμέσως ακολουθεί ή θεία χάρη και του αποκαλύπτει τη δύναμη της βοηθώντας τον με πολλούς τρόπους.

Πρώτα, πρώτα στα φανερά σωματικά προβλήματα, όπου του δείχνει εμφανώς τη δύναμη της πρόνοιας του Θεού γι’ αυτόν προσωπικά. Και καθώς βλέπει τη φανερή βοήθεια του Θεού, βεβαιώνεται και για τη μυστική βοήθεια του Θεού, όπως ταιριάζει στο ταπεινό και άκακο φρόνημα του και στη σεμνή διαγωγή του. Καταλαβαίνει δηλ. πώς τακτοποιούνται οι σωματικές του ανάγκες χωρίς κόπο, αφού δε φροντίζει καθόλου γι’ αυτές.

Και ή θεία χάρη τον απαλλάσσει από πολλά δυσάρεστα και επικίνδυνα πολλές φορές, πράγματα, χωρίς αυτός να τα καταλαβαίνει. Όλα αυτά τα αποδιώχνει άπ’ αυτόν, ανεπαίσθητα, ή θεία χάρη, με θαυμαστό τρόπο, και τον σκεπάζει σαν την κλώσα, πού ανοίγει τα φτερά της και σκεπάζει τα κλωσσόπουλα, για να μην πάθουν κανένα κακό. Έτσι, του δείχνει (ή Θεία Χάρη), στα μυστικά μάτια της ψυχής του, πώς πλησίαζε ή απώλεια του, και φυλάχτηκε αβλαβής. Έτσι, τον γυμνάζει στα πνευματικά και του φανερώνει τις ενέδρες και τις μηχανές των κακών και ακατάληπτων λογισμών.

Και τότε, εύκολα τους καταλαβαίνει, και παρακολουθεί πώς ό ένας διαδέχεται τον άλλο, και πώς παραπλανούν και εξαπατούν τον άνθρωπο, και σε ποιο λογισμό κολλάει ό νους, και πώς γεννιούνται ό ένας από τον άλλο, και εξολοθρεύουν την ψυχή. Και κάνει (ή Θεία Χάρη) καταγέλαστη στα πνευματικά του μάτια κάθε ενέδρα και παγίδα των δαιμόνων, και αποκαλύπτει πώς εξαφανίζονται οι κακοί λογισμοί τους, και του δίνει σοφία και σύνεση, ώστε να καταλαβαίνει Τι μέλλει να συμβεί.

Ακόμη, ανατέλλει μέσα στην απλή καρδιά του ένα μυστικό φως, για να βλέπει τα πάντα, και τη δύναμη των λεπτών συλλογισμών, και του δείχνει φανερά Τι έμελλε να πάθει, αν δεν γνώριζε τις δαιμονικές πανουργίες. Και τότε γεννιέται μέσα του ή βεβαιότητα ότι για κάθε πράγμα, μικρό και μεγάλο, πρέπει να ζητούμε στην προσευχή μας τη βοήθεια του Δημιουργού μας.

Δευτέρα 1 Ιουλίου 2013

Ομιλία στο ευαγγέλιο της Κυριακής των Αγίων Πάντων, του μακαριστού Μητροπολίτου Νικοπόλεως π. Μελετίου Καλαμαρά



Τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Νικοπόλεως κυροῦ Μελετίου, διασκευασμένη ὁμιλία πού ἔγινε στό Ζάλογγο, στό Ἀρχονταρίκι τῆς Μονῆς, στίς 14.6.2009

Η ΤΕΛΕΙΩΣΗ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ
(Ματθ. 10, 32-33, 37-38 καί 19, 27-30)

Τά ἐκλεκτότερα δῶρα
Σήμερα εἶναι ἡ ἑορτή τῶν ἁγίων Πάντων. Ἡ Ἐκκλησία τήν περιορίζει σάν ἑορτή τῶν ἁγίων μαρτύρων. Δηλαδή δέν γιορτάζομε ὅλους τούς ἁγίους σήμερα. Μόνο τούς ἁγίους μάρτυρες. Βέβαια δέν παραμερίζονται οἱ ὑπόλοιποι ἅγιοι!

Ἀλλά γιά τούς ἁγίους μάρτυρες, ἐπισημαίνομε δύο πράγματα.

Λέει τό κοντάκιο τῆς ἑορτῆς: «Ὡς ἀπαρχάς τῆς φύσεως τῷ φυτουργῷ τῆς κτίσεως, ἡ οἰκουμένη προσφέρει σοι Κύριε, τούς θεοφόρους μάρτυρας».

Οἱ ἅγιοι μάρτυρες εἶναι προσφορά τῆς οἰκουμένης, δῶρο, εὐχαριστία πρός τόν Θεό, γιά τίς μεγάλες του δωρεές, γιά τήν καλωσύνη του, τήν ἀγάπη του, γιά τήν φιλανθρωπία του πρός στούς ἀνθρώπους.

Ἔτσι ὅπως τό λέει τό τροπάριο, εἶναι σάν νά τούς προσφέραμε ἐμεῖς στό Θεό. Ἀλλά τί κάναμε ἐμεῖς γιά νά φτάσουν σέ τόση μεγαλωσύνη ὁ ἅγιος Γεώργιος καί ὁ ἅγιος Δημήτριος; Τίποτε. Ἐμεῖς τίποτε δέν κάναμε. Ἀλλά εἶναι προσφορά τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ λαός τοῦ Θεοῦ. Ἀπό πότε; Ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Ἀδάμ μέχρι τήν δευτέρα Παρουσία. Καί αὐτή ἡ Ἐκκλησία σάν καλύτερα δῶρα της στόν Χριστό, γιά ἔνδειξη εὐχαριστίας καί εὐγνωμοσύνης, δίνει τούς ἁγίους μάρτυρες. Τά ἐκλεκτότερα παιδιά της.

Γιατί ὅμως εἶναι οἱ ἅγιοι μάρτυρες τά ἐκλεκτότερα δῶρα μας; Συνεπῶς οἱ ὀμορφότεροι κατά Θεόν ἄνθρωποι τοῦ κόσμου;

Ἕνα ἄλλο τροπάριο λέει: «Μαρτύρων θεῖος χορός τῆς Ἐκκλησίας ἡ ἀσφάλεια τοῦ Εὐαγγελίου ἡ τελείωσις». Εἶναι σάν νά λέμε: οἱ ἅγιοι μάρτυρες εἶναι φρουροί τῆς Ἐκκλησίας· ἀσφάλειά της. Τήν κάνουν νά μήν κινδυνεύει.

Καί «τοῦ Εὐαγγελίου τελείωσις». Ποιό εἶναι τό Εὐαγγέλιο;

Ἡ περίληψη τοῦ Εὐαγγελίου εἶναι: «Τόσο ἀγάπησε ὁ Θεός τόν κόσμο, ὥστε ἔδωκε τόν Υἱό του τόν μονογενή νά γίνει θυσία. Ὥστε κάθε ἄνθρωπος πού θά πιστεύει εἰς αὐτόν νά μήν κινδυνεύει νά χαθεῖ» (Ἰω. 3, 16).

Συνεπῶς ἄν ἐγώ πιστεύω στόν Χριστό δέν κινδυνεύω νά χαθῶ. Μερικές φορές ὅμως ἐγώ, ἐσεῖς, ὁ καθένας, ἔχομε τό δικαίωμα, νά διερωτώμαστε γιά τόν ἑαυτό μας καί γιά τούς ἄλλους. Αὐτή ἡ πίστη πού ἔχει ἐκεῖνος καί αὐτή πού ἔχω ἐγώ, εἶναι πίστη στόν Χριστό;

Ἀπόδειξη ἀληθινῆς πίστης στόν Χριστό

Τί σημαίνει πίστη στόν Χριστό;

Πίστη στόν Χριστό εἶναι ἡ «τελείωσις τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου». Ὅλα τά ἄλλα εἶναι μικρά. Καί ἡ πίστη στόν Χριστό φαίνεται, ὅταν δέν τήν ἀφήνομε νά μᾶς φύγει, οὔτε στίς δυσκολίες. Ἐμεῖς γιά παράδειγμα, ἄν μᾶς πάει στραβά μιά μέρα ξεχνᾶμε καί τόν Θεό καί τήν Παναγία καί τόν Χριστό καί καμιά φορά πεισμώνουμε καί δέν θέλομε νά πᾶμε στήν Ἐκκλησία. Καί λέμε: «Τί κάθεσαι καί νηστεύεις;» «Τί κέρδισες μέ τό νά συγχωρεῖς καί νά ἀγαπᾶς; Γροθιά στό στομάχι χρειάζεται, πού νά τόν κάνεις νά σέ θυμᾶται γιά ὅλη του τή ζωή». Ἤ κάτι ἄλλα ἀνθρώπινα λόγια γεμάτα πάθος, ἐκδίκηση, κακία.

Ἕνας πειρασμός σοῦ ἔτυχε καί νά, ξέχασες τόν Χριστό, ξέχασες τόν νόμο του, ἔχασες τόν κόπο τόσων χρόνων πνευματικῆς ζωῆς. Ὁ πειρασμός σέ πάει ὅπου θέλει.

Καί οἱ ἅγιοι εἶχαν πειρασμούς. Πολλοί ἔκαναν θαύματα μεγάλα. Ἀλλά μερικοί ἐνῶ ἔκαναν θαύματα κατά τό διάστημα τῆς ζωῆς τους, στό τέλος τά χαλάσανε. Ὑπάρχουν τέτοιες ἱστορίες στούς βίους τῶν ἁγίων.

Γνωστή ἡ ἱστορία τοῦ ἱερέα Σαπρικίου καί τοῦ Νικηφόρου.

Ἔζησαν στήν ἐποχή τῶν διωγμῶν. Ἦταν φίλοι καί τσακώθηκαν. Κάποια μέρα οἱ διῶκτες συνέλαβαν τόν Σαπρίκιο, τόν βασάνισαν πολύ γιά νά ἀρνηθεῖ τόν Χριστό, μά αὐτός ἔμεινε ἀκλόνητος στήν πίστη. Ὁ Νικηφόρος τόν βρῆκε φυλακισμένο γιά τόν Χριστό καί τοῦ ζήτησε μέ δάκρυα συγγνώμην. Μά ὁ ἱερέας ἦταν τόσο παθιασμένος ἀπό τό μίσος, πού ἀρνήθηκε νά τόν συγχωρήσει. Ἡ συνέχεια εἶναι γνωστή. Στήν ἑπόμενη ἀνάκριση ὁ πρώην ἀτρόμητος ὁμολογητής ἀρνήθηκε μέ τήν πρώτη τόν Χριστό. Ἔγινε εἰδωλολάτρης.

Ὑπάρχουν καί ἄλλες τέτοιες περιπτώσεις ἀνθρώπων, πού ἀρνήθηκαν τόν Χριστό ἐνῶ πρίν εἶχαν κάνει καί θαύματα. Γι' αὐτό λέει τό τροπάριο ὅτι οἱ μάρτυρες εἶναι «τοῦ Εὐαγγελίου ἡ τελείωσις». Δηλαδή ἡ ὁλοκλήρωση τοῦ Εὐαγγελίου εἶναι ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος, πού ὅ,τι καί νά γίνει δέν παύει νά λέει: «Ἐγώ πιστεύω στόν Χριστό».

Πότε αὐτά τά λόγια εἶναι ἀληθινά εἶναι ὁλοφάνερο. Ὅταν κάποιον τόν σκοτώνουν γιά τόν Χριστό καί οὔτε τότε τόν ἀρνεῖται. Ἔτσι ἦταν οἱ μάρτυρες. Καί αὐτή ἡ ὁμολογία τῶν μαρτύρων ἦταν ἡ ἐκδήλωση μεγαλύτερης πίστης καί ἀγάπης στόν Χριστό.

Ἐμεῖς, δέν κινδυνεύουμε νά μᾶς σφάξουν γιά τό Χριστό. Δέν μᾶς βάζουν μαχαίρι στό λαιμό καί δοῦν ἄν πιστεύομε στόν Χριστό ἤ ὄχι. Ἀλλά κινδυνεύομε νά ἀρνηθοῦμε τόν Χριστό ἀλλιῶς. Πῶς ἀλλιῶς;

Λένε κάποιοι:

-Ἔλα τώρα. Ἄσε τούς παπᾶδες καί τήν Ἐκκλησία. Κάνε τή ζωή σου. Τράβα τόν δρόμο σου.

Ὅποιος αὐτά τά ἀκούει καί κλονίζεται ἡ πίστη του, τί εἶναι σέ σύγκριση μέ τούς ἁγίους μάρτυρες;

Δέν ἔχει οὔτε ἕνα κουκουτσάκι ἀπό τήν πίστη τους.

Ἐκεῖνοι εἶχαν τέτοια πίστη, ὥστε νά θυσιάσουν ὁλόκληρη τή ζωή τους γιά τόν Χριστό. Αὐτό ἦταν τό μεγάλο ἔργο τους.

Ἀλλά ἀξίζει νά θυσιάζει κανείς τή ζωή του γιά τόν Χριστό;

Ἀφοῦ ἐκεῖνος θυσίασε τήν δική του ζωή γιά μᾶς, γιά νά σωθοῦμε, πολύ περισσότερο ἀξίζει καί ἐμεῖς νά θυσιάζομε λίγα ἤ περισσότερα γιά νά δείχνομε τήν πίστη μας στόν Χριστό. Μᾶς λέει ὁ Χριστός: Ἡ ἀρχή καί ἡ αἰτία τῆς σωτηρίας εἶναι νά ἔχετε πίστη σέ μένα, νά πιστεύετε ὅτι ἦλθα στόν κόσμο γιά νά τόν σώσω.

Αὐτό εἶναι τό προζύμι πού κάνει ὁλόκληρη τή ζωή μας ψωμί, τοῦ Χριστοῦ ψωμί. Καί γίνεται ὁλόκληρη ἡ ζωή μας, εὐάρεστη στόν Χριστό. Χωρίς πίστη στόν Χριστό κανείς δέν κάνει καλά ἔργα. Οὔτε Τόν ἀγαπάει, οὔτε θυσιάζει κάτι γι' αὐτόν, οὔτε τούς ἀνθρώπους ἀγαπάει, οὔτε νά συγχωρήσει μπορεῖ, οὔτε προσευχή νά κάνει, οὔτε νηστεία, οὔτε τίποτε.

Ἀναίμακτοι μάρτυρες

Ἄς ἔλθομε στόν ἅγιο Ἀντώνιο. Τί λέει γι' αὐτόν ἡ Ἐκκλησία; Ἦταν μάρτυρας τοῦ Χριστοῦ! Γιατί; Ἀφοῦ δέν μαρτύρησε.

Ὁ ἅγιος Ἀντώνιος, ἀπό 18 χρονῶν παιδί πῆγε στήν ἔρημο τῆς Αἰγύπτου. Καί τί ἔκανε ἐκεῖ; Καλοπερνοῦσε! Ξέρετε πῶς καλοπερνοῦσε; Γαϊδουράγκαθα ἔτρωγε. Ἡ ἔρημος τῆς Αἰγύπτου, ἀγκάθια βγάζει καί κάτι χορτάρια πού δέν τά τρῶνε οὔτε τά γαϊδούρια. Καί ἔζησε στήν κάψα τῆς ἐρήμου ὅλη του τή ζωή.

Ἐρώτημα: Σάν πόσες φορές ἦταν μάρτυρας αὐτός ὁ ἄνθρωπος; Κάθε μέρα μαρτυροῦσε. Γι' αὐτό, καί αὐτός καί μερικοί ἄλλοι ἔγιναν μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ. Μία ζωή ὁλόκληρη ἔλεγαν ὅτι τίποτε δέν ἀξίζει μπροστά στήν πίστη στόν Χριστό. Καί τίποτε δέν ἰσοφαρίζει τήν χαρά πού δίνει ὁ Χριστός καί τήν χαρά πού θά μᾶς δώσει στή Βασιλεία του.

Δεύτερο παράδειγμα. Ὁ ἅγιος Βασίλειος, ἦταν ἄρχοντας ἀπό τήν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας. Σπούδασε στήν Ἀθήνα, στήν Ἀντιόχεια καί σέ ἄλλα μέρη. Σοφός ἄνθρωπος. Τά ἄφησε ὅλα καί ἔγινε παπᾶς. Ἔγινε καί δεσπότης στήν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας.

Ὁ ἄνθρωπος αὐτός, πέρασε τά 4/5 τῆς ζωῆς του ὡς ἀρχιερέας, ἀπό σαράντα μέχρι σαρανταεννιά. Τόν περισσότερο καιρό ἦταν ἄρρωστος στό κρεβάτι. Λίγες μέρες ἦταν γερός καί περπατοῦσε. Πέθανε πρίν τά πενήντα ἀπό τίς πολλές ἀρρώστιες καί τήν κακοπάθεια. Ἔκανε τοῦ κόσμου τά καλά. Νήστευε, ἀγαποῦσε, προσευχόταν. Στόν ἀγώνα γιά τήν πίστη, δέν ὑποχώρησε ποτέ σέ τίποτε.

Κάποια φορά μία ὁμάδα αἱρετικοί πού εἶχαν τήν εὔνοια τοῦ βασιλιά, πῆραν ἀπό τούς ὀρθοδόξους τίς Ἐκκλησίες. «Δικές μας οἱ Ἐκκλησίες. Σφραγίδα καί ὑπογραφή τοῦ βασιλιά». Τούς πετάξανε ἔξω τούς Ὀρθοδόξους.

Ὁ ἅγιος Βασίλειος τούς εἶπε:

-Ὁ βασιλιάς καί σεῖς παραλογίζεστε. Οἱ Ἐκκλησίες δέν εἶναι τῶν ἀνθρώπων νά βάζουν τήν σφραγίδα τους ὅπου θέλουν. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τοῦ Χριστοῦ. Συνεπῶς, ἄν θέλετε νά δοῦμε ποιόν θέλει ὁ Χριστός, ὄχι ποιόν θέλει κάποιος ἄνθρωπος, σφραγεῖστε τήν Ἐκκλησία. Θά προσευχηθοῦμε ἀπ' ἔξω καί ἅμα ἀνοίξει ὁ Χριστός τήν πόρτα της σέ σᾶς θά τήν πάρετε ἐσεῖς. Ἅμα τήν ἀνοίξει σέ μᾶς, θά εἶναι δική μας.

Προσευχήθηκαν οἱ αἱρετικοί, μά οὔτε οἱ πόρτες οὔτε οἱ σφραγίδες κουνήθηκαν.

Πῆγε ἔπειτα ὁ ἅγιος Βασίλειος, στάθηκε μπροστά στήν πόρτα καί ἔκανε πάνω της ἕνα σταυρό μέ τό χέρι του. Καί εἶπε: «Εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος».

Ἀμέσως ἡ πόρτα τῆς Ἐκκλησίας ἄνοιξε. Ἦταν δεκαεννιά Ἰανουαρίου. Ἔτσι ἔδειξε ὁ Θεός, ὅτι θέλει τούς ὀρθοδόξους μέσα στήν Ἐκκλησία καί ὄχι τούς αἱρετικούς, τούς Ἀρειανούς.

Αὐτός ἦταν ὁ ἅγιος Βασίλειος. Ἔτσι ἔζησε, ἔτσι πέθανε μέ μιά ὁλόψυχη ἀφοσίωση. Ρωτᾶμε τώρα. Ἦταν καί αὐτός μάρτυρας;

Ὅλη του τή ζωή τόν Χριστό μαρτυροῦσε, γιά τόν Χριστό μίλαγε· μέ ὅλη του τήν καρδιά.

Μά ἄν τύχαιναν βασανιστήρια θά τά ὑπέμενε;

Μιά φορά τόν ἀπείλησε ὁ τότε βασιλιάς πού ἦταν αἱρετικός: «θά σέ βασανίσω, θά σέ σκοτώσω».

Εἶπε ὁ ἅγιος:

-Τί μέ ἀπειλεῖς; Νά μοῦ πάρεις κάτι, δέν φοβοῦμαι. Δέν ἔχω πιά τίποτε. Τά σκόρπισα ὅλα. Νά μέ βασανίσεις, δέν ἀντέχω. Μέ τό πρῶτο θά τελειώσω τή ζωή μου. Νά μέ σκοτώσεις; Χαρά μοῦ κάνεις. Θά φύγω ἀπό αὐτή τήν παλιοζωή, γιά νά πάω στήν αἰώνια ζωή κοντά στόν Χριστό. Ὅτι θέλεις κάνε.

Καί ὁ ἀξιωματοῦχος τοῦ βασιλιά πού τόν ἀπειλοῦσε ἐξ’ ὀνόματός του εἶπε: «Μπορεῖς νά τά βάλεις μέ τέτοιους ἀνθρώπους; Οὔτε νά τούς ἀπειλήσεις δέν μπορεῖς».

Τά μάζεψε καί ἔφυγε. Αὐτός ἦταν ὁ ἅγιος Βασίλειος.

Τά δικά μας μέτρα

Τώρα νά ρθοῦμε καί στά δικά μας μέτρα, στό τί μποροῦμε νά κάνομε ἐμεῖς. Διαβάζομε στό βίο τοῦ ἁγίου Ἀντωνίου:

Ὁ ἅγιος Ἀντώνιος ἦταν γεμάτος καλωσύνη. Οἱ ἄνθρωποι τοῦ ἔλεγαν: «Δέν χορταίνομε νά σέ βλέπομε. Δέν θέλομε νά μᾶς πεῖς τίποτε. Μόνο νά σέ βλέπομε θέλομε. Τήν καλωσύνη καί τήν εἰρήνη πού βγάζει τό πρόσωπό σου. Μᾶς ἀρκεῖ γιά νά καταλάβομε τί σημαίνει πίστη στόν Χριστό».

Ἀλλά κάποια φορά ἐνόχλησε τόν ἅγιο ὁ λογισμός:

«Ἔ, δέν εἶμαι καί σκουπίδι. Τόσα πού ἔχω κάνει, μέ ἀγαπᾶ ὁ Θεός. Εἶμαι καλός ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ».

Καί ἔτσι ἄνοιγε ὁ δρόμος πρός τήν ὑπερηφάνεια. Τότε ὁ Θεός ἔστειλε ἄγγελο καί τοῦ εἶπε:

-Κοίταξε. Καλά τά λές. Καλός εἶσαι. Ἀλλά ὑπάρχουν στήν Ἀλεξάνδρεια, μεγάλη πόλη, ἐξ’ ὁλοκλήρου χριστιανική τότε, δύο γυναίκες πού εἶναι καλύτερες ἀπό σένα.

Ὁ ἅγιος Ἀντώνιος ταπεινός καί συνετός ἄνθρωπος εἶπε:

-Πάω νά τίς δῶ καί νά διδαχθῶ. Νά ὠφεληθῶ.

Πῆγε καί βρῆκε τό σπίτι τους. Ἦταν ἕνα φτωχόσπιτο. Τέσσεροι τοῖχοι, ἕνα παραγώνι, καί λίγα πράγματα πεταμένα πέρα-δῶθε.

-Τί κάνετε ἐδῶ; τίς ρώτησε. Νηστεύετε πολύ;

-Τί νά νηστεύσομε, οὔτε νά φᾶμε δέν ἔχομε.

-Κάνετε ἐλεημοσύνες;

-Ἐμεῖς ψάχνομε νά βροῦμε κάτι νά ζήσομε καί μᾶς λές ἄν δίνομε σέ ἄλλους;

-Μά τί κάνετε τότε; Κάτι μεγάλο κάνετε. Ποιά εἶναι ἡ ζωή σας;

-Συννυφάδες εἴμαστε.

-Ἀλήθεια;

-Ἔχομε πάρει δύο ἀδέλφια.

-Καί μένετε στό ἴδιο σπίτι συννυφάδες; Πόσα χρόνια εἴσαστε δωμέσα;

-Εἴκοσι.

-Εἴκοσι χρόνια στό ἴδιο σπίτι; Δέν μαλώσατε ποτέ;

-Ὄχι.

-Πῶς ἔγινε ἔτσι; Πῶς ξεσειρέψατε;

-Πήραμε δυό φτωχά ἀδέλφια, καί εἴδαμε ὅτι ἦταν πολύ ἀγαπημένα. Μᾶς ἦλθε μιά κατάνυξη στήν ψυχή μας καί εἴπαμε: «Θά κάνομε τέτοια ἁμαρτία, νά τρωγώμαστε καί νά γίνομε ἀφορμή τά ἀγαπημένα αὐτά ἀδέλφια νά τσακωθοῦν»; Καί ὑποσχεθήκαμε στό Θεό νά ζοῦμε εἰρηνικά. Νά μήν μᾶς δοῦνε οἱ ἄνδρες μας τσακωμένες. Νά μήν τούς μεταφέρομε ποτέ πίκρα. Καί ἄν τύχει καμιά παραξηγησούλα, ἀμέσως νά τήν διορθώνουμε, νά μήν πέσει στή ἀντίληψή τους.

-Καί τό καταφέρατε;

-Τό καταφέραμε.

Ὅταν τό ἄκουσε ὁ ἅγιος Ἀντώνιος εἶπε:

-Τήν εὐχή σας νά ἔχω. Ἐγώ τόσο μεγάλο ἀγώνα δέν ἔκανα στή ζωή μου.

Τί μᾶς λέει ἡ ἱστορία;

Ὅτι κάθε ἄνθρωπος ἅμα θέλει νά ἁγιάσει ἔχει ἀφορμές γύρω του, μέσα του, στό σπίτι του. Μπορεῖ νά ἁγιάσει. Ἀρκεῖ νά τό θέλει. Μέ λίγη καλωσύνη, μέ λίγη ἀγάπη. Γιατί ἄν κάνει ἀρχή, ἔρχεται ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ καί προοδεύει.

Τόσο πού νά λέει ὁ ἅγιος Ἀντώνιος· «ὄντως ἐγώ δέν ἔκανα τέτοιο ἀγώνα. Δῶστε μου τήν εὐχή σας νά γίνω καλύτερος». Μπορεῖ νά τό φαντασθεῖ κανείς;

Μέ ξέχασες ἅγιε;

Διηγεῖται ἕνας ἱεροκήρυκας:

«Εἶχα πάει σέ ἕνα χωριό τῆς Μεσσηνίας. Ἐκεῖ λοιπόν μοῦ λέει ὁ παπᾶς:

-Ἐδῶ εἶναι ἕνας πτωχός ἄνθρωπος, πού ἔχει ἕνα πρόβλημα. Μπορεῖς νά πᾶς τό βράδυ νά μείνεις μαζί τους, γιά νά τόν συμβουλεύσεις;

Πῆγα. Τό σπίτι ἦταν τέσσεροι τοῖχοι. Ζοῦσε μέ τήν γυναίκα του, τά παιδιά του καί τήν μητέρα του. Ἡ μητέρα του ἄρχισε νά μοῦ διηγεῖται γιά τήν καλωσύνη τοῦ Θεοῦ καί γιά τήν καλωσύνη τοῦ ἀφέντη Ἁϊ-Γιώργη. Γιατί ἡ Ἐκκλησία τοῦ χωριοῦ ἦταν ὁ ἅγιος Γεώργιος.

«Ἐγώ, εἶπε ἡ γερόντισσα, πηγαίνω στήν Ἐκκλησία, προσεύχομαι καί ὁ ἅγιος Γεώργιος ἔρχεται συνεχῶς κοντά μας, δέν μᾶς ἀφήνει μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ. 

Πρίν ἀπό χρόνια, εἶχα αὐτό τόν γυιό μου, πού τώρα εἶναι τριάντα χρονῶν, ἄρρωστο. Τότε πού ἦταν παιδάκι. Τόσο ἄρρωστο πού ἔλειωνε ἀπό στιγμή σέ στιγμή. Περιμέναμε νά πεθάνει. Μή ἀντέχοντας ἄλλο καί μήν περιμένοντας τίποτε πιά, γιατί ἔβλεπα ὅτι σβύνει τό παιδί, σηκώθηκα, πῆγα στά εἰκονίσματα καί φώναξα: «Ἅγιε μου Γεώργιε, ὅπου καί νά εἶσαι, πᾶρε τό ἄλογό σου καί τρέξε. Γιατί τό παιδί μου πεθαίνει».

Πρίν τελειώσω τήν προσευχή, ἀκούω καλπασμό ἀλόγου. Καί λέω: Κι’ ὅλας μ’ ἄκουσε;

Ἀλλά τό ποδοβολητό δέν σταμάτησε ἔξω ἀπό τό σπίτι. Ἀναρρωτήθηκα: «Γιά νά περνάει τόσο γρήγορα, μήπως δέν ἔρχεται γιά μένα καί πάει ἀλλοῦ»;

Βγαίνω στό δρόμο καί βλέπω τόν ἅγιο Γεώργιο μέ τό ἄλογο νά χάνεται σάν ἀστραπή. Μ’ ἔπιασε τό παράπονο, ἄρχισα νά κλαίω καί νά λέω: «Δέν ἤμουν ἄξια καί μέ προσπέρασες;»

Γύρισα μέσα καταστενοχωρημένη. Ἀλλά τί νά δῶ. Τό ἑτοιμοθάνατο παιδί μου νά ἔχει σηκωθεῖ ἀπό τό κρεβάτι καί νά εἶναι μιά χαρά».

Ὅλοι μεσ’ στό σπίτι ἔτσι ἦταν. Αὐτό ἔχει ἀξία. Τά μικροπροβλήματα πού εἶχε ὁ νεαρός ἦταν τά συνηθισμένα.

Νά μᾶς φωτίζει ὁ Θεός, νά καταλαβαίνομε τί μεγάλα πράγματα μᾶς προσφέρουν οἱ ἅγιοι μάρτυρες, πού τούς λέμε «ἀπαρχάς τῆς φύσεως καί τοῦ Εὐαγγελίου τελείωση». Ἀμήν.