Παρασκευή 8 Απριλίου 2011

Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΙΣΙΟΣ

Ο γέροντας Παΐσιος, η νηστεία και η κατάκριση 

Κελί γέροντα Παΐσιου
ΠΡΩΙΝΟ ΡΟΦΗΜΑ
Πρωί στο κελί του Τιμίου Σταυρού του γέροντα Παΐσιου, κοντά στη Μονή Σταυρονικήτα. Τρίτη μέρα της Σαρακοστής. Είμαστε έξω στο σκεπαστό κι ο γέροντας βράζει γάλα στο καμινέτο, πάνω σ’ ένα κούτσουρο.
Παραδίπλα είναι, πλαγιασμένα στα χόρτα, τα δύο παιδιά του Γιάννη, που ανεβήκαμε μαζί στο Αγιονόρος – ο Γιάννης κάθεται μόνος του, απέναντι στο βράχο.
Πιο εδώ είναι δυο επισκέπτες, κι αυτοί από τη Θεσσαλονίκη. Στέκονται όρθιοι, ακουμπώντας στην καστανιά. Πενηντάρηδες κι οι δυο, χλωμοί, στρυφνοί. Φαίνονται να είναι από κάποια παρεκκλησιαστική οργάνωση, γιατί κοιτάζουνε αυστηρά, κάπως επιτιμητικά τον γέροντα και σχολιάζουνε μεταξύ τους χαμηλόφωνα.
Τα παιδιά παίζουνε, κάνουνε φασαρία –οπότε γυρίζει ο Παΐσιος και τα λέει ήρεμα:
«Μην κάνετε θόρυβο, γιατί εδώ δίπλα, κάτω απ’ το χώμα, είναι κρυμμένοι Αμερικανοί και θα ξυπνήσουν και θα ‘ρθουν να μας χαλάσουν την ησυχία μας».
Τα παιδιά σταματούνε, σωπαίνουνε παραξενεμένα.
Ο Γιάννης, απέναντι, γέρνει πλάγια στο βράχο, πάνω στο σάκο του. Ανάβει τσιγάρο.
Οι δυο επισκέπτες, που φαίνονται σκληροί ευσεβιστές, συνεχίζουν να βλέπουν με αποδοκιμασία τον γέροντα που προσέχει να μη φουσκώσει και χυθεί το γάλα. Ώσπου ο ένας δεν αντέχει και λέει στον καλόγερο:
«Γέροντα Παΐσιε, είμαστε στις πρώτες μέρες της Σαρακοστής, έχουμε αυστηρή νηστεία, κι εσύ βράζεις να πιεις γάλα;»
Ο γέροντας σωπαίνει. Δεν απαντάει. Πιάνει και κατεβάζει το κατσαρόλι, γιατί το γάλα έβρασε. Μετά πάει στο κελί, φέρνει έξι μικρά, παλιά, πορσελάνινα φλιτζανάκια, τα βάζει μερακλίδικα στη σειρά κι αδειάζει με προσοχή το γάλα μέσα σ’ αυτά. Περιμένει λίγο να κρυώσει, ενώ όλοι τον κοιτάζουνε με απορία, σιωπηλοί.
Οι δυο ευσεβιστές τα βλέπουνε όλα αυτά με αποστροφή, γιατί σκέφτονται ότι αφού είμαστε όλοι εδώ οι επισκέπτες, έξι και τα φλιτζανάκια, άρα και σ’ αυτούς θα τολμήσει ο καλόγερος να προσφέρει γάλα, τέτοιες μέρες σκληρής νηστείας.
Ο γέροντας Παΐσιος παίρνει τα γεμάτα φλιτζανάκια ένα-ένα, τα βάζει σ’ ένα ξύλινο δίσκο, τα κουβαλάει και τ’ αφήνει σε απόσταση εφτά μέτρων, στο χώμα, στην άκρη ενός θάμνου.
Τ’ ακουμπάει όλα εκεί, στη σειρά, έπειτα έρχεται, κάθεται δίπλα μας και αρχίζει να κάνει με το στόμα του κάτι σιγανά, παράξενα σφυρίγματα, κοιτάζοντας προς τους θάμνους.
Δεν περνούνε λίγα λεπτά, και πιο εκεί, μέσα από τα τσαλιά, βγαίνει πολύ προσεκτικά μια οχιά και ύστερα πέντε μικρά φιδάκια –τα παιδιά της.
Κρατάω την αναπνοή μου.
Τα φίδια έρχονται, πλησιάζουν όλα, ένα-ένα, σέρνοντας, περνούνε δίπλα μας, πάνε σιγά-σιγά στα φλιτζανάκια, κι αρχίζουν ήρεμα να πίνουν, να ρουφούνε το πρωινό γάλα τους…
  Δέν πρέπει να κρίνουμε τους ανθρώπους με ελαφρά τη καρδία. Πόσο μάλλον να κατακρίνουμε. Να 'χουμε καλούς λογισμούς.
  Καθημερινά βιώνουμε την τρικυμία των βιοτικών πραγμάτων, τις συγκρούσεις των ανθρώπων και τις εχθρικές συμπεριφορές. Εάν θελήσει κανείς να πάρει μέρος σ'αυτή την ψυχοφθόρα κατάσταση, θα χάσει παντελώς την ηρεμία του. Γι'αυτό χρειάζεται πολύ προσοχή και πνευματική ωριμότητα για να αποκτήσει και στη συνέχεια να διατηρήσει την ψυχοτρόφο ησυχία. Εννοείται ότι αυτό είναι δυσκολοκατόρθωτο, γιατί η ταραχή δεν προκαλείται μόνο απ' τα εξωτερικά δρώμενα αλλά και απ' τα εντός της ψυχής εξελισσόμενα. Ο Γέροντας αναφέρει για το θέμα αυτό τα εξής αξιοπρόσεκτα: "Αν δεν φέρνουμε στο νού μας καλούς λογισμούς και δεν πετύχουμε την ησυχία μέσα μας και στην έρημο να βρισκόμαστε, δεν θα μπορέσουμε να ησυχάσουμε. Διότι κι εκεί ο πειρασμός θα μαζέυει τη νύχτα όλα τα τσακάλια και θα ουρλιάζουν. Την ημέρα θα μαζέυει όλα τα τζιτζίκια πάνω στο δέντρο της αυλής. Άν την ημέρα διώχνει τα τζιτζίκια με το καλάμι και τη νύχτα πετροβολάει τα τσακάλια, τότε τον παραπλανά ο πειρασμός. Γι' αυτό όλο με καλούς λογισμούς ν' αντιμετωπίζετε μιά κατάσταση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου