Σάββατο 23 Δεκεμβρίου 2017

Χριστουγεννιάτικο Μήνυμα 2017




        Δοξάζουμε τον Τριαδικό Θεό που μας αξίωσε και φέτος να εορτάσουμε την μεγάλη εορτή της Γεννήσεως του Σωτήρος και Θεού ημών Ιησού Χριστού. Προσκυνούμε με ταπείνωση και ευλάβεια το Θείο Βρέφος, τον Σωτήρα Χριστό, που μας επισκέφθηκε και φέτος με την θεία Του Γέννηση. Μυστήριο μέγα και ακατανόητο στη λογική, η κατά σάρκα Γέννηση του Χριστού. Προσεγγίζεται μόνο με την πίστη. Η εορτή των Χριστουγέννων είναι η εορτή της μεγάλης αγάπης του Θεού. Τα Χριστούγεννα ο Θεός γίνεται άνθρωπος, χωρίς να πάψει ποτέ να είναι Θεός, και εγκαταστάθηκε ανάμεσά μας, ώστε να βλέπουμε την θεϊκή Του δόξα[1]. Με την  Γέννηση του Θεανθρώπου αφενός «ανέτειλε στο κόσμο το Φώς το της γνώσεως»[2], που φωτίζει τα πάντα και ελευθερώνει τον κόσμο από το σκοτάδι της αμαρτίας και, αφετέρου το φώς της αξίας του ανθρώπινου προσώπου και τα όρια της αγάπης του Θεού, που είναι και ο πνευματικός πλούτος της εορτής. Ο Θεός στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού, «άδειασε» την θεϊκή Του δόξα, δηλ. ταπεινώθηκε και έλαβε μορφή ανθρώπου[3], «ντύθηκε» την ανθρώπινη φύση – εκτός από την αμαρτία – με συνέπεια να μπολιαστεί η ανθρωπότητα στη Θεότητα[4]. Κατ’ αυτό τον τρόπο, γίνεται μία κοινωνία ο Θεός με τον άνθρωπο στο πρόσωπο του Θεανθρώπου Ιησού[5], με σκοπό να αποκτήσει ο άνθρωπος τον αγιασμό και την θέωση. «Ο Θεός έγινε άνθρωπος για να γίνει ο άνθρωπος θεός»[6], διδάσκει ο Μέγας Αθανάσιος. Αυτή είναι η θεολογική βεβαίωση των αγίων Πατέρων, στηριγμένη στη μαρτυρία της Καινής Διαθήκης, που με την πίστη και το λόγο τους ψηλάφησαν τα σπάργανα του Σαρκωθέντος Χριστού και προσκύνησαν το Θείο Βρέφος της Βηθλεέμ. Αυτή την αγία ημέρα των Χριστουγέννων ο «Θεός φανερώθηκε με σάρκα»[7], τονίζει ο απόστολος Παύλος. Η φανέρωση αυτή τερματίζει την αγωνία των ανθρώπων και εγκαινιάζει ταυτόχρονα το μέγιστο θαύμα, ανοίγοντας τους ορίζοντες της χαρισματικής ζωής που είναι η σωτηρία του ανθρώπου. Τα Χριστούγεννα, επομένως, είναι μία Θεοφάνεια μέσα στην Ιστορία. Τα Χριστούγεννα γεννήθηκε ο Χριστός και μαζί Του «γεννήθηκε» και η Εκκλησία Του, όπου μέσα σε αυτήν αναγεννιέται πνευματικά[8] ο άνθρωπος και έχει την δυνατότητα πλέον, με την ελεύθερη βούλησή του, να αποδεχτεί την αγάπη του Θεού, να ζήσει και να χαίρεται αιώνια στην ουράνια Βασιλεία Του. Ο άνθρωπος με την όλη εκκλησιαστική του ζωή αποκτά εμπειρική γνώση της ενσαρκώσεως του Χριστού. Συνεπώς, η ενανθρώπηση του Θεού δεν είναι μία θεωρητική διδασκαλία, αλλά επιβεβαιωμένη εμπειρία, είναι συμμετοχή στη δόξα της θεότητας του Χριστού και μετοχή της ζωής Του, που μεταμορφώνει την ζωή των Χριστιανών. Αφού, υπάρχουν οι άνθρωποι που έφτασαν στην αγιότητα, βίωσαν την θεία Χάρη και είδαν την δόξα του Θεού. Οι άγιοι είναι οι αυτόπτες μάρτυρες που το επιβεβαιώνουν με την ζωή τους. Ως εκ τούτου, η Γέννηση του Χριστού αλλάζει την πορεία του κόσμου και στρέφει τα πάντα σε νέα ζωή, στη ζωή του Θεού. Αυτή είναι η αλήθεια και το βαθύτερο νόημα της εορτής των Χριστουγέννων. 

        Παρότι ο Χριστός ήρθε μία φορά, το βαθύτερο και μυστικό γεγονός, όμως, επαναλαμβάνεται κάθε ημέρα, κάθε ώρα, κάθε στιγμή. Έρχεται και στα φετινά Χριστούγεννα. Έρχεται και στη δική μας καρδιά. Έχει δικαιώματα και στη δική μας ζωή. Ο κόσμος δεν θα αλλάξει, αν δεν αλλάξει η καρδιά μας. Ο κόσμος δεν θα καλυτερεύσει, αν δεν καλυτερεύσει πνευματικά και η δική μας ζωή. Μια ακόμη ευκαιρία στην ζωή μας, τα φετινά Χριστούγεννα να είναι αλλιώτικα από τ’ άλλα. Να είναι Χριστούγεννα Λυτρωτικά, Χριστούγεννα αληθινής ειρήνης, Χριστούγεννα αγάπης, συν-χωρητικότητας και ταπείνωσης. Χριστούγεννα καρδιακά και αποφασιστικά για το υπόλοιπο της ζωής μας. Ώστε να αισθανθούμε την αληθινή χαρά των Χριστουγέννων και της παρουσίας του Χριστού στη ζωή μας.

     Με την ευχή και την πεποίθηση, λοιπόν, ότι ο Κύριος μας θα γεννηθεί και θα κατοικήσει μόνιμα στις καρδιές μας, ως άλλη φάτνη, σας εύχομαι ολόψυχα Καλά Χριστούγεννα και ευλογημένη νέα χρονιά, σ’ εσάς και τις οικογένειές σας, με υγεία και ευτυχία ψυχοσωματική.

π. Γεώργιος Δημητρόπουλος


[1] Ιω. 1, 14.
[2] Απολυτίκιο εορτής των Χριστουγέννων.
[3] Βλ. Φιλιπ. 2, 7.
[4] Δοξαστικό Ωδής ε’ Κανόνος Μεγάλου Σαββάτου, Αγία και Μεγάλη Εβδομάς, εκδ. Απ. Διακονίας, Αθήνα 1978, σελ. 331.
[5] Ιω. Χρυσόστομου, Είς την Ανάληψιν του Κυρίου, PG 52, 789: «Γένος εγένετο έν, Θεού και ανθρώπων».
[6] Μ. Αθανασίου, Περί Ενανθρωπήσεως, ΒΕΠΕΣ 33, 226. Πρβλ. Γρηγορίου Νύσσης, PG 46, 681D.
[7] Α’ Τιμ. 3, 16.
[8] Ιω. Χρυσοστόμου, Υπόμνημα στον άγιον Ευαγγελιστήν Ματθαίον, Ομ. Β’, PG 57, 25-26. «Εγεννήθη (ο Θεός Λόγος) γαρ κατά σάρκα, ίνα συ γεννηθής κατά πνεύμα», τονίζει ο ιερός Χρυσόστομος. Δηλ. ο Χριστός σαρκώθηκε για να μπορέσει ο άνθρωπος να γεννηθεί πνευματικά.

Δευτέρα 20 Νοεμβρίου 2017

Η απιστία των παιδιών οφείλεται στους γονείς, Γέροντος Σωφρόνιου του Αγιορείτου





- Τά παιδιά μας ἔγιναν ἀνίκανα γιά τήν πίστη ἐξ αἰτίας τῶν γονέων
- Πώς, ή γιατί συμβαίνουν όλα αυτά;
[...]Επειδή οι γυναίκες της εποχής μας έχασαν την υψηλή αυτή συνείδηση, άρχισαν να γεννούν προπαντός κατά σάρκα. Τα παιδιά μας έγιναν ανίκανα για την πίστη. Συχνά αδυνατούν να πιστέψουν ότι είναι εικόνα του Αιωνίου Θεού. Η μεγαλύτερη αμαρτία στις ήμερες μας έγκειται στο ότι οι άνθρωποι βυθίστηκαν στην απόγνωση και δεν πιστεύουν πια στην Ανάσταση. Ο θάνατος του ανθρώπου εκλαμβάνεται από αυτούς ως τελειωτικός θάνατος, ως εκμηδένιση, ενώ πρέπει να θεωρείται ως στιγμή αλλαγής της μορφής της υπάρξεώς μας ως ημέρα γεννήσεώς μας στην ανώτερη ζωή, σε ολόκληρο πλέον το πλήρωμα της ζωής που ανήκει στο Θεό. Αλήθεια, το Ευαγγέλιο λέει: «Ο πιστεύων εις τον Υιόν έχει ζωήν αιώνιον ο δε απειθών τω Υιώ ουκ όψεται ζωήν» (Ιωάν. 3,36). «Αμήν, αμήν λέγω υμίν ότι… ο πιστεύων τω πέμψαντί με έχει ζωήν αιώνιον, και εις κρίσιν ουκ έρχεται, αλλά μεταβέβηκεν εκ του θανάτου εις την ζωήν» (Ιωάν. 5,24). «Αμήν, αμήν λέγω υμίν, εάν τις τον λόγον τον εμόν τηρήση, θάνατον ου μη θεωρήση εις τον αιώνα» (Ιωάν. 8,51). Παρόμοιες λοιπόν εκφράσεις μπορούμε να αναφέρουμε πολλές.Συχνά ακούω από τους ανθρώπους: Πώς ή γιατί συμβαίνουν όλα αυτά;
Γιατί η πλειονότητα των ανθρώπων έχασε την ικανότητα να πιστεύει; Δεν είναι άραγε η νέα απιστία συνέπεια της ευρύτερης μορφώσεως, όταν αυτό που λέει η Γραφή γίνεται μύθος, απραγματοποίητο όνειρο;
Η πίστη, η ικανότητα για την πίστη, δεν εξαρτάται πρωτίστως από τον βαθμό μορφώσεως του ανθρώπου. Πράγματι παρατηρούμε ότι στην εποχή μας, κατά την οποία διαδίδεται η μόρφωση, η πίστη ελαττώνεται, ενώ θα έπρεπε ουσιαστικά να συμβαίνει το αντίθετο όσο δηλαδή πλατύτερες γίνονται οι γνώσεις του ανθρώπου, τόσο περισσότερες αφορμές έχει για να αναγνωρίζει τη μεγάλη σοφία της δημιουργίας του κόσμου. Σε τί λοιπόν συνίσταται η ρίζα της απιστίας;
Πριν απ’ όλα οφείλουμε να πούμε ότι το θέμα αυτό είναι πρωτίστως έργο των γονέων, των πατέρων και των μητέρων. Αν οι γονείς φέρονται προς την πράξη της γεννήσεως του νέου άνθρωπου με σοβαρότητα, με τη συνείδηση ότι το γεννώμενο βρέφος μπορεί να είναι αληθινά «υιός άνθρωπου» κατ’ εικόνα του Υιού του Ανθρώπου, δηλαδή του Χριστού, τότε προετοιμάζονται για την πράξη αυτή όχι όπως συνήθως γίνεται αυτό. Να ένα υπέροχο παράδειγμα ο Ζαχαρίας και η Ελισάβετ προσεύχονταν για πολύ καιρό να τους χαρισθεί τέκνο… Και τί συνέβη λοιπόν; «Ώφθη δε αιτώ (τω Ζαχαρία) άγγελος Κυρίου εστώς εκ δεξιών του θυσιαστηρίου του θυμιάματος. Και εταράχθη Ζαχαρίας ιδών, και φόβος επέπεσεν επ’ αυτόν. Είπε δε προς αυτόν ο άγγελος μη φοβού, Ζαχαρία διότι εισηκούσθη η δέησίς σου, και η γυνή σου Ελισάβετ γεννήσει υιόν σοι, και καλέσεις το όνομα αυτού Ιωάννην και έσται χαρά σοι και αγγαλίασις, και πολλοί επί τη γεννήσει αυτού χαρήσονται. Έσται γαρ μέγας ενώπιον του Κυρίου… και Πνεύματος Αγίου πλησθήσεται έτι εκ κοιλίας μητρός αυτού, και πολλούς των υιών Ισραήλ επιστρέψει έπι Κύριον τον Θεόν αυτών» (Λουκ. 1,11-16).
Βλέπουμε μάλιστα στη συνέχεια ότι ο Ιωάννης, ευρισκόμενος ακόμη στην κοιλιά της μητέρας του, αναγνώρισε την επίσκεψη της μητέρας του Χριστού, σκίρτησε από χαρά και η χαρά του μεταδόθηκε στη μητέρα του. Τότε εκείνη γέμισε με προφητικό πνεύμα. Άλλο παράδειγμα είναι η προφήτιδα Άννα.
Έτσι και τώρα αν οι πατέρες και οι μητέρες θα γεννούν παιδιά συναισθανόμενοι την άκρα σπουδαιότητα του έργου αυτού, τότε τα παιδιά τους θα γεμίζουν από Πνεύμα Άγιο, ήδη από την κοιλιά της μητέρας και η πίστη στον Θεό, τον Δημιουργό των απάντων, ως προς τον Πατέρα τους, θα γίνει γι’ αυτά φυσική, και καμία επιστήμη δεν θα μπορέσει να κλονίσει την πίστη αυτή, γιατί «το γεννώμενον εκ Πνεύματος πνεύμα έστιν». Η ύπαρξη λοιπόν του Θεού και η εγγύτητά του σε μας είναι για μια τέτοια ψυχή οφθαλμοφανές γεγονός. Και η απιστία των πολυμαθών ή των αμαθών στα μάτια των τέκνων αυτών του Θεού θα είναι απλώς απόδειξη ότι οι άνθρωποι εκείνοι δεν γεννήθηκαν ακόμη Άνωθεν, και ακριβώς εξαιτίας του γεγονό¬τος αυτού δεν πιστεύουν στον Θεό, διότι είναι εξολοκλήρου σάρκα, γεννημένοι από σάρκα.
Εκείνο όμως που αποτελεί πραγματικό πρόβλημα για την Εκκλησία, τον προορισμό της, είναι το πώς να πείσει τους ανθρώπους ότι είναι αληθινά τέκνα και θυγατέρες του αιωνίου Πατρός πώς να δείξει στον κόσμο τη δυνατότητα μιας άλλης ζωής, όμοιας προς τη ζωή του ιδίου του Χριστού, ή τη ζωή των προφητών και των αγίων. Η Εκκλησία οφείλει να φέρει στον κόσμο όχι μόνο την πίστη στην ανάσταση, αλλά και τη βεβαιότητα γι’ αυτήν. Τότε περιττεύει η απαίτηση για οποιεσδήποτε άλλες ηθικιστικές διδασκαλίες.

Απόσπασμα από το βιβλίο του (†)Αρχιμ. Σωφρονίου Σαχάρωφ, «Το Μυστήριο της χριστιανικής ζωής», εκδ. Ι. Μ. Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας 2010.


Τρίτη 31 Οκτωβρίου 2017

«Τα ανθρώπινα πάθη όχι μόνο συντηρούνται, αλλά εξαγιάζονται»




Γέροντας Χριστόδουλος, Καθηγούμενος Ιεράς Μονής Κουτλουμουσίου

        Δεν αρκεί να εφησυχάζεις, και να λες: «εγώ δεν έχω πειράξει κανένα». Αυτό δεν σε σώζει, δεν σε αναδεικνύει άνθρωπο, ούτε σε φέρνει κοντά στον Χριστό. Το ζητούμενο είναι να πλησιάζεις, να σκύβεις στο πρόβλημα του άλλου, να του προσφέρεις από την δική σου περιουσία, είτε χρήμα είτε χάρισμα είτε χαμόγελο από το περίσσευμα της καρδίας σου. Δεν χρειάζεται πάντα υλικά ο πλησίον σου, κάποτε χρειάζεται τον καλό λόγο, το ειλικρινές ενδιαφέρον, την ευγενική συμπεριφορά. Η υψηλότερη έκφραση της αγάπης είναι ο κόπος και πόνος για την ανάπαυση και αύξηση και προκοπή του αδελφού. Αυτή η αύξηση και προκοπή δεν σημαίνει μόνο κάλυψη υλικών αναγκών, αλλά αύξηση και προκοπή εν Χριστώ. Με το να υπηρετώ την σχέση του με τον Χριστό, γίνομαι μητέρα και πατέρας και αδελφός. Αλλά και σε υλικό επίπεδο, αυτό που περισσεύει από την δική σου άσκηση και εγκράτεια, να μην συσσωρεύεται στις αποθήκες σου -διότι μπορεί και ο φιλάργυρος να κάνει άσκηση από τσιγγουνιά- αλλά να προσφέρεται για τις ανάγκες των δεομένων και αδυνάτων. Έτσι το περίσσευμά σου θα καλύψει το υστέρημα του ελάχιστου αδελφού σου. Αλλά και το προσωπικό σου χάρισμα να διατίθεται στη θεραπεία των αναγκών των άλλων. Ώστε χρήματα και χαρίσματα να μην κατέχονται, αλλά να διανέμονται. Γιατί δεν είναι δικά σου, είναι δώρα του Θεού. Κι αν σου τα δίνει, είναι για να γίνεις πέρα για πέρα άνθρωπος με την μετάδοσή τους.
Αυτή είναι η πρόταση των Αγίων και η ζωή των Αγίων: η αγάπη, η συναλληλία, η φιλανθρωπία, η ευαισθησία για τον πλησίον και για όλη την κτίση. Κατά τον απόστολο Παύλο, κοινωνία σημαίνει μετάδοση. Χωρίς μετάδοση, καμιά κοινωνία μεταξύ μας, καμιά κοινωνία με τους Άγιους. Το προσωπικό αυτό ήθος το συναντάμε μέσα στην ιστορία και σε πολιτικά πρόσωπα. Πρέπει να αναφέρουμε, σαν ένα διαχρονικό μνημείο πολιτικού και κοινωνικού φρονήματος, τον λόγο του πρώτου κυβερνήτη της Ελλάδας, του φονευθέντος Ιωάννη Καποδίστρια: «Ελπίζω ότι όσοι εξ' υμών συμμετάσχουν εις την Κυβέρνησιν, θέλουν γνωρίσει μετ' εμού, ότι εις τας παρούσας περιπτώσεις, όσοι ευρίσκονται εις δημόσια υπουργήματα, δεν είναι δυνατόν να λαμβάνουν μισθούς αναλόγως με τον βαθμόν του υψηλού υπουργήματός των, αλλ’ ότι οι μισθοί ούτοι πρέπει να αναλογούν ακριβώς με τα χρηματικά μέσα, τα οποία έχει η κυβέρνησις εις την εξουσίαν της». Εν συνεχεία ο αληθινός αυτός Έλληνας, με μια προσωπική δέσμευση, εκφράζει εμπράκτως το ήθος του σεβασμού και της ανιδιοτέλειας. Λέγει λοιπόν: «Εφ’ όσον τα ιδιαίτερα εισοδήματά μου αρκούν διά να ζήσω, αρνούμαι να εγγίσω μέχρι και του οβολού τα δημόσια χρήματα, ενώ ευρισκόμεθα εις το μέσον ερειπίων, και ανθρώπων βυθισμένων εις εσχάτην πενίαν». Το φρόνημα αυτό βέβαια έρχεται σε αντίθεση με την συνήθεια που επικράτησε και καθαγιάσθηκε στη συνέχεια και μέχρι σήμερα.
Σήμερα διαδίδεται παντού το ευαγγέλιο της λεγόμενης "νέας εποχής". Ένας ψευτοανθρωπισμός, που λέει στον καθένα «είσαι Θεός», αλλά στην πραγματικότητα τον υποτάσσει ολοκληρωτικά σε μια παγκόσμια τάξη πραγμάτων, που ανοίγει τον δρόμο για την έλευση ενός άλλου Μεσσία και Σωτήρα. Όμως, το μυστήριο της ανομίας ενεργείται από την στιγμή της έλευσης του Χριστού στον κόσμο. Από την στιγμή που ο Χριστός σαρκώνεται, η νέα εποχή κάνει την αναδίπλωσή της. Το ψευδευαγγέλιο του πονηρού επαναλαμβάνεται. Γι’ αυτό και τα ανθρώπινα πάθη όχι μόνο συντηρούνται, αλλά και εξαγιάζονται. Εμείς όμως δεν γνωρίζουμε νέα εποχή. Γνωρίζουμε την καινή κτίση: είναι ο ίδιος ο Χριστός, οι άγιοί του, οι αρετές, η ελευθερία του Πνεύματος. Αν θέλουμε να πολεμήσουμε το κακό, ας το κάνουμε με το να εφαρμόζουμε το ευαγγέλιο, με το να αγαπάμε τον Θεό και όλη την δημιουργία, με το να καταπολεμούμε τα πάθη μας και να εργαζόμεθα τις αρετές. Μέχρι το τέλος της μικρής εδώ ζωής μας, που θα γίνει ζωή μεγάλη και άφθαρτη. Κι αν επιδιώκουν να μας εξαθλιώσουν, ας γνωρίζουμε ότι κανένας άνθρωπος και κανένας λαός δεν εξαθλιώνεται, αν ζει μέσα στο φως και στον πλούτο του Χριστού.

Πηγή: http://www.pemptousia.gr

Σάββατο 28 Οκτωβρίου 2017

Έθνος, πατρίδα, σημαία…



    Έθνος, πατρίδα, σημαία. Αιώνια ευγνωμοσύνη στις νηπιαγωγούς και στους δασκάλους που μάς φύτεψαν αυτά τα ιδανικά, αυτά τα σύμβολα. Και μπαίνεις στην εφηβεία και αναποδογυρίζουν όλα. Φτάνεις και σε ακρότητες, και όλα σού φταίνε. Και παθιάζεσαι και παρασύρεσαι και έντονα αισθάνεσαι. Και μπαίνεις στα 20 και αγωνίζεσαι. Σπουδές, μέλλον, αποκατάσταση. Η Ελλάδα που αρχίζει και σε πληγώνει. Αρχίζεις και μαθαίνεις το σύστημα. Κατεβαίνεις από τα συννεφάκια. Πολιτικοί, συστημικοί, βολεμένοι. Τσαλαπατούν το έθνος, εκπορνεύουν την πατρίδα, εκμεταλλεύονται τη σημαία. Για να φτιάξουν καριέρα, όνομα, λεφτά. Τι να κάνεις; Σιωπάς. Δεν γίνεται αλλιώς… Και να που είσαι στα 30. Ακούς καθαρότερα τώρα. Το διάγγελμα βγήκε: «Όποιος μιλάει για έθνος, πατρίδα και σημαία είναι φασίστας». Δεν σού φτάνουν οι «πατριδοκάπηλοι», έχεις και τους «μπουρδολόγους». Βούτυρο στο ψωμί όσων ανεγκέφαλων νομίζουν ότι ιερό χρέος του γνησίου Έλληνος είναι να χτυπάει με το κοντάρι της σημαίας όσους δεν ταιριάζουν με τη γνησιότητα. Να μιλήσεις; Να πεις τα αυτονόητα; Κι αν σε πουν οι άλλοι φασίστα; Τι να κάνεις; Σιωπάς. Δεν γίνεται αλλιώς… Μπήκες στα 40 πλέον. Αρκετά έχουν ξεθωριάσει πια. Συνήθισες. Δε λέω, καλά τα ιδανικά και οι αξίες, αλλά πιο βολικός είναι ο πολτός. Πού χρόνος και διάθεση για συναισθηματισμούς... Πάει καιρός από τότε που συγκινήθηκες στη θέα της σημαίας ή στο άκουσμα του Εθνικού Ύμνου. Πάει καιρός από τότε που διάβασες, είδες, άκουσες κάτι για την ιστορία του τόπου σου, για την πατρίδα, για το έθνος. Λογαριασμοί τρέχουν, υποχρεώσεις περισσεύουν, εκκρεμότητες περιμένουν. Τι να κάνεις; Σιωπάς. Δεν γίνεται αλλιώς… Επέτειος 28ης Οκτωβρίου. Σταμάτα για λίγο. Για λίγο μόνο. Κοίτα! Και κάπου εκεί βλέπεις πλέον καθαρά. Βλέπεις πίσω, στον κόσμο της αθωότητας, των οραμάτων, της απλότητας. Βλέπεις εκείνο το πεντάχρονο τσολιαδάκι από το παρελθόν σου, με τρεμάμενο βήμα και χαμηλό βλέμμα να ανεβαίνει πάνω στη μαθητική καρέκλα για να πει το ποίημα. Γιατί βλέπεις λίγο θολά; Δεν είναι τίποτα. Τα δάκρυά σου είναι που ποτίζουν αυτά που σού φύτεψαν οι νηπιαγωγοί και οι δάσκαλοι.
Αχ, πώς θα ήθελες πάλι να πεις:
Πάντα κι ὅπου σ᾿ ἀντικρίζω, μὲ λαχτάρα σταματῶ, ὑπερήφανα δακρύζω, ταπεινὰ σὲ χαιρετῶ. Κι ἀπ᾿ τὰ στήθη μου ἀνεβαίνει μία χαρούμενη φωνή:«Νἆσαι πάντα δοξασμένη, ὦ Σημαία γαλανή!»
Κι ας μην είναι εκεί η μαμά και η γιαγιά να σου δώσουν ένα γλυκό φιλί. Ας μην είναι εκεί ο μπαμπάς και ο παππούς να σου στείλουν ένα ζεστό βλέμμα. Ας μην είναι εκεί η αγαπημένη σου δασκάλα να σου χαϊδέψει τρυφερά τα μαλλιά…
Παναγιώτης Ασημακόπουλος, Θεολόγος καθηγητής



Παρασκευή 27 Οκτωβρίου 2017

Ο ΘΕΟΣ ΔΕΝ ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ, ΤΗΝ ΠΡΟΣΦΕΡΕΙ



         



     Ζούμε σ' ένα κόσμο πραγμάτων που αποσπούν την προσοχή μας και μας επιβάλλονται. Δεν είναι ανάγκη εμείς να τα προσέξουμε. Εκείνα από μόνα τους στέκονται μπροστά μας! Τα μη ορατά (θεία) όμως δεν επιβάλλονται μόνα τους, πρέπει εμείς να τα αναζητήσουμε και να τα ανακαλύψουμε. Ο γύρω κόσμος απαιτεί την προσοχή μας, ο Θεός όμως, μας προσκαλεί διακριτικά. Αβίαστα και ελεύθερα! Θυμάμαι κάτι που ένας γέροντας μοναχός μου είπε κάποτε: «Το Άγιο Πνεύμα μοιάζει σαν ένα μεγάλο δισταχτικό πουλί που κατέβηκε κάπου κει κοντά μας. Όταν το βλέπεις να έρχεται πιο κοντά μη κουνιέσαι για να μην το  τρομάξεις. Άφησε το να ‘ρθεί δίπλα σου». Αυτό ίσως μπορεί να μας θυμίσει την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος, «εν είδει περιστεράς»[1]. Αυτή η εικόνα ενός πουλιού που κατεβαίνει δισταχτικό και ταυτόχρονα έτοιμο να προσφερθεί, είναι μια βιβλική εικόνα γεμάτη βαθιά νοήματα. Ο Θεός στέκεται μακριά και ταυτόχρονα κοντά στον άνθρωπο με διακριτικότητα. Δεν παραβιάζει την ελευθερία του ανθρώπου, αλλά περιμένει με υπομονή, διάκριση και αγάπη να του ανοίξουμε την καρδιά μας και να μπεί μέσα. Και, τότε, θα δούμε την αγάπη, την παρθενική σεμνότητα, την διακριτικότητα που προσφέρεται, αλλά δεν εξευτελίζεται. Ο Θεός δεν δέχεται μια γλοιώδη, αβασάνιστη σχέση, ούτε επιβάλλει την παρουσία Του, αλλά την προσφέρει (ελεύθερα). Και η προσφορά Του αυτή δεν μπορεί να γίνει δεκτή, παρά μόνο με ίσους όρους. Δηλαδή με την αντίστοιχη προσφορά από μέρους μας, μιας ταπεινής, γεμάτης αγάπη καρδιάς. Μιας προσφοράς κι απ' τους δύο που σεμνά και διακριτικά θ' αναζητούν ο ένας τον άλλον με βαθύ και αμοιβαίο σεβασμό και με επίγνωση της αγιότητας και της άφατης ομορφιάς που χαρίζει η αμοιβαία αγάπη. Ο εξωτερικός κόσμος μάς επιβάλλεται. Ό εσωτερικός κόσμος (της καρδιάς) μπορεί να γίνεται αντιληπτός, αλλά δεν εκλιπαρεί την προσοχή μας: πρέπει να προχωρούμε σιγά και προσεκτικά. Να καιροφυλαχτούμε για τον εσωτερικό μας κόσμο, σαν τον θαυμαστή των πουλιών που για να τα παρατηρήσει παίρνει μια θέση στο δάσος ή στους αγρούς και κάθεται σιωπηλός, αλλά γεμάτος ένταση. Στέκει ακίνητος, αλ' όμως άγρυπνος και παρατηρητικός. Αυτή την ένταση της προσοχής που μας επιτρέπει ν' αντιληφθούμε όσα αλλιώτικα μας διαφεύγουν, την αποδίδουν τα λόγια αυτού του παιδικού τραγουδιού: "Μια γέρικη σοφή κουκουβάγια ζούσε σε μια βελανιδιά. Όσο έβλεπε περισσότερο, τόσο μιλούσε λιγότερο. Κι όσο μιλούσε λιγότερο, τόσο άκουγε περισσότερο". Να μοιάζαμε και μείς της γέρικης της κουκουβάγιας της σοφής!

Τυφλωμένοι από τον κόσμο των γύρω πραγμάτων, ξεχνάμε ότι αυτός δεν φτάνει το βάθος στο οποίο ο άνθρωπος είναι ικανός να διεισδύσει. Όταν αναλογιζόμαστε τον εαυτό μας μέσα στο σύμπαν που συνεχώς απλώνεται — αμέτρητα μεγάλο ή άπειρα μικρό — τον βλέπουμε σαν έναν κόκκο σκόνης παροδικό, εύθραυστο και χωρίς σημασία. Αλλά όταν στραφούμε προς τα μέσα μας, ανακαλύπτουμε ότι τίποτε σ' αυτή την απεραντοσύνη δεν είναι αρκετά μεγάλο για να μας γεμίσει εντελώς. Όλη η δημιουργία είναι σαν ένας κόκκος άμμου στα βάθη του "είναι" μας. Είμαστε απέραντα μεγάλοι για να μας γεμίσει ή να μας ικανοποιήσει ο κόσμος αυτός. Μόνο ο Θεός που μας έπλασε για να γίνουμε «κοινωνοί θείας φύσεως»[2], όπως λέει ο απ. Πέτρος, μπορεί να μας γεμίσει. Να μας πληρώσει με την Ζωή Του και την Αγάπη Του. Ο υλικός κόσμος έχει αδιαφάνεια, πυκνότητα, βάρος και όγκο, αλλά δεν έχει βάθος. Μπορούμε να διεισδύσουμε στην καρδιά των πραγμάτων και όταν φτάσουμε στο πιο βαθύ σημείο τους — που είναι το τελικό σημείο — δεν βρίσκουμε δρόμο προς το άπειρο. Η Αγία Γραφή, όμως, μιλάει για το βάθος της ανθρώπινης καρδιάς, (το κέντρο της ψυχής, κατά τους αγίους Πατέρες). Πρόκειται για ένα βάθος που είναι αμέτρητο από την φύση του. Είναι απέραντο και ξεπερνάει κάθε όριο μέτρησης. Το βάθος αυτό είναι ριζωμένο στην απεραντοσύνη του ίδιου του Θεού, διότι προερχόμαστε από τον Θεό. Πότε άραγε μπορούμε να αρχίσουμε την έρευνα για να γνωρίσουμε μέχρι ποιο σημείο είμαστε τυφλοί, τυφλωμένοι δηλαδή από τα ορατά που μας εμποδίζουν να συλλάβουμε τ' αόρατα; Μόνο όταν καταλάβουμε την διαφορά ανάμεσα σε μια παρουσία που επιβάλλεται (κοσμική) και σε μια άλλη (θεϊκή παρουσία) που πρέπει να την αναζητήσουμε, επειδή τη νιώσαμε στην καρδιά μας. Ακόμα, όταν καταλάβουμε την διαφορά ανάμεσα στο βάρος, την αδιαφάνεια και την πυκνότητα των αντικειμένων του κόσμου γύρω μας, και στο ανθρώπινο βάθος (ψυχή-καρδιά) που μόνο ο ίδιος ο Θεός μπορεί να γεμίσει, διότι, «της μεγαλωσύνης αυτού ούκ έστι πέρας»[3]. Δεν υπάρχει όριο στη μεγαλοσύνη του Θεού, στο ύψος Του, στην αγαθότητά Του. Επομένως, και η πρόνοια, και η αγάπη και η χάρις του Θεού, κατά τον Ψαλμωδό, είναι κι αυτή ασύλληπτη, άπειρη. Ο Θεός δεν κωφεύει στις προσευχές μας, αλλά εμείς είμαστε συχνά ανίκανοι να εννοήσουμε την σιωπή του Θεού σαν απάντηση στις κραυγές μας. Αν αναγνωρίζαμε ότι βρισκόμαστε έξω από μια κλειστή πόρτα, τότε θα ήταν δυνατό να μετρήσουμε την ανθρώπινη μοναξιά καθώς επίσης και το πόσο απέχουμε ακόμα από τη χαρά για την οποία έχουμε κληθεί, πόσο μακριά είμαστε από την πληρότητα που μας προσφέρει ο Θεός. Ταυτόχρονα θα μπορούσαμε να εκτιμήσουμε – και αυτό είναι πολύ σπουδαίο – πόσο πλούσιοι είμαστε παρά την απέραντη φτώχια μας. Γνωρίζουμε τόσο λίγο τον Θεό, ζούμε τόσο ελάχιστα "εν Χριστώ" και όμως, τι πλούτος υπάρχει για μας σ' αυτή τη σπίθα της θείας παρουσίας, της γνώσης, της επι-κοινωνίας! Αυτή η σπίθα που λάμπει στο βαθύ πνευματικό σκοτάδι στο οποίο βρισκόμαστε. Γιατί αυτή η σπίθα της παρουσίας του Θεού, στο σκοτάδι είναι τόσο πλούσια σε φως, στην απουσία είναι τόσο πλούσια σε παρουσία, στην ζωή που χαράζει είναι τόσο γεμάτη με ελπίδα, με απέραντη χαρά· τότε μπορούμε να στεκόμαστε μπροστά σ' αυτή την κλειστή πόρτα έχοντας τη γλυκιά προσδοκία ότι μια μέρα θ' ανοίξει! Και όταν ανοίξει θα γνωρίσουμε μια τέτοια έκρηξη (θεϊκής) ζωής, που όμοιά της δεν μπορεί σήμερα να χωρέσει μέσα μας![4].

Ο Θεός προαιωνίως θέλησε να φέρει στην ύπαρξη τον κάθε άνθρωπο· το θέλησε ελεύθερα και από αγαθότητα ανεξιχνίαστη· με προορισμό, αν ανταποκριθεί ελεύθερα ο άνθρωπος, να τον καταστήσει κοινωνό της Βασιλείας Του[5], να τον αναδείξει θεό κατά Χάριν. Δικαιώνεται, απόλυτα, ο λόγος του σπουδαίου Ρουμάνου ποιητή Ντανιέλ Τουρτσέα: Εκείνους, που κανείς δεν αγαπά, με ταπεινή αγάπη Εσύ (Θεέ) τους αγάπησες…![6] Ο Χριστός μάς αποκαλύπτει στην Εκκλησία το μεγάλο μυστήριο που τελείται μέσα στην ψυχή του ανθρώπου, όταν αυτή γίνεται κοινωνός της Βασιλείας των Ουρανών. Επομένως, στο σύντομο πέρασμα του ανθρώπου από την γή, όλα υπηρετούν αυτό τον μεγαλειώδη σκοπό· του αγιασμού και της θέωσής του διά της θείας Χάριτος. Ο άνθρωπος είναι μικρός και ταυτόχρονα μεγάλος, όπως το λέει ο προφήτης Δαβίδ: «βραχύ τι παρ’ αγγέλους ηλαττωμένος»[7] είναι και «ωσεί χόρτος έχων τας ημέρας αυτού»[8], διότι «έν τιμή ών, ού συνήκεν, παρά συνεβλήθη τοις κτήνεσιν τοις ανοήτοις και ωμοιώθη αυτοίς»[9]. Ο άνθρωπος είναι μικρός και μεγάλος ταυτόχρονα. Ενώ είναι πλασμένος λίγο πιο κάτω από τους ασώματους αγγέλους, ταυτόχρονα προικισμένος με την εικόνα του Θεού, είναι στεφανωμένος με δόξα και τιμή, αλλά είναι και οι μέρες του σαν το χορτάρι που ανθίζει για λίγο, διότι, ενώ έχει τόσο μεγάλη αξία, αφού δημιουργήθηκε «κατ’ εικόνα» και «καθ’ ομοίωσιν» Θεού[10], δεν το κατάλαβε αυτό. Ξέπεσε και εξίσωσε τον εαυτό του με τα ζώα, που δεν έχουν λογικό όπως ο άνθρωπος, κι έγινε όμοιος με αυτά, ζώντας και πεθαίνοντας σαν κτήνος. Ενώ πρέπει να λέει με το στόμα του προφητάνακτος Δαβίδ: «Ετοίμη η καρδία μου, ο Θεός, ετοίμη η καρδία μου»[11]. Είναι μακάριος όποιος μπο­ρεί να πει αυτά τα λόγια στον Θεό! Είναι ευτυχισμένος εκείνος που η καρδιά του είναι εντελώς έτοιμη, να ακολουθήσει το θέλημα του Θεού! Είναι ευτυχισμένος εκείνος που είναι ακλόνητη η καρδιά του και στηριγμένη ασάλευτα πάνω στον Θεό. «Έτοιμη καρδία» σημαίνει: καρδιά καθαρή από την υπερηφάνεια, ταπεινωμένη μπροστά στη μεγαλειώδη δύναμη και σοφία του Θεού. «Έτοιμη καρδία» σημαίνει, καρδιά που έχει αδειάσει απ’ όλες τις κοσμικές επιθυμίες και είναι στραμμένη μόνο προς τον Θεό και στην αγάπη προς Αυτόν. «Έτοιμη καρδία» σημαίνει, καρδιά θεραπευμένη από κάθε ανησυχία, φόβο και βιο­τική μέριμνα, καθησυχασμένη και ενδυναμωμένη από την παρουσία της Χάριτος του Θεού. Οι άγιοι που βίωσαν αυτή την παρουσία, όσο περισσότερο προσεύχονταν στον Θεό και ενώνονταν με Αυτόν μέσω της προσευχής, τόσο πιο πολύ έβλεπαν και ένιωθαν την ζωντανή παρουσία Του, γεύονταν στη ζωή τους την θεία Χάρη Του, γι' αυτό και σιωπούσαν, βλέποντας ταυτόχρονα το πνευματικό σκότος της ψυχής τους· μένοντας έκθαμβοι μπροστά στο Μυστήριο! Μπροστά σε αυτή την πραγματικότητα της παρουσίας του Θεού. Στα ιερά βάθη της καρδιάς, η Χάρις του Θεού θερμαίνει πνευματικά το αίσθημα του ανθρώπου, τον αλλοιώνει και τον αγιάζει! Άρα, είναι ο άνθρωπος βαθύς και ευρύς ταυτόχρονα. Είναι μυστήριο ανεξιχνίαστο ο ίδιος, αλλά και χωρητικός όλων. Γι’ αυτό και κατανοεί τις αδυναμίες των άλλων και τις δυνατότητες τις δικές του. Η ζωή του έχει αλήθεια, αγάπη, έχει την ελευθερία του να δέχεται και την ελευθερία του να προσφέρεται. Γι’ αυτό και είναι πολύ φιλάνθρωπος και κοινωνικός. Δεν σώζεται μόνος, κοινωνεί την σωτηρία. Μπορεί να κενώνεται από τον εγωϊσμό του, γι’ αυτό και να ενώνεται με τον Θεό και τους αδελφούς του. «Θαυμαστός ο Θεός εν τοις αγίοις Αυτού»[12]. Είναι πραγματικά αξιοθαύμαστος ο Θεός για την προστασία και την Χάρη, που χαρίζει στους αγίους Του! Η αγιότητα είναι η απόδειξη της γνησιότητας της Εκκλησίας. Είναι η δικαίωση της ύπαρξής της[13]. Οι άγιοι, λοιπόν, είναι οι εκλαμπρυσμένοι άνθρωποι, οι φωτεινοί· οι φωτεινοί οδοδείκτες που οδηγούν τους ανθρώπους στον Χριστό. Διότι, όπως διατείνεται ο άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς: «Η Εκκλησία είναι ένα εργαστήριο αγιοποιήσεως». Κατά τους θεολόγους και αγίους πατέρες, η θεοπνευστία, η έμπνευση, το χάρισμα, η πείρα, η προφητεία, η όραση, η θεοπτία· όλα αυτά είναι ο δρόμος της αγιότητας. Τα πραγματώνουν οι χαρισματικοί φωτοδότες που διαχέουν το φώς σε όλο το σώμα της κοινότητας, που ζεί στο κλίμα των μυστηριακών και λατρευτικών πράξεων[14]. Όπως λέει χαρακτηριστικά ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς: «Η Εκκλησία είναι κοινωνία θεώσεως»[15]. Επομένως, το μεγαλείο του «καινού» (εν Χριστώ) ανθρώπου είναι το αυθεντικό βίωμα της Χάριτος του Θεού το οποίο χρειαζόμαστε, όπως και ο κάθε χριστιανός στην ιστορία της Εκκλησίας. Απλά στις μέρες μας, η δυσκολία να το αποκτήσουμε φαντάζει μεγαλύτερη. Αυτό το βίωμα απεργάζεται το μεγαλείο του «καινού» ανθρώπου, αυτού δηλαδή που έχει μετέλθει σε μία κατάσταση που παραμένοντας άνθρωπος δεν είναι… άνθρωπος. Είναι θεοειδής, θεόμορφος, θεανθρώπινος άνθρωπος. Ο Θεάνθρωπος Κύριος Ιησούς Χριστός, ήταν τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος. «Οι ενάρετοι (άγιοι) ανα-γνωρίζουν τον Θεό, και όχι οι έξυπνοι, οι αμαρτωλοί και ασεβείς»[16]. Επομένως, αυθεντικός είναι αυτός στον οποίο μπορεί να αποκαλύπτεται ο Θεός. Αυθεντικός είναι ο άγιος, ο εν Χριστώ άνθρωπος. Αυτός που (ανα)γνωρίζει τον Θεό. Κατά συνέπεια, έχουμε ανάγκη και από τον Θεό και από τους αγίους ανθρώπους, που είναι οι μάρτυρες της παρουσίας του Θεού μέσα στη ζωή μας, μέσα στο χρόνο, στο χώρο και στην ιστορία. Συνεπώς, η Εκκλησία μάς καλεί να γνωρίσουμε το «είναι» μας, την ύπαρξή μας, το βάθος της καρδίας (ψυχής) μας, να συναντήσουμε την αρχή μας ως ανθρώπων, ως προσώπων, ως χριστιανών, να ξαναγίνουμε ακατέργαστοι σαν τους πρωτοπλάστους, αθώοι σαν τα μικρά παιδιά και αυθόρμητοι σαν τους μαθητές του Χριστού[17]. Καλούμαστε για την αγιότητα και την θέωση. Τον μεγαλειώδη και ύψιστο σκοπό της ύπαρξής μας για τον οποίο πλασθήκαμε «κατ’ εικόνα» και «καθ’ ομοίωσιν» Θεού.




[1] Βλ. Μτθ. 3, 13-17. Μκ. 1, 9-11. Λκ. 3, 21-22. Πράξ. 2, 1-13.
[2] Β’ Πέτρ. 1, 4.
[3] Ψλμ. 144, 3.
[4] Μητροπολίτη Σουρόζ Anthony Bloom, Πορεία και συνάντηση, μτφ. Ελένη Γκανούρη, εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 1998.
[5] Βλ. Θ’ Ωδή, β’ Ήχου, Παρακλητική. Πρβλ. Μρκ. 10, 35-45. Βλ. Θεοφύλακτου Βουλγαρίας, Ερμηνεία είς τα τέσσαρα ιερά Ευαγγέλια, Λιψία 1761 (αψξά), σελ. 86.
[6] Πρβλ. Ιω. 3, 16. «Τόσο πολύ αγάπησε ο Θεός τον κόσμο, ώστε έδωσε τον Μονογενή Του Υιό, έτσι ώστε όποιος πιστεύει σ΄ Αυτόν να μην χαθεί, αλλά να έχει ζωή αιώνιο».
[7] Ψλμ. 8, 6.
[8] Ψλμ. 102, 15.
[9] Ψλμ. 48, 13.
[10] Γέν. 1, 26.
[11] Ψλμ. 56, 8.
[12] Ψλμ. 67, 36.
[13] Ιγνατίου Μητρ. Κεντρώας Αφρικής, Η αγία Παρασκευή, εκδ. «Ο Σωτήρ», Αθήναι 2005, σελ. 70-75.
[14] Νίκου Ματσούκα, Ιστορία της Βυζαντινής Φιλοσοφίας, εκδ. Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2001, σελ. 42.
[15] Γρηγορίου Παλαμά, Αποδεικτικός λόγος, 2, 78.
[16] Ωσηέ 5, 4.
[17] Αρχιμ. Νικόλαου Χατζηνικολάου, (νύν Μητροπολίτη Μεσογαίας),  Ὁμιλία στὸν Τομέα Ἐπιστημόνων τοῦ Συλ. ἱεραπ. Δράσης Ὁ Μ. Βασίλειος, 12-10-2003. Περιοδικό Ἡ δράσις μας, τ. 416-7, ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΜΕΘΟΡΙΟΣ, εκδ. ΕΝ ΠΛΩ, Αθήνα 2005.

Δευτέρα 17 Απριλίου 2017

ΑΝΑΣΤΑΣΙΜΟ ΜΗΝΥΜΑ 2017




ΑΝΑΣΤΑΣΙΜΟ ΜΗΝΥΜΑ 2017
    

   Η περίοδος πριν το Πάσχα, με την κορύφωση της Μεγάλης Εβδομάδας και της Αναστάσεως του Χριστού, είναι ιδιαίτερα φορτισμένη από ευκαιρίες πνευματικού προβληματισμού, προσεγγίσεως του Θεού, προσευχής και αποφάσεων μετάνοιας… κι αυτό αφορά όλους τους χριστιανούς και ιδιαίτερα όσους το κάνουν έργο να βιώσουν συνειδητά την πνευματική ένταση της περιόδου, με την κατάλληλη πνευματική προετοιμασία. Αν ανοίξουμε ειλικρινά την καρδιά μας στη συγγνώμη που ανέτειλε από τον Τάφο Του, αν αφήσουμε να την πλημμυρίσει το Φώς της Αναστάσεως, αν προσκυνήσουμε την παρουσία του Αναστάντος, θα δεχθούμε κι εμείς τη δύναμη της Αναστάσεως. Τότε και μόνο τότε θα καταλάβουμε το νόημα του Σταυρού και θα μπορέσουμε να διεισδύσουμε, όσο ανθρωπίνως γίνεται, στο Μυστήριο του Πάθους. Καθότι, η ανάσταση του Χριστού θα ήταν για μας χωρίς σημασία, αν το φώς του Χριστού δεν καταύγαζε ταυτοχρόνως και το εσωτερικό μας σκότος. Δεν μπορούμε να γιορτάσουμε επάξια την Ανάσταση του Χριστού, αν μέσα στη ψυχή μας το φώς που έφερε ο Σωτήρας μας δεν νικήσει εντελώς το σκοτάδι των αμαρτιών μας. Ωστόσο, παρά την ελάχιστη ενδεχομένως ετοιμασία μας, παρά το ότι δεν είμαστε καθαροί, ο Ιησούς μας προσκαλεί να εισέλθουμε στην Πασχάλια χαρά. Στην χαρά της Αναστάσεως.
     Στη μεγάλη γιορτή της Αναστάσεως, η Εκκλησία μας ξαναφέρνει ολοζώντανα, με όλη τη λαμπρότητα και την ένταση της λατρείας της, τη μεγαλειώδη αλήθεια: Χριστός Ανέστη! Για να μας καλέσει να απαντήσουμε, όχι μόνο με το στόμα μας αλλά με την καρδιά, με την βούλησή μας: Αληθώς Ανέστη! Και ταπεινά να δεηθούμε: «πρόσθεσέ μας, Κύριε, πίστη στην Ανάστασή Σου». Για να χαρούμε την υπέρβαση του αδιεξόδου του θανάτου. Για να απορροφήσουμε κάτι από το ανέσπερο φώς αλήθειας και ελπίδας που έφερες στην ανθρωπότητα. Για να νιώσουμε κάτι από την ανεξάντλητη μεταμορφωτική δύναμή της. Ως εκ τούτου, το Πάσχα είναι μια έντονη κλήση για αφύπνιση· για να ανθίσει και πάλι και να καρποφορήσει η αναστάσιμη πίστη μας. Για να συντονισθούμε εκ νέου στον ορθόδοξο ρυθμό της πνευματικής ζωής, να ξαναβρούμε το αναστάσιμο ήθος. Όλα βρίσκουν νόημα και λύση μέσα στο φώς και την χαρά της Αναστάσεως του Χριστού, ο Οποίος είναι ο Νικητής του θανάτου, η ζωή του κόσμου. Η εμπιστοσύνη και η αγάπη μας στον αναστάντα Κύριο, γεμίζουν την ύπαρξή μας, για την κατανόηση και αντιμετώπιση των δύο μεγάλων υπαρξιακών ζητημάτων: του θανάτου και της ζωής. Διότι: «Χριστός ανέστη εκ νεκρών, θανάτω θάνατον πατήσας και τοις εν τοις μνήμασι ζωήν χαρισάμενος».
     Επομένως, η Εκκλησία μας παρουσιάζει το μυστήριο της χριστιανικής μας πίστης, ως μυστήριο του φωτός. «Δεύτε λάβετε φώς εκ του ανεσπέρου φωτός, και δοξάσατε Χριστόν τον Αναστάντα εκ νεκρών»! Εκείνο το Φώς, δηλ. ο Χριστός, του οποίου τη γέννηση υπέδειξε το άστρο της Βηθλεέμ, έλαμψε ανάμεσά μας με μια λάμψη διαρκώς αυξανόμενη· το σκότος (αμαρτία) του Γολγοθά δεν μπόρεσε να σβήσει το φώς. Ξαναφέγγει τώρα ανάμεσά μας, και όλα αυτά τα αναμμένα κεριά που κρατούν στα χέρια τους οι πιστοί, μαρτυρούν το θρίαμβο του φωτός. Μαρτυρούν την Ανάσταση του Χριστού και, με αυτό τον τρόπο, δηλώνεται η βαθιά πνευματική σημασία του Πάσχα, που είναι το πέρασμα από τον πόνο των Παθών στην Ανάσταση των ψυχών… ένα διαρκές πέρασμα, από τα επίγεια προς τα ουράνια και αιώνια!

ΚΑΛΟ ΠΑΣΧΑ, ΜΕ ΤΗΝ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΜΕΣΑ ΜΑΣ

Πρεσβύτερος
Γεώργιος Δημητρόπουλος

Τρίτη 14 Φεβρουαρίου 2017

Ο ΧΡΙΣΤΌΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΑΓΓΕΛΟΥΣ



«Όταν έρχεται ο παππούλης με τον Χριστό, τον βλέπω στις σκάλες πού ανεβαίνει και δίπλα του υπάρχουν δυο ψηλοί, όμορφοι άνθρωποι με ολόασπρη στολή πού γέρνουν προς το Άγιο Ποτήριο και με ανοιχτά τα χέρια τους το προστατεύουν»

       Τόν Σεπτέμβριο κάποιου έτους στο ογκολογικό τμήμα του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου του Ρίου επικρατεί μεγάλη αναστάτωση. Ο μικρός Δημητράκης ζητούσε επειγόντως τον ιερέα του Νοσοκομείου. Ήθελε οπωσδήποτε να κοινωνήση. Ήταν 13 ετών. Ενάμιση περίπου χρόνο βρισκόταν στην συγκεκριμένη κλινική. Ένας μικρός πονοκέφαλος τον ώδήγησε εκεί. Οι γιατροί διέγνωσαν καρκίνο του εγκεφάλου. Η καταγωγή του ήταν από το Φίερι της Αλβανίας. Οι γονείς του αβάπτιστοι. Έμεναν αρκετά χρόνια στην Πάτρα. Αυτός, λίγο μετά την είσοδό του στο Νοσοκομείο, θέλησε να βαπτιστή. Άκουγε για τον Χριστό και ήθελε να γίνη «παιδί» Του. Βαπτίστηκε «εις το όνομα του Πατρός και του Υϊού και του Αγίου Πνεύματος», κατόπιν κατηχήσεως βέβαια. Όλοι τον αγαπούσαν πολύ στην κλινική. Ο καρκίνος είχε προχωρήσει αρκετά και ήδη του είχε στερήσει την όραση. Δεν έβλεπε καθόλου, τίποτε και κανέναν. Άκουγε όμως με μεγάλη και θαυμαστή υπομονή. Δεν παραπονιόταν. Έλεγε ότι ο Θεός τον αγαπά πολύ. Προσευχόταν και παρακαλούσε και τους γονείς του να κάνουν το ίδιο.
Όσοι τον επισκέπτονταν καταλάβαιναν να υπάρχη κάτι διαφορετικό σ΄ αυτό το παιδί. Μιλούσε συνέχεια για τον Θεό. Ήταν πάντα ευγενικό και χαρούμενο. Το πρόσωπο του έλαμπε. Ήθελε να κοινωνάη συχνά των Τιμίων Δώρων. Όταν κάποιες φορές η μητέρα του ήταν σε κάποιον άλλο χώρο της κλινικής, φώναζε: «Μητέρα, ελα γρήγορα. Φτάνει ο παππούλης με τον Χριστό. Ανεβαίνει τα σκαλιά. Έλα να με ετοιμάσης». Και έτσι γινόταν. Ο ιερέας ερχόταν και εύρισκε τον Δημητράκη καθισμένο στο κρεββάτι του, με ανοιχτό το στόμα κάνοντας με ευλάβεια τον σταυρό του. Ενώ δεν εγνώριζε την ακριβή ώρα της προσελεύσεως του ιερέως με τα Τίμια Δώρα, με διορατικό χάρισμα τον έβλεπε να έρχεται, μολονότι παρεμβάλλονταν δυο κλειστές πόρτες πού εχώριζαν το δωμάτιο του από τον διάδρομο πού ερχόταν ο ιερέας. Αυτό το βεβαιώνει και η ευλαβής κυρία Μαρία Γαλιατσάτου η οποία εθελοντικώς εφρόντιζε το παιδί αυτό. «Κυρία Μαρία, θέλω κάτι να σας πώ», της είπε μία ημέρα. «Όταν έρχεται ο παππούλης με τον Χριστό, τον βλέπω στις σκάλες πού ανεβαίνει και δίπλα του υπάρχουν δυο ψηλοί, όμορφοι άνθρωποι με ολόασπρη στολή πού γέρνουν προς το Άγιο Ποτήριο και με ανοιχτά τα χέρια τους το προστατεύουν».
Κάποτε τον ρώτησε ο γιατρός: «Τί κάνεις, Δημητράκη, πώς πάμε;». Του απάντησε: «Κύριε γιατρέ, μπορώ να σας πώ από κοντά. Εγώ είμαι καλά. Εσείς μην στενοχωριέστε πού έφυγε η γυναίκα σας. Ο Θεός θα είναι μαζί σας γιατί είστε καλός άνθρωπος». Ο γιατρός έμεινε λίγο ακίνητος. Κανείς δεν ήξερε το θλιβερό γεγονός πού είχε συμβή την προηγούμενη ήμερα στο σπίτι του, ότι δηλαδή η γυναίκα του τον εγκατέλειψε και πήρε άλλον άνδρα. «Αυτό είναι παιδί του Θεού», έλεγαν όσοι το γνώριζαν. Την τελευταία φορά πού κοινώνησε δεν μπορούσε πλέον να σταθή καθιστός στο κρεββάτι αλλά υποδέχθηκε με χαρά και λαχτάρα τον Χριστό ξαπλωμένος. «Ευχαριστώ πολύ», ψέλλισε και μετά εκοιμήθη. Ο ιερέας, όταν την άλλη μέρα πήγε στο νεκροτομείο να διαβάσει στον Δημητράκη το τρισάγιο, είπε: «Τέτοιο λείψανο πρώτη φορά στην ζωή μου βλέπω. Το πρόσωπο του είναι χαμογελαστό, λάμπει και έχει το χρώμα του κεχριμπαριού». Οι γονείς του αγάπησαν τον Χριστό πολύ και θέλουν και αυτοί να βαπτιστούν.

Από το βιβλίο: «Ασκητές μέσα στον κόσμο». Πηγή : http://oiaggeloitoufwtos.blogspot.gr/2014/11/blog-post_92.html?spref=pi