Μετάνοια
σημαίνει αλλαγή τρόπου σκέψης, αλλαγή τρόπου ζωής. Με άλλα λόγια, στροφή εκατόν
ογδόντα μοιρών (180°). Μετάνοια είναι τα πάνω-κάτω. Αντιστρέφονται τα πάντα
μέσα μας (ψυχή), «εν τη καρδία» μας. Από την ψευδαίσθηση, ερχόμαστε στη
συναίσθηση. Όμως, ο Θεός για να μπορέσει να φανερώσει την αγάπη του σε κάποιο
άνθρωπο και να συγχωρήσει τις αμαρτίες του, πρέπει ο άνθρωπος αυτός να
επιστρέψει σε Αυτόν. Αυτό γίνεται όταν ο άνθρωπος λυπηθεί βαθιά στην καρδιά
του, για τις αμαρτίες του και τις αναγνωρίσει μπροστά στον Θεό, δηλαδή, όταν
μετανοήσει. Με άλλα λόγια, όταν ειλικρινά μετανοήσει
με όλο το «είναι» του. «Μετάνοια πραγματική είναι πρώτα να συναισθανθεί ο
άνθρωπος το σφάλμα του, να πονέσει, να ζητήσει συγχώρεση από τον Θεό και μετά
να εξομολογηθεί. Έτσι θα έρθει η θεία παρηγοριά. Γι’ αυτό πάντα συνιστώ
μετάνοια και εξομολόγηση», τονίζει ο άγιος Γέροντας Παΐσιος ο Αγιορείτης. Άρα,
η μετάνοια είναι απαραίτητη προϋπόθεση, για να συμφιλιωθεί ο άνθρωπος με τον
Θεό.
Έλεγε
ένας Άγιος: «Η Εκκλησία δεν σώζει με αυτά που λέει και με αυτά που κάνει, αλλά
με αυτό που “είναι”»! Αυτό το «είναι», είναι ο Χριστός παρατεινόμενος εις τους
αιώνες. Είναι η οδός και η αλήθεια και η ζωή[1].
Ο Χριστός είναι η πηγή της ζωής και χωρίς Αυτόν δεν μπορούμε να ζήσουμε. Να τι είπε ο Ιησούς Χριστός στους μαθητές του, αλλά και στο
λαό: «Σας λέγω, ότι ούτω θέλει είσθε
χαρά εν τω ουρανώ δι΄ ένα αμαρτωλό μετανοούντα»[2].
Γίνεται χαρά στον Ουρανό από τους αγίους Αγγέλους, όταν μετανοεί ένας άνθρωπος!
Ο απόστολος Πέτρος λέει στους Ιουδαίους, που μίλησε στην Ιερουσαλήμ: «Μετανοήσατε, λοιπόν, και επιστρέψατε για να
εξαλειφθούν οι αμαρτίες σας»[3]. Και
ο Ιησούς πάλι είπε: «Πεπλήρωται
ο καιρός και ήγγικεν η βασιλεία του Θεού. Μετανοείτε και πιστεύετε εις το
ευαγγέλιο»[4],
στο χαρμόσυνο μήνυμα. Όπως βλέπουμε, παντού στη Γραφή τονίζεται η λέξη «μετάνοια».
Εξάλλου, οι άγιοι Πατέρες ονομάζουν
την μετάνοια «δεύτερο βάπτισμα», διότι μας αναγεννά πνευματικά.
Σχετικά
όμως με την λέξη μετάνοια, υπάρχουν πολλές λανθασμένες ερμηνείες. Π.χ. πολλοί
νομίζουν ότι μετάνοια είναι το να απέχει κάποιος από διάφορες μορφές αμαρτίες
και να κάνει όσο μπορεί πολλά και καλά έργα. Νομίζουν ότι με τον τρόπο αυτό θα
κατορθώσουν να κερδίσουν την συγχώρηση του Θεού. Πρέπει όμως να ξέρουμε ότι
όλες μας οι προσπάθειες, καθώς κι όλα τα καλά μας έργα, δεν μπορούν ούτε μία
από τις αμαρτίες μας να εξαλείψουν. Αυτό το βεβαιώνει η Αγία Γραφή. Βέβαια,
χρειάζονται και τα καλά έργα, όμως, όπως χαρακτηριστικά τονίζει ο ουρανοβάμων
Παύλος: «Ξέρουμε πως ο άνθρωπος δεν
μπορεί να σωθεί με την τήρηση των διατάξεων του νόμου. Αυτό γίνεται μόνο με την
πίστη στον Ιησού Χριστό. Γι' αυτό κι εμείς πιστέψαμε στον Ιησού Χριστό, για να
δικαιωθούμε με την πίστη στον Χριστό κι όχι με την τήρηση του νόμου˙ γιατί με
τα έργα του νόμου δε θα σωθεί κανένας άνθρωπος»[5].
Στο σημείο αυτό χρειάζεται μία αναγκαία διευκρίνιση. Οι Προτεστάντες, λόγου
χάρη, λανθάνουν το να θεωρούν ότι αποκλειστικός παράγοντας της σωτηρίας του
ανθρώπου είναι η πίστη στο Χριστό, και ότι ο παράγοντας άνθρωπος δεν χρειάζεται να συνεισφέρει τίποτε για την σωτηρία του.
Αυτό είναι βέβαια τραγικό λάθος. Σίγουρα η πίστη στον Χριστό σώζει τον άνθρωπο,
αλλά ως πίστη δεν νοείται η νεκρή και θεωρητική και ανενέργητη, αλλά η
ζωντανή, η πίστη που απορρέει από την ελεύθερη επιλογή του ανθρώπου, η πίστη
που είναι ένα είδος συνέργειας, έστω
κι αν είναι μικρή, η πίστη που συνοδεύεται από καλά έργα του πιστεύοντος
ανθρώπου, έργα αγάπης και μετανοίας. Ο απόστολος Παύλος μας προστατεύει από
τέτοια παρεξήγηση, λέγοντας: «Εν Χριστώ
Ιησού ούτε η περιτομή ισχύει κάτι ούτε η ακροβυστία, αλλά η πίστη που ενεργείται με έργα αγάπης»[6].
Και ο αδελφόθεος Ιάκωβος ομοίως αναφέρει ότι, «η πίστη χωρίς έργα είναι νεκρή»[7].
Με άλλα λόγια, σημασία έχει η πίστη στον Χριστό, η οποία όμως εκδηλώνεται
έμπρακτα με αγάπη. Η πίστη στο λυτρωτικό έργο, που πραγματοποίησε ο Ιησούς
Χριστός, ο Υιός του Θεού πάνω στο σταυρό του Γολγοθά. Αυτό και μόνον αυτό είναι
το μέσο γι’ αυτό τον σκοπό.
Μετάνοια,
δεν σημαίνει ακόμη η αναγνώριση μόνο, ότι πραγματικά αμαρτήσαμε. Η αποδοχή
δηλαδή της αμαρτίας μας. Αυτό φυσικά είναι απαραίτητο, αλλά μόνο του δεν
φτάνει. Συχνά βλέπουμε συνανθρώπους μας να έχουν μεγάλο βάρος στη συνείδηση τους,
για τις αμαρτίες που διέπραξαν και δεν μπορούν να κοιμηθούν, χάνουν τον ύπνο
τους και πολλοί χάνουν και την όρεξη τους γενικά, όχι μόνο όρεξη για φαγητό,
αλλά όρεξη και για ζωή. Και συμβαίνει τούτο το περίεργο, διότι, παρά το βάρος
της ενοχής τους δεν επιστρέφουν στον Θεό. Άλλοι πάλι έχουν την γνώμη, ότι αν
καταφέρουν να κόψουν μερικές κακές συνήθειες τους, αυτό είναι μετάνοια. Το να
αποφύγει κάποιος και κόψει μια συγκεκριμένη αμαρτία, μοιάζει σα να κόψει ένα
κλαρί από ένα σάπιο δένδρο. Χρειάζεται βέβαια και η προσπάθεια, ωστόσο,
ολόκληρο το δέντρο (αμαρτία) πρέπει να κοπεί, επειδή ολόκληρο είναι σάπιο.
Τι σημαίνει λοιπόν μετάνοια κατά Θεόν;
Η
Αγία Γραφή, το βιβλίο του Θεού, είναι
ο λόγος του Θεού και ο λόγος περί του Θεού Λόγου (Χριστού), που ομοιάζει μ’ ένα
καθρέπτη στον οποίο ο άνθρωπος βλέπει τον εαυτόν του, αλλά καθαρά όμως όπως τον
βλέπει το Άγιο Πνεύμα. Ακριβώς το ίδιο όπως ένας γιατρός, που εξετάζει τον
ασθενή του, για να αρχίσει την θεραπεία της ασθένειας. Πρέπει πρώτα να κάνει
την διάγνωση. Το ίδιο κάνει και ο Θεός, εξετάζει τον άνθρωπο μέσα στη καρδιά
του και βλέπει την κατάστασή του. Με άλλα λόγια, βλέπει ο Θεός αφενός τον
άνθρωπο «όπως είναι» (μέσα στην αμαρτία) και, αφετέρου, βλέπει εάν αναγνωρίζει ο
άνθρωπος τις αμαρτίες του και αν είναι πρόθυμος να αφήσει την καρδιά του να την
κυβερνήσει Αυτός. Στην Αγία Γραφή ο Θεός, μας κάνει γνωστό με ξεκάθαρο τρόπο
την διάγνωσή Του: Μιλάει μέσα στην καρδιά
σου, σε ελέγχει και σου λέει ότι εκείνο που κατέστρεψε την ζωή σου, είναι η
αμαρτία. Στη συνέχεια, μέσα από την Αγία Γραφή, σε ρωτάει: Θα συνεχίσεις να ζεις με τον ίδιο τρόπο που
ζούσες μέχρι τώρα; Αν συνεχίσεις, θα χαθείς αιώνια. Αυτή την
διάγνωση του Θεού πρέπει να την δεχτούμε, για να μπορέσει ο Θεός στη συνέχεια
να ενεργήσει με την μεγάλη και πλούσια χάρη Του στη ζωή μας. Όμως, μια τέτοια
αναγνώριση είναι τότε γνήσια, όταν συνοδεύεται από την επιθυμία να πούμε του
Θεού: «Ναι, Θέλω να επιστρέψω σε Σένα Θεέ
μου και θέλω να εγκαταλείψω όλα εκείνα που με χώριζαν από Σένα. Έζησα
πραγματικά χωρίς Εσένα! Τώρα όμως Σου δίνω ολόκληρη την ζωή μου», όπως ο
άσωτος.
Ο
μέγας Παύλος, γράφει: «Επιστρέψετε προς
τον Θεό από τα είδωλα, δια να μπορείτε να δουλεύετε τον ζωντανό και αληθινό
Θεό»[8].
Το ίδιο Πνεύμα του Θεού οδηγεί τον άνθρωπο με μια τέτοια μετάνοια, στην
ακραιφνή πίστη στο πρόσωπο του Κυρίου Ιησού Χριστού. Μέσω του Χριστού λαμβάνει
ο αμαρτωλός την συγχώρηση των αμαρτιών του και την αιώνια ζωή, καθώς και
όλη την χάρη που χρειάζεται η ψυχή, για να κάνει το άγιο θέλημα του Θεού. Ο
άσωτος υιός καθώς ήρθε στον εαυτόν
του, είπε τα ακόλουθα λόγια: «Θα σηκωθώ
και θα πάω στον πατέρα μου και θα του πω. Πατέρα αμάρτησα στον ουρανό και
ενώπιον σου... καθώς δε, ήταν ακόμη μακριά τον είδε ο πατέρας του και έτρεξε,
τον αγκάλιασε και τον κατεφίλησε»[9].
Είναι πολύ συγκινητική αυτή η στιγμή της επιστροφής του ασώτου στην αγάπη του
πατέρα! Κατά τον ίδιο τρόπο δέχεται ο Κύριος κάθε ένα αμαρτωλό άνθρωπο,
που επιστρέφει με μετάνοια και πίστη, όπως έκανε ο άσωτος υιός. «Διότι τόσον αγάπησε ο Θεός τον κόσμο ώστε
έδωκε τον υιό αυτού τον μονογενή δια να μην απολεσθεί καθένας, που πιστεύει εις
αυτόν, αλλά να έχει ζωή αιώνια»[10].
Στην
επιστολή προς Εβραίους, ο
συγγραφέας γράφει: «Ενώ λέγεται,
σήμερον εάν ακούσετε της φωνής αυτού μη σκληρύνετε τις καρδιές σας...»[11]. Λέει,
δηλ. ο μακάριος Παύλος, σήμερα, άν
ακούσετε την φωνή του Θεού, μή γίνετε σκληρόκαρδοι, όπως τότε που με πικράνατε.
Και συνεχίζει ο ίδιος, ποιοί όμως πίκραναν τον Θεό, παρόλο που άκουσαν την φωνή
του; Ήταν όλοι ανεξαιρέτως όσοι έφυγαν με την βοήθεια του Μωυσή από την Αίγυπτο,
και βλέπουμε πως δεν μπόρεσαν να μπούν στη γή της επαγγελίας εξαιτίας της
απιστίας τους[12].
Πάνω ακριβώς σ' αυτό το χωρίο, σχολιάζει ο άγιος Μακάριος ο
Αιγύπτιος, λέγοντας, πως εκείνους που
νομίζουν αδύνατη αυτήν την τελειότητα, που συντελείται με την ενέργεια του
Αγίου Πνεύματος, η οποία είναι "η καινή κτίσις" της καθαρής καρδιάς,
ο Απόστολος τους παρομοιάζει μ' εκείνους τους Εβραίους που δεν αξιώθηκαν να
μπούνε στη γή της επαγγελίας, λόγω της απιστίας τους, και γι' αυτό άφησαν τα
κόκκαλα τους στην έρημο. Η απαλλαγή μας από τα πάθη είναι η αληθινή γή της
επαγγελίας. Γι' αυτό και ο Απόστολος μας συνιστά, "προσέχετε, αδελφοί μου,
μήπως κανείς από σάς έχει πονηρή καρδιά, γεμάτη απιστία και απομακρυνθεί από
τον αληθινό Θεό". Με την λέξη "απομακρυνθεί" δεν εννοεί την
άρνηση του Θεού, αλλά την απιστία στις υποσχέσεις του. Μ' αυτή την απιστία
κυριεύτηκαν οι Εβραίοι και δεν μπήκαν στη γή της Επαγγελίας. Ας φροντίσουμε
λοιπόν να μπούμε σ' εκείνη την ανάπαυση. Και ποιά είναι η αληθινή ανάπαυση των
Χριστιανών, παρά η απολύτρωση από τ' αμαρτωλά πάθη και η ενεργός κατοίκηση του
Αγίου Πνεύματος μέσα στην καθαρή καρδιά μας;[13].
Μετάνοια είναι η ελπίδα επιστροφής στον
Θεό, λέει ο Μέγας Βασίλειος, καθώς η μετάνοια διώχνει την απογοήτευση,
τονίζει ο άγιος Παΐσιος. Η μετάνοια, λοιπόν, είναι προϋπόθεση της σωτηρίας.
Πολύς λόγος γίνεται γι' αυτή, χωρίς όμως να τονίζεται ένα λεπτό σημείο, το
οποίο πρέπει να προσέχουν οι μετανοούντες. Η μετάνοια πρέπει να γίνεται με
διάκριση και ποτέ να μην έχει ως αποτέλεσμα το ψυχοφθόρο άγχος και την σκοτεινή
απόγνωση. Ο Γέροντας Παΐσιος επισημαίνει τον κίνδυνο: «Η μετάνοια που έχει μέσα της άγχος και απελπισία δεν είναι από τον Θεό.
Έχει βάλει και το ταγκαλάκι (δαίμονας) την ουρίτσα του. Πρέπει να προσέξει
κανείς, γιατί μπορεί ο διάβολος να τον πιάσει από τα δεξιά, από την μετάνοια,
και να τον πετάξει στα αριστερά, στη θλίψη και στην απογοήτευση, ώστε να τον
τσακίσει ψυχικά και σωματικά και να τον αχρηστέψει. Φέρνει δηλαδή την άλλη
συντριβή, που έχει άγχος, για να τον κάνει συντρίμμια»[14].
Επομένως, το πρώτο και διαρκές μέλημα του ανθρώπου, πρέπει να είναι η σωτηρία
της ψυχής του. Όταν το πετύχει αυτό, θα μπορεί στην συνέχεια ν’ αντιμετωπίζει
τις δοκιμασίες της ζωής με υπομονή και δοξολογία του Θεού. Συγχρόνως θα
γνωρίζει και, καθημερινά θα το επιβεβαιώνει η εμπειρία του, ότι ο Θεός
επιτρέπει τις δοκιμασίες για να εξασφαλιστεί η σωτηρία της ψυχής του. Ο
Γέροντας Παΐσιος τονίζει πάλι, ότι «πριν
την ανάσταση προηγείται η σταύρωση, γι' αυτό τα χτυπήματα των δοκιμασιών είναι
απαραίτητα για την σωτηρία της ψυχής μας, γιατί αυτά λαμπικάρουν την ψυχή. Όπως
συμβαίνει και με τα ρούχα, όσο τα τρίβουμε, όταν τα πλένουμε, τόσο καλύτερα
καθαρίζουν. Το ίδιο και με το χταπόδι, όσο το χτυπάμε, τόσο περισσότερο
καθαρίζει και μαλακώνει»[15].
Οι δοκιμασίες και οι πειρασμοί ταπεινώνουν την ψυχή. Εξάλλου, όπως αναφέρει
θεολογικώς ο Μέγας Βασίλειος: «Ο Θεός με
την πανσοφία του, το σύμπτωμα της αμαρτίας, ο πόνος, θεραπεύει την αμαρτία και σώζει
τον άνθρωπο. Έχει λυτρωτικό χαρακτήρα ο πόνος και η θλίψη».
Γι’
αυτό οι άγιοι Πατέρες, λένε, πως «η μετάνοια είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της
πνευματικής ζωής. Η αναγνώριση της αμαρτωλότητάς μας (αυτογνωσία), ο πόνος επειδή πικράναμε
τον Θεό, η απόφαση για μία αλλαγή και η καταφυγή στην εξομολόγηση, αποτελούν
την απαρχή της σωτηρίας μας». Ο Τίμιος Πρόδρομος και ο ίδιος ο Κύριος μάλιστα,
άρχισαν την διδασκαλία τους καλώντας σε μετάνοια. Κανείς δεν μπορεί να σωθεί,
αν προηγουμένως δεν μετανοήσει. Ενώ, μόνο με την μετάνοια ένας μεγάλος ληστής, «λήστεψε» ακόμη και τον παράδεισο[16],
λένε χαρακτηριστικά οι άγιοι Πατέρες, δηλαδή αυτός ο ληστής που ήταν
σταυρωμένος δεξιά από τον σταυρωθέντα Κύριο και μετανόησε. Είναι, λοιπόν,
δαιμονική πλάνη να παραμελούν οι χριστιανοί την μετάνοια και την εξομολόγηση.
Βέβαια δεν αναφερόμαστε στην περίπτωση των «πωρωμένων»[17]
ανθρώπων, που ισχυρίζονται ότι δεν έκαναν τίποτε το αμαρτωλό, ή εκείνων που
αυτοσχεδιάζουν τρόπους εξομολογήσεως, επειδή δεν θέλουν να ταπεινωθούν και να
σκύψουν στο πετραχήλι του Πνευματικού, όπως η θεόπνευστη εκκλησιαστική τάξις
ορίζει. Αναφερόμαστε κυρίως στην περίπτωση πολλών χριστιανών, που αρκούνται σε
άλλα θρησκευτικά καθήκοντα, ή σε μια συμμετοχή στο Ιεραποστολικό έργο, ή σε
νεφελώδεις συζητήσεις με πνευματικούς Γέροντες, χωρίς καμιά διάθεση να «φυλάξουν οδούς σκληρώς»[18].
Έτσι πιστεύουν ότι κατακτούν κορυφές, ενώ πλανώνται σε θανατηφόρα τέλματα
αμετανοησίας, αναισθησίας και ναρκισσισμού. Η αδιαφορία μας για μια αποφασιστική
μετάνοια, αποδεικνύεται ολοφάνερα από την ενασχόληση με την ζωή και τα σφάλματα
των άλλων[19].
Κατά
τον άγιο Ισαάκ τον Σύρο: «Μετάνοια είναι η απόρριψη των προηγούμενων
συμπεριφορών μας, εκείνων που εκθέτουν όχι μόνο ενώπιον του Θεού, αλλά και στα
μάτια των ανθρώπων. Άρα, η μετάνοια συνιστά γενναία απόφαση οριστικής εκδίωξης
του κακού από τη ζωή μας»[20].
Μας φαίνεται δύσκολο βέβαια αυτό, διότι
δεν αγαπήσαμε τον Χριστό. Ωστόσο, μας αγαπά ο Θεός και περιμένει την μετάνοιά
μας, κι ας μην τον αγαπάμε εμείς. Εκείνος ο άνθρωπος που δεν θέλει, δεν
αμαρτάνει. Το να παραβεί κανείς, σε μιά συγκεκριμένη στιγμή, κάποια
εντολή του Θεού, δεν είναι τόσο ανησυχητικό. Άν δεν υπάρχει μάλιστα η
συναίσθηση της αμαρτωλότητας, το πράγμα είναι σχεδόν ασήμαντο. Όταν όμως τα
περισσότερα μέλη μιας κοινωνίας κάνουν τρόπο ζωής την άρνηση των εντολών του
Θεού, ή διαστρέφουν το περιεχόμενό τους, τότε σε πιάνει απογοήτευση. Νιώθεις
ότι ο διάβολος έγινε κοσμοκράτορας[21].
Βρίσκεται παντού, επηρεάζει μέλη της οικογένειάς σου, συναδέλφους σου,
αξωματούχους της τοπικής και ευρύτερης κοινωνίας, αλλά και κληρικούς ακόμα. Γι'
αυτό άλλωστε ο άγιος Γέροντας Παΐσιος, ανησυχούσε ιδιαίτερα και θεωρούσε
βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος το γεγονός ότι οι άνθρωποι εγκωμιάζουν την
αμαρτία και την θεωρούν πρόοδο: «Οι
σημερινοί άνθρωποι, επειδή η αμαρτία έχει γίνει μόδα, εάν δούν έναν να μήν
ακολουθεί το ρεύμα της εποχής, να μήν αμαρτάνει, να είναι λίγο ευλαβής, τον
λένε καθυστερημένο, οπισθοδρομικό. Αυτοί οι άνθρωποι το να μήν αμαρτάνουν το
θεωρούν προσβολή και την αμαρτία την θεωρούν πρόοδο. Αυτό είναι το χειρότερο
απ' όλα»[22].
Στο
"Γεροντικό", ρώτησαν τον
αββά Ποιμήν κάποιοι άνθρωποι βλέποντας κάποιους άλλους να αμαρτάνουν. Γέροντα
δεν τους βλέπεις τί κάνουν; Δεν τους παρατηρείς; Και ο αββάς Ποιμήν πολύ απλά
τους απάντησε, ο Θεός τους βλέπει και δεν
τους καίει...Τί θέλετε να κάνω εγώ; Ο Θεός τους αγαπάει και τους ελεεί, και
περιμένει να μετανοήσουν. Δυστυχώς εκλαμβάνουμε την ευγένεια του Θεού, την
αγάπη Του, το αυτεξούσιο που μας χάρισε, την ελευθερία μας, ως ανυπαρξία του
Θεού στον κόσμο. Ο Χριστός όμως δεν ήρθε στον κόσμο για να τον κρίνει, αλλά να
σώσει τον κόσμο[23]. Και η Εκκλησία, που
δέχεται την μετάνοια, δεν υπάρχει για να καταδικάσει τον κόσμο, αλλά για να τον
σώσει με την Χάρη του Θεού. Έτσι, οι εντολές του Θεού ελευθερώνουν τον άνθρωπο,
διότι μέσα από τις εντολές βρίσκεται η γνώση του Θεού. Αυτό όμως προϋποθέτει
την αγάπη μας προς Αυτόν. Καθώς είπε και ο ίδιος ο Κύριος: «Ο έχων τας εντολάς μου και τηρών αυτάς,
εκείνος εστίν ο αγαπών με˙ ο δέ αγαπών με αγαπηθήσεται υπό του πατρός μου, και
εγώ αγαπήσω αυτόν και εμφανίσω αυτώ εμαυτόν»[24].
Θέλει λοιπόν να μας σώσει ο Θεός και να εμφανίσει τον εαυτό Του, αλλά πρέπει να
θέλουμε κι εμείς. Αυτό είναι η θεία
συνέργια. Με άλλους λόγους, η συνεργασία μας με τον Θεό για την σωτηρία
μας. Δηλαδή, η έμπρακτη και ελεύθερη συγκατάθεση μας, που εκδηλώνεται πρωτίστως
με την μετάνοια. Άρα, η ελευθερία μας που είναι δώρο Θεού, φέρει ευθύνη πώς την
διαχειριζόμαστε, διότι από αυτήν εξαρτάται αν χαρούμε μετά του Θεού, την αιώνια
παραδείσια ζωή. Η μετάνοια είναι ο δρόμος της επιστροφής στον Θεό. Τα κριτήρια
του Θεού βέβαια είναι άλλα, γι' αυτό οι άγιοι δεν δικαιολογούν τον εαυτό τους,
ας έχουν την «σφραγίδα» του Θεού μέσα
τους. Για κάτι καλό που κάνουν, λένε, δεν είναι ο εαυτός μας αλλά ο Θεός, κι
έτσι ξεχώριζαν τον εαυτό τους. Είχαν αυτογνωσία. Αυτό μας σώζει, όχι μόνο τα
έργα μας, αλλά η συναίσθηση της αμαρτωλότητας. Και ζούσαν οι άγιοι πάντοτε έν μετανοία και ταπεινώσει.
Επομένως,
σκοπός είναι να γνωρίσουμε τον Θεό και Αυτός τότε θα μας οδηγήσει στη σωτηρία
της ψυχής μας. Και όταν λέμε «σωτηρία», νομίζουμε δουλικά ότι θα μας σώσει
κάποιος, εν προκειμένω ο Θεός. Όμως, ο Χριστός μας έσωσε από την αμαρτία, που
αποτελέσματα αυτής είναι η φθορά και ο θάνατος. Βλέπουμε ακόμη στον κόσμο μας,
γίνονται πόλεμοι και ένα σωρό κακά πράγματα, ωστόσο, οι άγιοι επειδή βίωναν
αυτή την ειρήνη του Χριστού, την συμφιλίωση δηλαδή του Θεού με τον άνθρωπο,
ζούσαν επάνω στη γή και προγεύονταν τον παράδεισο. Προγεύονταν την βασιλεία του
Θεού στον επίγειο βίο τους, παρόλα τα άσχημα και οδυνηρά του κόσμου. Συνεπώς, η
παρουσία του Θεού μεταμορφώνει την
ζωή μας και όλο τον κόσμο, καθώς μας οδηγεί «εκ του θανάτου είς την ζωήν»[25].
Όταν ο Θεός είναι μέσα στην ψυχή μας, υπάρχει μία αρμονία. Μας ελευθερώνει ο
Χριστός και δεν υπάρχει σύγχυση στη ψυχή μας. Είναι η λύση στα αδιέξοδά μας,
γιατί ο Θεός ποτέ δεν βρίσκεται σε δύσκολη θέση. Οι άγιοι ήταν τόσο ελεύθεροι
άνθρωποι, που πήγαιναν εκεί οι άνθρωποι και τους ελευθέρωναν μ' ένα λόγο, διότι,
ήταν η Χάρις του Θεού που είχαν και ανάπαυαν πνευματικά τους ανθρώπους. Αυτή η
Χάρις του Θεού μεταδίδεται πλούσια στους πιστούς διά μέσου των Μυστηρίων μέσα
στην Εκκλησία, όπου τα άγια μυστήρια είναι οι εκφάνσεις της άκτιστης ενέργειας
του Θεού στον κόσμο. Επομένως, δεν υπάρχει μεγαλύτερο δώρο του Θεού από την
μετάνοια.
Η μετάνοια είναι θαύμα που έχει παγκόσμιες διαστάσεις,
διότι με αυτή ο άνθρωπος ανίσταται αιώνια, γίνεται καινός άνθρωπος[26],
αναγεννημένος από την Χάρη του Θεού. Τον ψηλαφείς τον Θεό στην μετάνοια-
εξομολόγηση, και ο Θεός μάς μιλά μέσα από τα γεγονότα της ζωής μας. Δεν μπορεί
η αμαρτία μου ή τίποτα άλλο, να καταργήσει την θυσία του Χριστού για μένα… Να
καταργήσει την αγάπη Του και την συγχωρητικότητά Του. Γι’ αυτό δεν πρέπει να
απογοητευόμαστε. Κλαίω για τις αμαρτίες μου, διότι αμαύρωσα την «εικόνα του Θεού» μέσα μου. Η απελπισία της αμαρτίας
μας συνθλίβει, ενώ η μετάνοια μάς αναπαύει. Επομένως, το καινούργιο που έφερε ο
Θεός, την σωτηρία από την φθορά και τον θάνατο, μην απελπίζεσαι, διότι μόνο
Αυτός είναι η ελπίδα μας. Ο Χριστός ήρθε να ενώσει τον «διεσπαρμένο άνθρωπο»,
δηλαδή άλλο θέλει ο νους και άλλο θέλει η καρδία μας. Θέλουμε να αγιάσουμε,
αλλά και να αμαρτάνουμε… Αλλά δεν γίνεται. Ο άνθρωπος είναι «διεσπαρμένος» μέσα
του, η θέλησή του. Αυτό ήρθε να θεραπεύσει ο Χριστός. Η θέλησή μας πλέον να
ταυτίζεται με το θέλημα του Θεού. Ο Χριστός ήρθε να επαναφέρει τον άνθρωπο στο
«αρχαίον κάλλος» (Αδάμ), στην απλότητα, στην ταπείνωση και στην αγάπη. Το θέλημα του Θεού είναι ένα και απλό: «Πάντας ανθρώπους θέλει σωθήναι και είς επίγνωσιν αληθείας ελθείν»[27].
Ο Θεός θέλει να σωθεί όλος ο κόσμος και να Τον γνωρίσει.
Τέλος,
αυτό που μας κάνει άξιους όταν προσερχόμαστε στον Θεό, παρά την αναξιότητά μας,
είναι δύο πράγματα. 1) Η αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο, η φιλανθρωπία του, και
2) η μετάνοιά μας. Είναι σα να ζητάμε ελεημοσύνη ως «ζητιάνοι», αλλά από καλό άνθρωπο... Ζητάμε έλεος από τον Θεό, να
μας ευσπλαχνισθεί για τα πλήθη των αμαρτιών μας. Άρα, είναι πνευματική ανοησία να νομίζουμε ότι
είμαστε αναμάρτητοι. Ο Θεός δεν θέλει πολλά έργα, αλλά θέλει καρδιά με
ταπείνωση και μετάνοια. Θέλει τον
φιλότιμο αγώνα μας και όλα τ' άλλα τα κάνει Εκείνος, κατά τον άγιο Παΐσιο.
Γι' αυτό ο Θεός προτιμάει έναν αμαρτωλό ταπεινό και όχι έναν «άγιο» υπερήφανο! Ο Θεός είναι σε αυτόν
που έχει «συντετριμμένη τη καρδία του»[28],
έχει ταπείνωση και συναίσθηση της αμαρτωλότητάς του. Άλλωστε, ο άγιος δεν είναι
ο αλάθητος και ο αναμάρτητος, αλλά είναι αυτός που ομολογεί τις αμαρτίες του
και μετανοεί καθημερινά. Είναι μία συνεχής πορεία της ζωής μας η μετάνοια. Όπως
έλεγε και ο π. Τύχων στο άγιον Όρος: «Ο
παράδεισος έχει αμαρτωλούς μετανοημένους και η κόλαση αμαρτωλούς αμετανόητους»!
Ο υπερήφανος άνθρωπος δεν μπορεί να μετανοήσει, να «τσαλακώσει» το «εγώ» του. Π.χ., ένας ασκητής έκανε κάθε ημέρα τρείς
χιλιάδες μετάνοιες. Νόμιζε ότι έκανε θεάρεστο έργο και είχε υπερηφάνεια. Του
λέει λοιπόν ο Ηγούμενος, από σήμερα θα κάνεις τρείς μετάνοιες. Ο ασκητής δεν
υπάκουσε και συνέχισε το «ίδιον θέλημα»[29]
του και έκανε τρείς χιλιάδες μετάνοιες! Αυτό του ήταν εύκολο, οι τρείς
μετάνοιες που του είπε ο Ηγούμενος, του ήταν δύσκολο! Αυτή είναι η υπερηφάνεια.
Το αντίθετο της υπερηφάνειας είναι η ταπείνωση, είναι η μετάνοια. Μόνο, λοιπόν,
διά της οδού της ταπεινώσεως και της μετάνοιας επανέρχεται ο εαυτός[30]
μας και ταυτίζεται με το θείο θέλημα. Ξαναβρίσκουμε «εν Χριστώ» τον εαυτό μας και την προσωπικότητά μας[31].
Οι
Άγιοι έλεγαν: «Όλοι θα σωθούν εκτός από μένα». Τέτοιο φρόνημα είχαν, τέτοια
ταπείνωση. Στο “Γεροντικό” ακόμη ρώτησαν: «Αββά, ποιά είναι τα πρόβατα που λέει
ο Χριστός θα είναι στα δεξιά Του και τα ερίφια (κατσίκια) στα αριστερά Του; Και
απαντάει ο Γέροντας, τα πρόβατα δεν ξέρω ποιά είναι, ξέρω όμως τα ερίφια, ένα
από τα οποία είμαι εγώ»! Έτσι σκέφτονταν και ζούσαν οι Άγιοι, ότι η κόλαση
είναι γι’ αυτούς και ο παράδεισος για όλους τους υπόλοιπους ανθρώπους. Ωστόσο,
όμως, δεν απελπίζονταν, είχαν την ελπίδα τους στηριγμένη στον Χριστό και στο
θείο Του έλεος. Βίωναν οι Άγιοι σε αυτή την ζωή ακόμη, τον παράδεισο, προγεύονταν
τον παράδεισο με συνεχή μετάνοια. Και τί είναι παράδεισος; Μας λέει ο άγιος
Ισαάκ ο Σύρος: «Ο παράδεισος είναι η αγάπη του Θεού και ό,τι απόλαυση υπάρχει
μέσα σε αυτήν». Μόνο η αμαρτία (όχι ο αμαρτωλός άνθρωπος) εμποδίζει την Χάρη
του Θεού να επέμβει στη ζωή μας. Όταν όμως γυρίζουμε πίσω όπως ο άσωτος υιός,
μετανοούμε, τότε ελκύουμε την Χάρη του Θεού και αγιάζεται η ζωή μας. Όταν ο
άνθρωπος παραδώσει την ελευθερία του στον Θεό, όταν δεν κάνουμε το δικό μας
θέλημα, τότε ο Θεός παρεμβαίνει και μας ελευθερώνει. Όπως λέμε και στην Θ.
Λειτουργία, «πάσαν την ζωήν ημών παραθώμεθα», παραδίδουμε και εμπιστευόμαστε τη
ζωή μας στον Χριστό. Λέει ο απόστολος Πέτρος: «Αφού ο Χριστός πέθανε για εμάς,
τότε κι εμείς πρέπει να πεθάνουμε για τον Χριστό»[32].
Να νεκρώσουμε δηλαδή τα πάθη (εγωϊσμός, μνησικακία, φιλαυτία, κακία, κ.ά), που
«φωλιάζουν» στη ψυχή μας και εμποδίζουν την επι-κοινωνία μας με τον άγιο Θεό.
Τα πάθη αιχμαλωτίζουν την «καρδιά» (ψυχή) μας και δεν αγαπούμε σε απόλυτο βαθμό
τον Θεό. Ενώ πρώτο μέλημα και ανάγκη της ψυχής, είναι ν’ αγαπάει απόλυτα τον
Θεό.
Ο
άγιος Νήφων, λοιπόν, διακηρύσσει: «Ο Θεός δεν κρίνει τον χριστιανό, επειδή αμαρτάνει,
αλλά επειδή δεν μετανοεί»[33].
Και συνεχίζει ο Άγιος, γιατί το να αμαρτάνει κανείς και να μετανοεί είναι ανθρώπινο,
ενώ το να μην μετανοεί είναι γνώρισμα του διαβόλου και των δαιμόνων του. Επειδή
δεν ζούμε συνεχώς στη μετάνοια γι’ αυτό θα κριθούμε. Και όπως λέει ο Όσιος
Ιωάννης ο Δαμασκηνός: «Ουδείς ποτέ απώλετο τω δραστικώ φαρμάκω της μετανοίας
και εξομολογήσεως χρησάμενος»[34].
Οι πάντες μέσω του δραστικού φαρμάκου της μετανοίας σώθηκαν. Ο άγιος Εφραίμ ο
Σύρος, λέει για την μετάνοια: «Αδελφοί, ο τωρινός καιρός είναι καιρός για
μετάνοια. Μακάριος, λοιπόν, είναι εκείνος, που δεν έπεσε καθόλου στα δίχτυα του
εχθρού. Μακάριος (ευτυχισμένος) είναι για μένα κι εκείνος που έπεσε στα δίχτυα
του, αλλά κατόρθωσε να τα σκίσει και να του ξεφύγει όσο βρίσκεται στην παρούσα
ζωή. Αυτός, ζώντας ακόμα σωματικά, μπόρεσε να ξεφύγει από τον πόλεμο και να
σωθεί, όπως ξεγλιστράει το ψάρι από το δίχτυ. Γιατί το ψάρι και να πιαστεί, αν
σκίσει το δίχτυ και ορμήσει προς τον βυθό, όσο βέβαια είναι ακόμα στο νερό,
σώζεται. Αν όμως το τραβήξουν στην στεριά, τότε πια δεν μπορεί να βοηθήσει τον
εαυτό του. Έτσι κι εμείς. Όσο είμαστε σ’ αυτή την ζωή, έχουμε πάρει την δύναμη
και την εξουσία από τον Θεό, να σπάσουμε μόνοι μας τις αλυσίδες των θελημάτων
του εχθρού, να πετάξουμε το φορτίο των αμαρτιών μας με την μετάνοια και να
σωθούμε, κερδίζοντας την βασιλεία των ουρανών. Αν όμως μας προφτάσει το φοβερό
εκείνο πρόσταγμα, αν η ψυχή χωριστεί από το σώμα και το σώμα μπει στον τάφο,
τότε δεν μπορούμε πια να βοηθήσουμε τον εαυτό μας, όπως ακριβώς συμβαίνει και
με το ψάρι, που το τράβηξαν απ’ το νερό και το έκλεισαν μέσα σε δοχείο. Αδελφέ,
μην πεις, “σήμερα αμαρτάνω και αύριο μετανοώ”, γιατί δεν έχεις σιγουριά. Στον
Κύριο ανήκει η φροντίδα για το αύριο». Τώρα, λοιπόν, είναι καιρός μετανοίας όχι
αύριο, μην αναβάλλουμε την μετάνοια, διότι δεν γνωρίζουμε την μελλοντική πορεία
της ζωής μας!
Ο
Γέροντας Παΐσιος συμβουλεύει για την Μ. Σαρακοστή: «Την Μεγάλη Τεσσαρακοστή μας
δίνεται η μεγαλύτερη ευκαιρία, για να αγωνισθούμε και να συμμετέχουμε
εντονότερα στο σωτήριο Πάθος του Κυρίου μας, με μετάνοια και με μετάνοιες, με
εκκοπή των παθών και με ελάττωση των τροφών, από αγάπη προς τον Χριστό. Αν
αξιοποιήσουμε, όσο μπορούμε, το πνευματικό στάδιο με τις πολλές προϋποθέσεις
και δυνατότητες που μας δίνονται, για να πλησιάσουμε περισσότερο στον
Εσταυρωμένο Χριστό, για να βοηθηθούμε από Αυτόν και να χαρούμε την Αγία
Ανάσταση, αλλοιωμένοι πνευματικά, αφού θα έχουμε ζήσει πνευματικότερα την
Μεγάλη Σαρακοστή».
Να
πλησιάσουμε, λοιπόν, τον Χριστό μέσω της μετάνοιας και να τον αφήσουμε να
διαφεντεύει τη ζωή μας, τη σκέψη μας, τις επιθυμίες μας. Μόνο τότε θα μας
λυτρώσει, διότι «πλούσιοι επτώχευσαν και επείνασαν· οι δε εκζητούντες τον
Κύριον ουκ ελαττωθήσονται παντός αγαθού»[35]
και «καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην ο Θεός ουκ εξουδενώσει»[36].
Δηλαδή, τον άνθρωπο που έχει «συντετριμμένη καρδία», ταπεινή ψυχή και μετανοεί,
δεν θα τον εξουθενώσει ο Θεός, αλλά θα τον ελεήσει, θα τον συγχωρήσει και θα
τον εξυψώσει[37]. Θα τον «θεώσει»,
θεολογικώς.
π. Γεώργιος Δημητρόπουλος
ΜΑ Θεολογίας
[1] Ιωάν. 14, 6.
[2]
Λουκ. 15, 7.
[3]
Πράξ. 3, 19.
[4]
Μάρκ. 1, 15.
[5]
Γαλ. 2, 16.
[6]
Γαλ. 5, 6.
[7]
Ιάκ. 3, 17.
[8]
Α' Θεσ. 1, 9.
[9]
Λουκ. 15, 17-20.
[10]
Ιωάν. 3, 16.
[11]
Εβρ. 3, 15.
[12]
Εβρ. 3, 16-19.
[13] Μακάριου του Αιγύπτιου, "50 ΟΜΙΛΙΕΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ", Αθήναι
1998.
[14] Δ. Τάτση, Πρωτοπρ., Πνευματικός κώδικας Γέροντος Παϊσίου, Κόνιτσα 2008, σελ. 58- 59.
[15]
Δ. Τάτση, Πρωτοπρ., όπ. παρ., σελ. 216.
[16]
Λουκ. 23, 42-43.
[17] Σε όλη την βιβλικοπατερική παράδοση, είναι γνωστό ότι η καρδιά
του ανθρώπου, όταν παύει να εφαρμόζει το θέλημα του Θεού και πράττει τα
θελήματα του διαβόλου, ασθενεί και νεκρούται. Γίνεται λόγος για την ασθένεια,
την πώρωση, την ακαθαρσία, την πνευματική νέκρωση της καρδιάς. Ο
διάβολος εισέρχεται στην καρδιά του ανθρώπου και την αιχμαλωτίζει. Η καρδιά,
απωλέσασα την Χάρη του Θεού, έχει μια νέφωση, ένα γνόφο, ένα κάλυμμα. Είναι
αυτό που παρατηρείται στους Ιουδαίους και στους αιρετικούς, διαβάζουν την
Γραφή, αλλά τους είναι εντελώς ακατανόητη, γιατί η καρδιά είναι
κεκαλυμμένη. Η ασθένεια της καρδίας
είναι η σκληρότης και η πώρωση. Αφού δεν δέχεται την Χάρη του Θεού, που
αλλοιώνει τα πάντα, παραμένει σε σκληρότητα. Ο Κύριος πολλές φορές συνάντησε
τέτοιες πωρωμένες καρδιές. Μετά το θαύμα του πολλαπλασιασμού των πέντε άρτων
και την τρικυμία «ην αυτών η καρδία πεπωρωμένη» (Μαρκ. 6, 52). Όταν η καρδιά,
λοιπόν, απολέσει την Χάρη του Θεού και ενεργούν πάνω σ’ αυτήν οι πονηροί δαίμονες είναι φυσικό να είναι ακάθαρτη.
Αντίθετα, ένας άνθρωπος με απλή καρδιά είναι και εξωτερικά ευγενής. Ενώ η
ασθενής και νεκρά ψυχή μεταδίδει την ασθένεια και την σκότωση, σε όλη την
ψυχοσωματική ύπαρξη του ανθρώπου. Βλ. Μητρ. Ναυπάκτου Ιεροθέου Βλάχου, Ορθόδοξη
Ψυχοθεραπεία, εκδ. Ι. Μ. Γενεθλίου της Θεοτόκου, Λεβαδία 1989.
[18] Ψαλμ. 38, 2.
[19]
Δ. Τάτση, Πρωτοπρ., όπ. παρ.
[20] Βλ. Ισαάκ του Σύρου, Ασκητικά.
[21] Πρβλ. Εφεσ. 6, 12.
[22] Δ. Τάτση, Πρωτοπρ., όπ. παρ., σελ. 194.
[23] Ιωάν. 12, 47.
[24]
Ιωάν. 14, 21.
[25]
Ιωάν. 5, 24.
[26] Βλ. Ρωμ. 6, 6.
Κολασ. 3, 9. Εφεσ. 3, 22. Ο καινός άνθρωπος είναι όποιος, με τη βοήθεια του
Θεού, ξαναγεννιέται κάθε στιγμή, δηλαδή αυτός που ανανεώνει, με την αυτογνωσία,
διαρκώς τον ψυχικό του κόσμο μετατρέποντάς τον σε φωλιά για την καλοσύνη, την
αγάπη και το σεβασμό προς τους άλλους και αποβάλλει από μέσα του κάθε νοσηρό
πάθος, με το οποίο προς ίδιον συμφέρον θα έβλαφτε τον κοινωνικό του περίγυρο.
Βλ. Γ. Ορφανού, «Ο κενός και ο καινός άνθρωπος», https://www.haniotika-nea.gr/, 18/12/2017.
[27]
Α' Τιμ. 2, 4.
[28]
Ψαλμ. 50, 19.
[29] Ίδιον
θέλημα, είναι το
δικό μας προσωπικό (εγωιστικό) θέλημα, ενάντια στο θέλημα του Θεού, που είναι ο
αγιασμός της ψυχής μας. Το ίδιον θέλημα
πρέπει να κόψει ο άνθρωπος, η "εκκοπή του ιδίου θελήματος" όπως λένε
οι άγιοι Πατέρες, για να υψωθεί
οντολογικά στη δόξα του Χριστού, δηλ. να φθάσει στην κατά Χάριν θέωση, στο
"καθ' ομοίωσιν". Πρβλ. Μ. Βασιλείου, Ερώτ. ΡΛΗ', PG
31, 653.
[30]
Όπως ο άσωτος υιός,
"ελθών εις εαυτόν (μετανόησε), γύρισε στην οικία του πατρός", δηλ.
στον Παράδεισο.
[31] Πρβλ. Λουκ. 8, 30. Διότι μακράν του
Θεού και στην αμαρτία ο άνθρωπος, υφίσταται ο κατακερματισμός του προσώπου ψυχοπνευματικά, ενώ ο Χριστός ως Θ.
Λόγος, συλλέγει την ανθρώπινη
προσωπικότητα και την σώζει, αφού την ελευθερώνει από την δουλεία της αμαρτίας
(διάβολο) με συνέπεια την ανόρθωσή της πνευματικά.
[32] Α’ Πέτρ. 4, 1.
[33] Αγίου Νήφωνος, Ένας ασκητής Επίσκοπος, εκδ. Ι. Μ. Παρακλήτου, Αττική 2013.
[34] Ιωάννη Δαμασκηνού, Ιερά Παράλληλα, PG 96, 141.
[35] Ψαλμ. 33.
[36] Ψαλμ. 50, 19.
[37] Την ταπείνωση, την ονομάζουν οι
άγιοι Πατέρες «υψοποιό ταπείνωση», διότι μέσω της ταπείνωσης μας ανεβάζει
πνευματικά ο Θεός, βλ. «Ο Θεός ταπεινοίς δίδωσι χάριν», Ιακ. 4, 6.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου