Κυριακή 28 Αυγούστου 2011

Κυριακή ΙΑ΄ Ματθαίου

Κυριακή ΙΑ΄ Ματθαίου - Συγχωρώ! (Του μακαριστού Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου)




ΑΠΛΑ ΛΟΓΙΑ, ἀγαπητοί μου, θὰ σᾶς πῶ σήμερα καὶ θὰ σᾶς παρακαλέσω νὰ τὰ προσέξετε. Θέλω νὰ μὲ ἐννοήσετε ὅλοι. Ἄλλωστε τὸ μάθημα τὸ σημερινὸ εἶνε εὔκολο· εἶνε μία λέξι. Ἡ δυσκολία εἶνε, πῶς ἡ λέξι αὐτὴ ἀπὸ τὸ στόμα νὰ πάῃ στὴν καρδιά. Ἐὰν γίνῃ αὐτό, τότε θὰ γίνουμε οἱ εὐτυχέστεροι ἄνθρωποι τοῦ κόσμου.

***

Ἀκούσατε τὸ ἱερὸ καὶ ἅγιο εὐαγγέλιο. Εἶνε ἕνας καθρέφτης. Κάθε σπίτι, καὶ τὸ πιὸ φτωχικό, ἔχει καθρέφτη. Καθρέφτης τῆς Ἐκκλησίας μας εἶνε τὸ Εὐαγγέλιο. Ὁ καθρέφτης αὐτὸς δὲν κολακεύει· ὅπως εἶσαι ψυχικῶς, ἔτσι σὲ παρουσιάζει. Ἂν λοιπὸν ῥίξουμε μιὰ ματιὰ στὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο, θὰ μᾶς πιάσῃ φρίκη, θ᾽ ἀνατριχιάσουμε. Γιατὶ μέσα σ᾽ αὐτὸ εἶνε φωτογραφία μας. Τί λέει;

Μιλάει γιὰ ἕνα βασιλιᾶ πλούσιο καὶ ἔνδοξο, ποὺ μοίραζε τὰ πλούτη του σὲ ὅλους, ποὺ ζητοῦσε ὅμως κατόπιν καὶ λογαριασμὸ ἀπὸ τὸν καθένα, πῶς χρησιμοποίησε τὸ ποσὸ ποὺ ἔλαβε. Συγκεντρώθηκαν λοιπὸν ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ τοὺς εἶχε χρηματοδοτήσει. Μεταξὺ αὐτῶν τοῦ ἔφεραν καὶ κάποιον πού, ὅταν ἄνοιξαν τὴ μερίδα του, βρέθηκε νὰ χρωστάῃ« μύρια τάλαντα»(Ματ. 18,24)(1τάλαντον εἶνε 6 ἑκατομμύρια χρυσὲς δραχμές)· τόσο χρέος εἶχε. Ὅταν τ᾽ ἄκουσε αὐτός, ἔπεσε στὰ πόδια τοῦ βασιλιᾶ καὶ λέει·Ἔλεος! δός μου μιὰ προθεσμία καὶ θὰ προσπαθήσω νὰ ἐξοφλήσω. Καὶ ὁ βασιλιᾶς ἔδειξε τέτοια καλωσύνη, ὥστε, ἐνῷ αὐτὸς ζητοῦσε προθεσμία γιὰ νὰ πληρώσῃ, ἐκεῖνος τοῦ ἔσβησε ὅλο τὸ χρέος!

Καθὼς ὅμως αὐτὸς ἔβγαινε ἀπὸ τὰ ἀνάκτορα, στὰ σκαλιὰ βρῆκε κάποιον ἄλλο δοῦλο - συνάδελφό του, ποὺ τοῦ χρωστοῦσε ἕνα μικρὸ ποσό, ἑκατὸ δηνάρια (1 δηνάριο τότε ἦ ταν ἡ ἀμοιβὴ γιὰ ἕνα φτηνὸ μεροκάματο). Καὶ φάνηκε πολὺ σκληρός. Τὸν πιάνει ἀπ᾽ τὸ λαιμὸ καὶ τοῦ λέει· ―Ἔλα δῶ, θὰ μοῦ δώσῃς ἀ μέσως αὐτὰ ποὺ μοῦ χρωστᾷς. ―Μὰ δὲν ἔχω, λέει ἐκεῖνος· δός μου μιὰ προθεσμία καὶ θὰ σοῦ τὰ ἐξοφλήσω. Αὐτὸς ὅμως ἦταν ἀνένδοτος. ―Δός μου τα ἀμέσως, ἔλεγε. Καὶ ἐπειδὴ ἐκεῖνος δὲν εἶχε, τὸν ἅρπαξε καὶ τὸν ἔρριξε στὴ φυλακή.

Τί καλὸς καὶ σπλαχνικὸς ὁ βασιλιᾶς, τί σκληρὸς καὶ κακὸς ὁ δοῦλος αὐτός!

***

Ποιός ἆραγε, ἀδελφοί μου, εἶνε αὐτὸς ὁ βασιλιᾶς, ὁ τόσο πλούσιος καὶ τόσο ἀγαθός; Δὲν εἶνε ἄλλος παρὰ ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Καὶ ποιός εἶνε ὁ ὀφειλέτης τῶν«μυρίων ταλάντων»;Γιὰ νὰ τὸ καταλάβουμε αὐτό, πρέπει νὰ ἔχουμε ὑπ᾽ ὄψιν ὅτι, κάθε φορὰ ποὺ κάνουμε μιὰ ἁμαρτία, ὑπάρχει κάποιο χέρι ἀόρατο ποὺ τὴ γράφει στὰ βιβλία τῆς αἰωνιότητος. Ὁ ὀφειλέτης λοιπὸν τῶν« μ υ ρ ί ω ν ταλάντων»εἴμαστε ἐμεῖς.

Μά, θὰ πῆτε, τόσο πολλὲς εἶνε οἱ ἁμαρτίες μας;Ναί, εἶνε ἀμέτρητες. Ἁμαρτάνουμε μὲ πολλοὺς τρόπους. Τὸ πρῶτο μέσο μὲ τὸ ὁποῖο ἁμαρτάνουμε εἶνε τὸ σῶμα μας, τὸ κορμάκι μας, τὸ ὑπέροχο τοῦτο δημιούργημα τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει, ὅτι τὸ σῶ μα μας τί εἶνε·«ναός»!(Α΄ Κορ. 6,19). Ὁ ναὸς εἶνε ἱερός. Ἂν προτείνῃς καὶ στὴν πιὸ ἁμαρτωλὴ γυναῖκα «Πᾶμε μέσα στὴν ἐκκλησία νὰ κάνουμε τὴν ἁμαρτία;», θὰ πῇ «ὄχι». Ἔτσι εἶνε καὶ τὸ σῶμα μας μὲ ὅλα τὰ μέλη του· χέρια, πόδια, αὐτιά, μάτια, γλῶσσα κ.τ.λ.. Μᾶς ἔδωσε ὁ Θε - ὸς τὸ χέρι, γιὰ νὰ κάνουμε μ᾽ αὐτὸ τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ, νὰ κάνουμε τὸ καλό· κ᾽ ἐμεῖς μὲ τὰ χέρια μας κάνουμε μύρια ἐγκλήματα. Μᾶς ἔδωσε τὰ πόδια, γιὰ νὰ τρέχουμε στὴν ἐκκλησία. Ὅπως ἡ κλῶσσα, μόλις κράξῃ, ἀμέσως τὰ κλωσσόπουλα βγαίνουν ἀπὸ τὸ θάμνο καὶ κάνουν φτερὰ στὰ πόδια καὶ τρέχουν κοντά της, ἔτσι κ᾽ ἐμεῖς. Ἐσεῖς στὴν ἐνορία σας εἶστε μερικὲς χιλιάδες. Ὅλοι ἐσεῖς εἶστε πουλάκια καὶ κλῶσσα εἶνε ἡ ἐκκλησία τῆς περιοχῆς. Μόλις χτυπᾷ ἡ καμπάνα, ὅλα τὰ πουλάκια, ὅποιο χρῶμα κι ἂν ἔχουν, πρέπει νὰ μα ζεύεστε ἐκεῖ. Ἔρχονται λοιπὸν ὅλοι; Ἐλάχιστοι ἔρχονται. Οἱ ἄλλοι ποῦ εἶνε; Δὲν πᾶμε στὴν ἐκκλησία· πόδια γιὰ τὸ διάβολο ἔχουμε, πό-δια γιὰ τὸ Θεὸ δὲν ἔχουμε. Μᾶς ἔδωσε ἀκό- μη ὁ Πλάστης τὰ αὐτιά. Καὶ πῶς τὰ χρησιμο- ποιοῦμε; Ὅταν παίζῃ τὸ ῥαδιόφωνο, κολλᾷς τὸ αὐτάκι σου κι ἀκοῦς· ἀλλ᾽ ὅταν ἐρχόμαστε στὴν ἐκκλησία, ποὺ ἀκούγονται τὰ οὐράνια λόγια, ἐδῶ λέμε «Ἀργήσαμε…». Αὐτιὰ δὲν ἔχουμε γιὰ τὸ Θεό. Ἁμαρτάνουμε ὅμως καὶ μὲ τὰ μάτια. Μᾶς τά ᾽δωσε ὁ Θεός, γιὰ νὰ κοιτάζουμε τὰ ὡραῖα τῆς δημιουργίας του, ὅπως λ.χ. τὰ ἀστέρια τοῦ οὐρανοῦ. Θέλεις νὰ δῇς θέαμα; Ἄνοιξε τὰ μάτια σου καὶ δὲς τὸν οὐρανό. Ἀντὶ ὅμως γιὰ τέτοια θεάματα, οἱ πολλοὶ τρέχουν καὶ κλείνονται μέσα στὰ μαντριὰ τοῦ διαβόλου, σὲ κέντρα καὶ αἴθουσες, κ᾽ ἐκεῖ βλέπουν ἄλλα, ἄθλια θεάματα. Ἁμαρτάνουμε ἀκόμη μὲ τὴ γλῶσσα, ποὺ «κόκκαλα δὲν ἔχει καὶ κόκκαλα τσακίζει».

Ἰδού λοιπὸν πόσο ἁμαρτάνουμε μὲ τὸ σῶμα. Ἁμαρτάνουμε ὅμως καὶ μὲ τὸ πνεῦμα, δη- λαδὴ μὲ τὸ μυαλό, μὲ τὴν καρδιά μας. Τί μᾶς λέει ἡ Ἐκκλησία· «Ἄνω σχῶμεν τὰς καρδίας» (θ. Λειτ.). Ἐμᾶς ὅμως ἡ καρδιά μας εἶνε κάτω, στὰ φθαρτὰ τῆς γῆς.

Ἁμαρτάνουμε τὴν ἡμέρα, ἁμαρτάνουμε τὴ νύχτα· ἁμαρτάνουμε στοὺς δρόμους, στὰ πεζοδρόμια, στὴ στεριά, στὴ θάλασσα, στὸν ἀέρα. Τὸ χειρότερο εἶνε ὅτι ἁμαρτάνουμε καὶ μέσα στὸ σπίτι. Ὤ τὸ σπίτι! Ἦταν κάποτε ἐποχὴ στὴν πατρίδα μας, στὴ Μικρὰ Ἀσία καὶ ἐδῶ στὴν Ἑλλάδα, ποὺ κάθε σπίτι ἦταν μιὰ ἐκκλησιά· πρόσεχαν τὴ ζωή τους, μαζεύονταν ὅλοι μπροστὰ στὸ εἰκονοστάσι καὶ προσεύχονταν. Τώρα τὸ σπίτι δυστυχῶς δὲν εἶνε ἔτσι…

Ἀλλὰ τὸ πιὸ σοβαρὸ εἶνε ὅτι ἁμαρτάνουνε καὶ κάπου ἀλλοῦ. Ποῦ;

Καλά·ἁμαρτάνουμε στὰ ἀκρογιάλια μὲ τὴ γύμνια, στὰ κέντρα διασκεδάσεως μὲ τὴν κραιπάλη καὶ τὴ μέθη, στὰ δικαστήρια μὲ τοὺς ὅρκους, στοὺς στρατῶνες μὲ τὶς βλαστήμιες· ἂς μείνῃ ἐπὶ τέλους καὶ κάποια γωνιὰ ἀπυρόβλητη, ἂς κρατηθῇ τοὐλάχιστον ἕνα μέρος καθαρό! Ἐν τούτοις ἁ- μαρτάνουμε καὶ – ποῦ; ἀκόμα καὶ μέσα στὴν ἐκκλησία. Ἄλλος κουβεντιάζει καὶ θορυβεῖ, ἄλλος δὲν προσέχει ἀλλὰ σκέπτεται τὰ μάταια, ἄλλη σκανδαλίζει μὲ τὴν ἐμφάνισί της.

Ὁλόκληρη σύνοδος ὥρισε, νὰ μπαίνουν οἱ γυναῖκες ντυμένες σεμνά· ποιός ἀκούει;

Ἁμαρτάνουν οἱ φτωχοὶ ποὺ γογγύζουν, ἁμαρτάνουν οἱ πλούσιοι ποὺ ἔκαναν τὴν καρδιά τους μιὰ πέτρα· ἁμαρτάνουν οἱ ἀγράμματοι ἀπὸ ἄγνοια, ἁμαρτάνουν οἱ γραμματισμένοι ἀπὸ ὑπερηφάνεια· ἁμαρτάνουν οἱ μεγά- λοι, ἁμαρτάνουν καὶ οἱ μικροί. Κι αὐτὰ τὰ νή-πια, μόλις γεννηθοῦν, πέφτουν μέσ᾽ στὴν ἁμαρτία· ὅπως τὸ παπὶ μόλις βγῇ ἀπὸ τὸ ἀβγὸ πέφτει στὸ νερὸ καὶ κολυμπάει, ἔτσι καὶ τὸ παιδὶ μόλις πέσῃ ἀπὸ τὴν κοιλιὰ τῆς μάνας πέφτει στὴν ἁμαρτία. Εἴμαστε διαβολεμένη γενιά.

Νά λοιπὸν ποιά εἶνε τὰ «μύρια τάλαντα», τὸ μεγάλο χρέος μας.

―Μᾶς ἀπογοήτευσες, θὰ μοῦ πῆτε. Τώρα τί θὰ γίνουμε, πῶς θὰ σωθοῦμε; Μπορεῖ ὁ ἄν - θρωπος μόνος του νὰ ἐξοφλήσῃ τὸ χρέος αὐ τό; πρέπει νὰ γίνουμε ἀσκηταί;…

Ἀδέρφια μου, ὄχι ἕνα χρόνο, ἑκατὸ χρόνια νὰ πᾷς στὴν ἔρημο καὶ νὰ ἀσκητεύῃς καὶ νὰ τρῶς ῥίζες, δὲν σβήνεις οὔτε μιὰ ἁμαρτία. Δὲ σβήνει ἔτσι ἡ ἁμαρτία. Πῶς θὰ σβήσῃ ἡ ἁμαρτία; Εὔκολο εἶνε. Πῶς; Ἀκούσατε τί λέει ἡ Ἐκκλησία· «Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες, τοῦτό ἐστι τὸ αἷμα μου, τὸ ὑπὲρ ὑμῶν καὶ πολλῶν ἐκχυνόμενον εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν»(θ. Λειτ.). Καταλάβατε; Ποῦ εἶνε ἡ ἄφεσις τῶν ἁμαρτῶν μας; Σὲ μιὰ σταλαγματιὰ ἀπὸ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας!

«Τὸ αἷμα Ἰησοῦ Χριστοῦ… καθαρίζει ἡμᾶς ἀπὸ πάσης ἁμαρτίας»(Α΄ Ἰω. 1,7). Ἂν ὁ Χριστὸς δὲν ἐσταυρώνετο, κανείς δὲν μποροῦσε νὰ σωθῇ.

Ὥστε λοιπὸν εὔκολη εἶνε ἡ σωτηρία· ἀρκεῖ μόνο νὰ πέσουμε στὰ πόδια τοῦ Χριστοῦ μας καὶ νὰ ζητήσουμε τὴ συγχώρησι, καὶ ὁ Χρι- στὸς θὰ μᾶς συγχωρήσῃ τὰ ἁμαρτήματα. Θὰ μᾶς τὰ συγχωρήσῃ, ἀλλὰ ὑπὸ ἕνα ὅρο. Ἐδῶ ὅμως εἶνε τὸ ζήτημα ποὺ διαφωνοῦμε. Μέχρι ἐδῶ συμφωνοῦμε· τώρα διαφωνοῦμε. Ποιός εἶνε ὁ ὅρος; Ὅπως συγχωρεῖ ὁ Χριστὸς ἐμᾶς, ἔτσι κ᾽ ἐμεῖς νὰ συγχωρήσουμε τοὺς ἄλλους. Τὸ πιὸ ὡραῖο ποὺ βρίσκουμε στὸ Εὐαγγέλιο εἶνε αὐτό. Καὶ ποιός ἀπὸ μᾶς δὲν ἔχει κάποι- ον ποὺ τὸν πείραξε; Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶνε· μέσα στὰ σπίτια νὰ ὑπάρχῃ συγχώρησις, ἔπειτα ἡ συγχώρησις ἀπὸ τὸ σπίτι νὰ βγῇ ἔξω στὴν κοινωνία, νὰ φτάσῃ σὲ ὅλη τὴν πατρίδα μας, νὰ ἐξαπλωθῇ σὲ ὅλα τὰ ἔθνη. Ἂν ἀκου- στῇ παντοῦ τὸ «Συγχωρῶ!», ὤ τότε ἡ γῆ αὐτὴ θὰ γίνῃ παράδεισος.

***

Βλέπετε λοιπόν, ἀδελφοί μου, τί μεγαλεῖα ἔχει τὸ Εὐαγγέλιο; Μιὰ λέξις «Συγχωρῶ»! Ἂν τὸ ποῦμε μὲ τὴν καρδιά,παράδεισος θὰ φυ-τρώσῃ μέσα μας, καὶ ὁ Κύριος, ἡ ἁγία Τριάς, καὶ οἱ ἄγγελοι θα εἶνε πάντα μαζί μας καὶ θὰ μᾶς εὐλογοῦν εἰς αἰῶνας αἰώνων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου