Δευτέρα 9 Μαρτίου 2015

Το στάδιο των αρετών ηνέωκται

«Το στάδιο των αρετών ηνέωκται…»[1]

  




  Η περίοδος της Μεγάλης Τεσσαρακοστής είναι για την ορθόδοξη λατρευτική ζωή, κορυφαία περίοδος του ετήσιου λειτουργικού κύκλου. Με μακρές και κατανυκτικές ακολουθίες η Εκκλησία επιδιώκει να επιτύχει στους πιστούς, την μυστική βίωση και προσέγγιση των σωτηριωδών γεγονότων του Σταυρού και της Ανάστασης του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Για το λόγο αυτό, το λειτουργικό ήθος και ο χαρακτήρας των ύμνων της περιόδου αυτής αποτυπώνουν το ιδιαίτερο βίωμα της χαρμολύπης[2]. Επίσης, το περιεχόμενο των ύμνων με τα υψηλά θεολογικά νοήματα, το εύρυθμον και σύντονον του μέλους, δημιουργεί κατάλληλες προϋποθέσεις για ουσιαστική, κατανυκτική και ευσυνείδητη συμμετοχή στις ακολουθίες. Το στάδιο των αρετών άνοιξε, όσοι θέλουν μπορούν να αγωνιστούν τον καλό αγώνα την Μ. Τεσσαρακοστή. Αυτοί που θέλουν αγωνίζονται στην Εκκλησία ελεύθερα, μας λέει το τροπάριο της Μ. Τεσσαρακοστής, διότι ο Χριστός είπε: «Όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθήτω μοι»[3].
  Η Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή είναι ως περίοδος προετοιμασίας και μετανοίας φωνή της συνειδήσεώς μας, η οποία, εσωτερική και ανέκφραστη, είναι προσωπική κρίση. Είναι περίοδος περισυλλογής, προσευχής, νηστείας και μετάνοιας. Αυτή η ευλογημένη περίοδος της Σαρακοστής, μας προετοιμάζει να βιώσουμε με τον Χριστό το Πάθος Του και τέλος να αξιωθούμε να δούμε την Ανάστασή Του όπως ψάλλουμε «Ανάστασιν Χριστού θεασάμενοι...». Θα δούμε την Ανάσταση του Χριστού μέσα από την δική μας ανάσταση, την «ανάσταση» της ψυχής, την «ανάσταση» από την αμαρτία στην αγιότητα, μέσω της μετάνοιας.
  Η νηστεία έχει διττό χαρακτήρα. Πρώτον συνίσταται στην σωματική νηστεία, η οποία είναι η αποχή ορισμένων (αρτύσιμων) τροφών, και δεύτερον, στην πνευματική νηστεία, η οποία είναι η "αλλοτρίωσις των κακών" κατά τους αγίους Πατέρες. Είναι η αποχή από την αμαρτία, αποχή από τον κακό εαυτό μας, αποχή από τα πάθη και των εμπαθών επιθυμιών. Η νηστεία χαρακτηρίζεται από τον Μέγα Βασίλειο «παθοκτόνος», δηλ. νέκρωση των παθών και όχι «σωματοκτόνος». Η νηστεία απαλλάσσει από δύο βάρη, την γαστριμαργία και από τα πάθη. Η νηστεία έχει δοθεί ανέκαθεν από τον Θεό. Στον Αδάμ την έδωσε ο Θεός για να εξασκείται η θέλησή του, η ελεύθερη βούληση (αυτεξούσιο).  
  Η αγία Τεσσαρακοστή είναι μία μίμηση της ζωής του Χριστού. Ο Ιησούς, μετά την Βάπτισή Του πήγε στην έρημο και εκεί, «νηστεύσας ημέρας τεσσαράκοντα και νύκτας τεσσαράκοντα ύστερον επείνασεν»[4]. Ο Χριστός ήταν τέλειος άνθρωπος, όπως και τέλειος Θεός και, μέσα Του δεν είχε την αμαρτητική φορά, αλλά χρειαζόταν να μας δώσει τύπο ζωής και πολιτείας εδώ στη γή. Έπρεπε να έχουμε μία εικόνα ασκήσεως μπροστά μας, για να επιτύχουμε του σκοπού μας, που είναι η ένωσή μας με τον Θεό και ο αγιασμός. Κατά την περίοδο αυτή δέχθηκε ο Χριστός και τους πειρασμούς[5] του διαβόλου και, κατά την διάρκεια των πειρασμών Του «άγγελοι διηκόνουν αυτώ»[6]. Ο Χριστός «εκπαιδεύθηκε», τρόπον τινά, στους πειρασμούς με την νηστεία και σε όλους τους πειρασμούς βγήκε νικητής. Το ίδιο βγαίνει νικητής και ο πιστός, ο οποίος αγωνίζεται με την βοήθεια και την χάρη του Χριστού κατά των πειρασμών. Χρειαζόμαστε εκπαίδευση. Η περίοδος της νηστείας, ιδιαίτερα την Μ. Τεσσαρακοστή, είναι μία πνευματική εκπαίδευση του χριστιανού. Μαθαίνει να αγωνίζεται κατά των παθών. Ο Κύριος μας έδειξε τον τρόπο, αφού πρώτα αυτός, ως άνθρωπος, πειράσθηκε από τον πονηρό και τους πειρασμούς του.
  Γιατί παραχωρεί τους πειρασμούς ο Θεός στον άνθρωπο; Για να πληροφορείται ότι είναι ανώτερος απ’ αυτούς. Για να ταπεινώνεται. Για να ασκηθεί και να επιλέξει με ελεύθερη βούληση το καλό και την αγάπη του Θεού. Για να λάβει σαφή πείρα της δωρεάς του Θεού. Άγγελοι Κυρίου στηρίζουν και ενδυναμώνουν την πίστη στον αγώνα τους αγωνιστές. Επίσης, ο διάβολος πείραξε τον Χριστό κατά την περίοδο της νηστείας, όχι μόνο με τον τρόπο αλλά και με τον τόπο. Η μοναξιά και η απομόνωση είναι πολλές φορές όπλα του διαβόλου. Παράδειγμα η Εύα, την οποία πείραξε ο «όφις», όταν ήταν χωρισμένη από τον Αδάμ. Η απομόνωση μερικές φορές, φέρνει την απελπισία, την μονοτονία, την ακηδία (τεμπελιά) και την πείνα. Τότε ο πονηρός παίρνει θάρρος να μας πολεμήσει με πειρασμούς και επιτίθενται εναντίον μας. «Όταν όμως μας δει με τους άλλους αδελφούς μαζί, σεγκεκροτημένους και συγκεντρωμένους, δεν έχει το θάρρος να μας κάνει μεγάλη ζημιά», λέει ο ιερός Χρυσόστομος. Γι’ αυτό να συχνάζουμε και να συμμετέχουμε στην Εκκλησία, στις ιερές και κατανυκτικές ακολουθίες της Μ. Τεσσαρακοστής, ώστε όλοι μαζί να στηρίζουμε ο ένας τον άλλον και να ενθαρρυνόμαστε, πως στον αγώνα μας δεν είμαστε μόνοι αλλά μαζί μας είναι όλη η Εκκλησία. Επίσης, τονίζει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος πως, δεν είναι μεγάλο κατόρθωμα να διέλθουμε τις ημέρες απλώς της νηστείας, αλλά σημασία έχει να διορθώσουμε κάτι από τα ελαττώματά μας και να «πλυθούμε» (διά της μετανοίας) από τα αμαρτήματά μας, «εί διωρθώσαμέν τι των ημετέρων ελαττωμάτων, εί τα αμαρτήματα απενιψάμεθα». Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος λέει, πως η νηστεία είναι και καθάρσιο του εαυτού μας. Ο χριστιανός επιτυγχάνει τη «συννέκρωση» με τον Χριστό, συμμετέχει στη νέκρωση του Χριστού και τα άγια Πάθη Του με την άσκηση μέσα στην Εκκλησία. Όπως ο Κύριος νεκρώνει την σάρκα Του για την σωτηρία του κόσμου, έτσι και οι χριστιανοί νεκρώνουν τα πάθη τους για την δική τους σωτηρία. Ο Χριστός νήστεψε πριν τον πειρασμό, εμείς πριν από το Πάσχα.
  Ο Χριστός μας καλεί να γίνουμε άγιοι, «ότι εγώ», λέει, «άγιος ειμί»[7]. Επιθυμεί ο Κύριος και Πλάστης μας να έχουμε κοινωνία μαζί Του και να γευθούμε την Χάρι Του, να μετάσχουμε δηλαδή της αγιότητάς Του. Η κοινωνία με τον Θεό, είναι ζωή μετάνοιας και αγιότητας, η δε απομάκρυνση απ’ Αυτόν, η αμαρτία, ταυτίζεται κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας, με την «κακίαν της καρδίας»[8]. Ο Χριστός δεν είχε την «κακίαν της καρδίας», ούτε πονηριά, διότι δεν είχε αμαρτία. Επειδή ήταν και είναι Θεάνθρωπος. Η αγιότητα, είναι ιδιότητα του Θεού, ο Οποίος είναι ο «προσφέρων και προσφερόμενος και προσδεχόμενος και διαδιδόμενος», όπως λέμε στην θεία Λειτουργία. Και απαντά το πλήρωμα της Εκκλησίας στην προσφορά ότι, «είς άγιος, είς Κύριος, Ιησούς Χριστός, είς δόξαν Θεού Πατρός», ο «εσθιόμενος  και μηδέποτε δαπανώμενος, αλλά τους μετέχοντας αγιάζων».
  Προϋπόθεση όμως, για να συγχωρήσει τις αμαρτίες μας ο Θεός και να φθάσουμε στην αγιότητα, ιδιαίτερα τώρα που αρχίζουμε τον πνευματικό αγώνα, είναι η συγχώρεση των παραπτωμάτων των αδελφών μας. Στην «επί του όρους ομιλία» Του ο Χριστός λέει: «Εάν δεν συγχωρήσετε τα παραπτώματα των αδελφών σας, ούτε ο ουράνιος Πατέρας θα συγχωρήσει τα δικά σας παραπτώματα»[9]. Εάν εμείς δεν «ξεχρεώνουμε»  τα λίγα σφάλματα των αδελφών μας, ο Θεός θα μας «χρεώσει» τα περισσότερα, τα δικά μας σφάλματα. Όταν έχουμε την καλή διάθεση (προαίρεση) να συγχωρούμε, τότε έρχεται η Χάρις του Θεού. Λέει ένα σοφό ρητό: «Ζωή χωρίς αγάπη (και χωρίς συγχώρεση), είναι δέντρο χωρίς άνθη και καρπούς». Το έργο το πνευματικό γίνεται κρυφά. Κάνε εσύ τον αγώνα σου «έν τω κρυπτώ», με αγάπη, και ο Θεός θα σου το αποδώσει φανερά. Όλα τα πνευματικά ο Θεός τα κάνει κρυφά. Την Ανάσταση του Χριστού την έμαθαν, και βέβαια είδαν τον Χριστό αναστημένο, αλλά κανείς δεν είδε την Ανάσταση εκείνη την στιγμή που έγινε. 
  Στον αγώνα λοιπόν του ανθρώπου να επιτύχει το «καθ’ ομοίωσιν» με τον Θεό, για το οποίο δημιουργήθηκε, δηλαδή την αγιότητα (θέωση), η οποία αποβλέπει αποκλειστικά και μόνο στην σωτηρία του ανθρώπου, η Ορθόδοξη Εκκλησία  «θεοπρεπώς εδογμάτισε» μία περίοδο του έτους, ως περίοδο ιδιαίτερης και εκτενής προσευχής, δέησης και άσκησης, ώστε να κατευναστούν τα πάθη της ψυχής και του σώματος. Είναι η Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή, την οποία πρέπει να βιώσουμε με προσευχή, νηστεία και μετάνοια[10], ώστε να γευθούμε αληθινά το Πάσχα με όλους τους αγίους, γινόμενοι κι εμείς «άγιοι», διά της ομολογίας ενώπιον Θεού και ανθρώπων ότι είμαστε αμαρτωλοί αλλά μετανοούντες[11]. Πέφτουμε και σηκωνόμαστε, δεν απελπιζόμαστε. Να ομολογήσουμε δηλαδή την ανθρώπινη ατέλεια και αδυναμία μας και την μηδαμινότητά μας ενώπιον του άγιου Θεού. Μετανοώντας και επαναλαμβάνοντας «έν παντί καιρώ και πάση ώρα», αφού έχουμε λάβει  το Άγιο Πνεύμα διά του αγίου βαπτίσματος, ότι «είς άγιος, είς Κύριος, Ιησούς Χριστός, είς δόξαν Θεού Πατρός».
  Ωστόσο, για να μετανοήσουμε, χρειάζεται να έχουμε αυτογνωσία. Δηλαδή, να έχουμε συναίσθηση ότι φταίξαμε απέναντι του Θεού και των ανθρώπων. Βιώνοντας το λάθος μας, αποφασίζουμε να αλλάξουμε τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς. Μετάνοια, έλεγε ο Γέροντας Ιωσήφ ο Βατοπαιδινός, είναι παύση της αμαρτίας. Ο καρπός της μετάνοιας είναι η ιερά εξομολόγηση και η έλευση της θείας Χάριτος διά μέσω του Ιερέως – Πνευματικού. Όταν αμαρτάνει ο άνθρωπος, υποφέρει όλη η ψυχοσωματική του οντότητα. Νιώθει ο άνθρωπος μοναξιά, δυστυχία. Αποτέλεσμα λοιπόν της αμαρτίας είναι ό, τι νιώθουμε. Επομένως, για να περιοριστεί το κακό, η αμαρτία, χρειάζεται να αλλάξει η εσωτερική μας διάθεση, η προαίρεσή μας κατά τους Πατέρες, να ξαναβρούμε τον στόχο μας και να επιστρέψει η καρδιά, ο νούς και η θέλησή μας στο Θεό. Να ταυτίζεται το θέλημά μας με το θέλημα του Θεού[12]. Κι αυτό, είναι μετάνοια. Η αμαρτία κουράζει, ο Χριστός όμως ξεκουράζει και αναπαύει[13]. Με την μετάνοια ο άνθρωπος, ξαναβρίσκει τον χαμένο του εαυτό (άσωτος) και τη χαμένη κοινωνικότητα, επειδή επανασυνδέεται με την πηγή της ζωής, τον Θεό[14]. Έτσι, πορευόμενοι με την θεία Χάρη, να «πλύνουμε» τις συνειδήσεις «γνώμη αγαθή» διά της μετανοίας, έχοντας την βεβαιότητα ότι οι ουρανοί και η γή και πάντα «τα ορατά και αόρατα», θα καταυγασθούν στο τέλος με το άκτιστο Φώς της Αναστάσεως του Κυρίου.
  Να αγωνιστούμε, λοιπόν, με όλη την ψυχή μας, με αγάπη στο Χριστό, όχι σκυθρωπάζοντες αλλά χαίροντες και αγαλλόμενοι, στο πνευματικό στάδιο των αρετών. Να οπλισθούμε με την λαμπρότητα της αγάπης, την αστραπή της προσευχής και την καθαρότητα της αγνείας. Ακόμη, συμπορευόμενοι με τον Κύριο στα άγια Πάθη Του, προσευχόμενοι σε Αυτόν να μην αδιαφορήσει για μας που κινδυνεύουμε να χωριστούμε απ’ Αυτόν[15], λόγω της αμαρτίας, αλλά να μας αξιώσει να φθάσουμε λαμπροφόροι στην αγία και τριήμερο Ανάστασή Του[16].
  Βλέπουμε πως, η Μεγάλη Τεσσαρακοστή δεν είναι μία περίοδος για να νηστέψουμε μόνο από φαγητά, αλλά για να εξασκούμαστε στην αρετή. Όταν όλα αυτά τα κατορθώσουμε με την Χάρη του Θεού, τότε θα αξιωθούμε να βιώσουμε το Πάσχα με τον Χριστό και διά του Χριστού και, να προσέλθουμε την κύρια ημέρα στην πνευματική τράπεζα, δηλ. στην Θεία Ευχαριστία, προκειμένου να κοινωνήσουμε το άχραντο Σώμα και το τίμιο Αίμα Του. Η προσέλευση στο μυστήριο της ζωής είναι ικανό κίνητρο, για να μας παρακινεί στην πνευματική άσκηση. Με τέτοιες σκέψεις, ας διέλθουμε το «στάδιο των αρετών» της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, για να ωφεληθούμε πολύ, να φθάσουμε στην αγιότητα και «Ανάστασιν Χριστού θεασόμεθα».

Καλή δύναμη στον πνευματικό αγώνα, καλή μετάνοια


Πρεσβύτερος
Γεώργιος Δημητρόπουλος
Πτ. Ανώτατης Εκκλ. Ακαδημίας Αθηνών










[1] Στιχηρόν ιδιόμελον του Τριωδίου, Κυριακή της Τυρινής.
[2] Χαρμολύπη: Ανάμεικτο συναίσθημα χαράς και λύπης. «Αληθινή και όχι ψεύτικη χαρά, νιώθει μόνο όποιος έχει τον Χριστό μέσα του, και είναι ταπεινός, πράος, γεμάτος αγάπη. Αληθινή χαρά έχει μόνο εκείνος που ξαναγεννήθηκε στην αληθινή ζωή του Χριστού. Κι αυτή η αληθινή χαρά βγαίνει από καρδιά που πονά και θλίβεται για τον Χριστό, και βρέχεται από το παρηγορητικό δάκρυ το οποίο δεν το γνωρίζουν οι άλλοι άνθρωποι, κατά τον άγιο λόγο που είπε το στόμα του Κυρίου: «Μακάριοι οι πενθούντες, ότι αυτοί παρακληθήσονται» (Ματθ. Ε’, 4). Όποιος λυπάται και υποφέρει για τον Χριστό, παίρνει παρηγοριά ουράνια και ειρήνη αθόλωτη. Παράκληση, θα πει παρηγοριά. Γι’ αυτό και το Άγιο Πνεύμα λέγεται Παράκλητος, δηλαδή Παρηγορητής, επειδή όποιος το πάρει, παρηγορείται σε κάθε θλίψη του και βεβαιώνεται και δεν φοβάται τίποτα. Κι αυτή η βεβαιότητα που δέχεται μυστικά, τον κάνει να χαίρεται πνευματικά. Όλα τ’ άλλα που τα λένε χαρές οι άνθρωποι, δεν είναι αληθινές χαρές. Μία είναι η αληθινή χαρά, τούτη η πονεμένη χαρά του Χριστού, που εξαγοράζεται με την θλίψη, γι’ αυτό ο Κύριος την λέει «πεπληρωμένη», δηλ. τέλεια, γεμάτη, αληθινή και σίγουρη. (Ιω. Ιστ’, 25). Και ο άγιος Παύλος στις Επιστολές του λέει πολλά γι’ αυτή την ευλογημένη θλίψη που είναι συμπλεγμένη με την χαρά: «Η λύπη για τον Θεό, λέει, φέρνει αμετάνιωτη μετάνοια για την σωτηρία (δηλ. η λύπη που νιώθει όποιος πιστεύει στον Θεό, κάνει ώστε εκείνος ο άνθρωπος να μετανιώσει και να σωθεί, χωρίς να αλλάξει γνώμη και να γυρίσει πίσω στην αμαρτία), ενώ η λύπη του κόσμου φέρνει τον θάνατο». (Κορ. Β’, ζ’, 10). Γι’ αυτή την πνευματική χαρά που δίνει ο Χριστός σε όσους τον αγαπούν και που βγαίνει από την θλίψη, έγραψαν πολλά και θαυμαστά οι άγιοι Πατέρες. Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος τη λέγει Χαροποιόν πένθος και Χαρμολύπη. «Πένθος για τον Θεό, λέει, είναι το να είναι σκυθρωπή η ψυχή σου, και η καρδιά σου να ποθεί να πικραίνεται, και ν’ αποζητά ολοένα αυτό που διψά, και επειδή δεν το βρίσκει, να το κυνηγά με πόνο και να τρέχει ξοπίσω του κλαίγοντας απαρηγόρητα». Και αλλού, «βάστα γερά τη μακάρια τούτη χαρμολύπη και την αγιασμένη κατάνυξη, και μην πάψεις να την εργάζεσαι μέσα σου, ως που να σε κάνει να υψωθείς από τούτον τον κόσμο, και να σε παραστήσει καθαρόν στον Χριστό». Αυτή η ουράνια παρηγοριά, είναι κάποια ανακούφιση και θεϊκή ξαλάφρωση, που παρηγορά την πονεμένη και λυπημένη ψυχή, όπου θλίβεται γιατί χωρίσθηκε από τον Θεό για τις αμαρτίες της. «Κανένα πράγμα δεν ταιριάζει με την ταπεινοφροσύνη, όσο αυτό το χριστιανικό πένθος». «Όποια ενάρετη ζωή κι αν κάνουμε, αν δεν έχουμε καρδιά θλιμμένη και πονεμένη, για μάταιη κι αδιαφόρετη λογαριάζεται», συνεχίζει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος. Πηγή: Φώτης Κόντογλου, «Η χαρμολύπη, ή το χαροποιόν πένθος». Μυστικά Άνθη και Ελληνική Δημιουργία, τ. 61, σελ. 323-326. Αθήνα 1950.
[3] Μαρκ. 8, 34.
[4]  Ματθ. 4, 2.
[5] Κατά συγκατάβαση (καταδέχθηκε), λένε οι άγιοι Πατέρες, ο Θεάνθρωπος Ιησούς (δέχθηκε) τους πειρασμούς για την σωτηρία του ανθρώπινου γένους. Ο Θεός δεν «πειράζει» αλλά ούτε «πειράζεται». Μόνο «δοκιμάζει» ο Θεός, παιδαγωγικά, από άπειρη αγάπη για την σωτηρία του ανθρώπου.
[6]  Μάρκ. 1, 13.
[7] Α΄ Πετρ. 1, 16.
[8] Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Σχόλια στον ψαλμό οζ’. PG. 913.
[9] Ματθ. 6, 14.
[10] «Δέησιν προσάγοντες και άφεσιν αιτούντες».
[11] «Πίπτοντες και ανιστάμενοι».
[12] Το θέλημα του Θεού είναι απλό: «Πάντας ανθρώπους θέλει σωθήναι και είς επίγνωσιν αληθείας ελθείν».
[13] «Δεύτε προς με πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι, καγώ αναπαύσω υμάς». Ματθ. 11, 28.
[14] «ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΙΣΤΗ ΚΑΙ ΛΑΤΡΕΙΑ», Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Παιδαγωγικό Ινστιτούτο. Αθήνα 2005. Σελ. 135-139.
[15]  «…μη παρίδης ημάς κινδυνεύοντας την απ᾿ Αυτού διάστασιν…», (Δοξαστικό της Σταυροπροσκυνήσεως).
[16] Ποίημα Θεοδώρου, ακολουθία Δευτέρας Α΄ Εβδομάδος Νηστειών.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου