Ας δούμε μια περίπτωση όπου ζευγάρι πήγε για εξομολόγηση, όμως ο
πνευματικός δεν τους επέτρεψε να προσέλθουν στη Θεία Κοινωνία, διότι είχαν
προγαμιαίες σχέσεις, ήταν σωστό αυτό;
Πρόκειται για μια πολύ συχνή αιτία
πικρίας των σημερινών ανθρώπων, που καταλήγει στην απομάκρυνσή τους από την
Εκκλησία. Για να κατανοήσουμε το πνεύμα αυτής της «απαγόρευσης», χρειάζεται να
κάνουμε μια αναφορά σχετικά με το μυστήριο του γάμου.
Η λέξη «μυστήριο» προέρχεται από το
ρήμα μυώ, που σημαίνει εισάγω σε κάτι, μεταδίδω μιάν αλήθεια. Αυτός που μυείται
λέγεται μυημένος. Το πρωταρχικό νόημα, λοιπόν, αυτής της διαδικασίας βρίσκεται
στη Θεία Λειτουργία, το κατ’ εξοχήν μυστήριο (Θεοκοινωνία: κοινωνία Θεού και
ανθρώπων). Αυτός που βαπτίζεται και χρίεται γίνεται μυημένος, με άλλα λόγια
μπορεί πλέον να συμμετέχει στα άδυτα της αγάπης του Θεού (που είναι η Θεία
Ευχαριστία) και απαντά στον ιερέα (σήμερα το κάνει ο ψάλτης ως αντιπρόσωπος του
λαού), να ακούει τα λεγόμενα, να μεταλαμβάνει Σώμα και Αίμα Χριστού (να
κοινωνεί με τον Θεό).
Συναποτελεί με τους άλλους πιστούς το
σώμα της Εκκλησίας, δηλαδή εκείνους που ενσωματώθηκαν στην Αλήθεια και στη Ζωή
(που είναι ο Χριστός: Ιωάν. 14, 6). Από το γεγονός αυτό και μετά όλα είναι
διαφορετικά, όλα (πρέπει να) λαμβάνουν χώρα κάτω από το φως αυτής της
ασύλληπτης δωρεάς. Ολόκληρη η ζωή του Χριστιανού παίρνει νόημα από την ένταξή
του στην Εκκλησία. Τίποτε δεν μπορεί να γίνει έξω από την ευλογία της, όχι
διότι το επιβάλλει κάποιος κανονισμός ή μια θρησκοληψία, αλλά διότι η Εκκλησία
αποτελεί τρόπο ζωής, αγιασμένο. Αγκαλιάζει ολόκληρη τη ζωή του ανθρώπου, γι’
αυτό και υπάρχουν πλήθος προσευχών και ειδικών ακολουθιών για όλες τις
δραστηριότητές της: φαγητό, εκπαίδευση, πολιτική, μεταφορές, εμπόριο, γεωργία,
βιομηχανία κ.ά.
Θα ήταν αδιανόητο να απουσιάζει η
ψυχοσωματική ένωση δύο ανθρώπων από την εκκλησιαστική ευλογία (αν και με το
γάμο συντρέχουν περισσότεροι λόγοι, δεν είναι μια απλή δραστηριότητα). Έτσι
λοιπόν, η εγκράτεια πριν από τον γάμο παίρνει το νόημα μιάς θεληματικής άσκησης
προκειμένου να παραμείνει κάποιος ενταγμένος στην Εκκλησία. Με το βάπτισμα και
το χρίσμα ο πιστός αποκτά την γενική ιερωσύνη, την ιερωσύνη των λαικών.
Μετέχοντας και αυτός στο ιερατικό αξίωμα του Χριστού (που προσέφερε τον Εαυτό
Του θυσία ως Μέγας Αρχιερεύς, για την σωτηρία των ανθρώπων), προσφέρει και
αυτός θυσία την άσκησή του και κάθε είδους άσκηση (αφού αυτή λαμβάνει χώρα στην
ψυχή και στο σώμα του), στο δε συγκεκριμένο θέμα την εγκράτεια.
Αν αρνηθεί αυτή την άσκηση
αυτονομείται από το εκκλησιαστικό σώμα, διότι προηγουμένως αυτονόμησε την
ερωτική-σεξουαλική λειτουργία από την εν Χριστώ ζωή. Με άλλα λόγια, το να μην
κοινωνήσει δεν αποτελεί τιμωρία, αλλά φανέρωση αυτού που ήδη έχει συμβεί μέσα
του. Βέβαια στην πράξη πολλές φορές γίνεται η λεγόμενη οικονομία, δηλαδή μία
επιεικής αντιμετώπιση αυτού του τόσο γενικευμένου προβλήματος, ανάλογα με την
αγωνιστικότητα που δείχνει ο πιστός. Είναι φανερό ότι άλλη σημασία έχει να
γνωρίζει κάποιος τον στόχο και να αγωνίζεται, αλλά μερικές φορές να αποτυγχάνει
στην επίτευξή του, και άλλη σημασία το να αγνοεί τον στόχο ή να τον περιφρονεί
κιόλας.
Η σημερινή δυσκολία είναι αποτέλεσμα
και της διχασμένης ταυτότητας του νεοέλληνα, ο οποίος παραπαίει ανάμεσα σε μια
θρησκευτικότητα παραδοσιακή χωρίς επίγνωση και σ' ένα ηδονοθηρικό τρόπο ζωής,
αγνοώντας έτσι τί πραγματικά είναι η Εκκλησία. Πάντως ένα τέτοιο επιτίμιο
αποχής από την Θεία Κοινωνία με κανένα τρόπο δεν θα πρέπει να γίνεται αφορμή να
διακόπτει ο πιστός τη σχέση του με την Εκκλησία ή να χαλαρώνει την προσευχή του
και την πνευματική ζωή, όπως δυστυχώς συχνά συμβαίνει.
-Μήπως ξεχνάμε τις σημερινές συνθήκες
ζωής που τόσο απέχουν από την παραδοσιακή κοινωνία; Καθώς έχει
εμπορευματοποιηθεί η σεξουαλικότητα και από την άλλη καθυστερεί η ηλικία γάμου,
όλο και πιο δύσκολη γίνεται η εγκράτεια πριν από τον γάμο.
Έχετε δίκιο. Θα λέγαμε ότι σήμερα η
εγκράτεια πριν από τον γάμο ισοδυναμεί με θαύμα. Αλλά όπως όλα τα θαύματα
απαιτούν δύναμη Θεού και πίστη του ανθρώπου, έτσι και αυτή είναι εφικτή όταν ο
άνθρωπος το θελήσει πολύ και ζητήσει την βοήθεια του Θεού. Άλλωστε, ας μη
λησμονούμε ότι, αφού εκκλησιολογικά μόνο δικαιώνεται αυτή η εγκράτεια,
επομένως, μόνο μέσα στη ζωή της Εκκλησίας μπορεί να πραγματοποιηθεί.
Μόνο ένας συνειδητά πιστός, που
μελετά, προσεύχεται, εξομολογείται, κοινωνεί, είναι σε θέση να διατηρήσει μέσα
του μία ατμόσφαιρα εμπιστοσύνης στον Θεό και πνευματικής αγωνιστικότητας. Το
μαρτυρούν οι χιλιάδες νεαρών πιστών που το επιτυγχάνουν και σήμερα. Στην εποχή
μας υπάρχει πληθώρα βιβλίων σχετικών με το νόημα του γάμου, έτσι ώστε όποιος
θέλει μπορεί να εμβαθύνει. Άλλωστε, το σεξουαλικό ζήτημα δεν εξαντλείται στην
προγαμιαία εγκράτεια. Χρειάζεται μακροχρόνιος αγώνας ώστε να θέσει κανείς τη
λειτουργία αυτή στην υπηρεσία της αγάπης, της ενότητας, της κατανόησης, της
τρυφερότητας, της βαθειάς κοινωνίας.
Μπήκαμε σ’ έναν καινούργιο αιώνα, που
φιλοδοξεί να καθιερώσει εναλλακτικές μορφές οικογένειας, απλώς και μόνο για να
ικανοποιήσει κάθε φτηνή επιθυμία και για να διαδώσει το ιδανικό ενός «γάμου»-
απλού συμβολαίου. Σ’ ένα κόσμο που κλυδωνίζεται από την καχυποψία και την
εχθρότητα, που αποδιοργανώνεται από τον ηδονισμό και την εκμετάλλευση,
χρειαζόμαστε τον εκκλησιαστικό γάμο περισσότερο από ποτέ στην ιστορία της ανθρωπότητας.
Ο κόσμος δεν θα σωθεί ούτε από τον
αφελή ρομαντισμό της δήθεν αγάπης, ούτε από την απρόσωπη απόλαυση που ήλθε να
τον αντικαταστήσει, τα οποία ήδη κάποιοι εμπορεύονται. Ελπίδα του παραμένει
ένας γάμος, που τρέφεται από το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, που διατηρεί ως
όραμα την ανιδιοτελή αγάπη, που αγωνίζεται (σκληρά μερικές φορές) να μεταποιεί
καθημερινά το φυσικό σε θεανθρώπινο (άγιο). Ένας γάμος που υλοποιεί την αιώνια
βούληση του Θεού για τον τρόπο της σχέσης: τη βαθειά κοινωνία των προσώπων.