Στην ιστορική πορεία του Χριστιανισμού, η ζωντανή
παρουσία της Παναγίας έχει εγγράψει στη συλλογική μνήμη του λαού του Θεού,
σωρεία παρηγορητικών αναμνήσεων και γεγονότων. Είναι γεμάτη η μνήμη της
Ορθοδοξίας από καταγραφές που η Θεοτόκος δήλωσε πάντοτε παρούσα σε δύσκολες
ώρες, ως «μεσίτρια του κόσμου». Αυτή είναι η προστάτις, η βοηθός και το
καταφύγιο όλων των χριστιανών. Και όλα αυτά, βέβαια, είναι βαθιά χαραγμένα στη
καρδιά μας. Σημαδεμένα από συναισθηματική φόρτιση, που διασώζουν την προσωπική
σχέση που έχουμε με το πρόσωπο της Παναγίας, η οποία διαθέτει την πλατύτερη
αγκαλιά της οικουμένης, ως η «πλατυτέρα των ουρανών».
Ωστόσο, η κατανόηση της υπαρξιακής ιδιαιτερότητας
του προσώπου της Παναγίας, προσεγγίζεται εκκλησιολογικά, αφού αυτή αξιώθηκε να
γίνει Μητέρα του Θεού και κατόρθωσε με την αγιότητα του βίου της, να πετύχει
αυτό που απέτυχε η Εύα και να γίνει η «παρθένος γή», που πήρε ο Θεός το σώμα
του νέου Αδάμ· του Χριστού. Επομένως, η Παναγία αποτελεί την αυθεντική εικόνα
του αληθινού ανθρώπου· του Αγίου, που με την καθαρότητα, την αγάπη, την
ταπείνωση και την υπακοή στον Θεό υπερβαίνει τους όρους της φύσης. Έτσι, η
Παναγία ως «Θεοτόκος», βρίσκεται στο κέντρο της ορθόδοξης πνευματικής ζωής.
Κατά φυσική συνεπαγωγή, λοιπόν, η Παναγία συνιστά
την ελπίδα μας. Είναι η «ελπίς των απηλπισμένων» ανθρώπων. Γιατί, αν έχουμε
κάπου την ελπίδα μας, δεν μπορούμε να έχουμε την ελπίδα μας στον Θεό και στην
Παναγία. Μόνο όταν καταργούνται οι κοσμικές ελπίδες, ελπίζουμε πραγματικά στον
Θεό. Διότι, στην Παναγία δόθηκε από τον Θεό, που είναι παντελώς ανθρώπινη, να
γίνει προσωπικά «Θεοτόκος» και μέσω αυτής, αλλά και χάρη σε αυτήν, γίνεται φανερή
η φιλία του Θεού για τον άνθρωπο· η «θεία φιλανθρωπία». Έκτοτε, έχει πολύ
παρρησία η Παναγία προς τον Θεό και μεσιτεύει υπέρ δικαίων και αδίκων ανθρώπων!
Αφού, ως γνωστό, αυτή γνωρίζει πολύ καλά τον ανθρώπινο πόνο, αλλά γνωρίζει
ταυτόχρονα και την θεϊκή αγάπη καλύτερα από τον καθένα.
Εμείς όμως που ζούμε στον άστοργο σύγχρονο κόσμο,
φαίνεται πως αδυνατούμε να προσεγγίσουμε το πρόσωπο της Παναγίας… Παλιότερα οι
άνθρωποι της Εκκλησίας, είχαν την ελάχιστη ταπεινοφροσύνη που χρειαζόταν, για
να γίνουν διάφανοι, αληθινοί, αυθεντικοί άνθρωποι, δηλαδή άγιοι, που
ακτινοβολούσαν το φώς και την ελπίδα από το πρόσωπο της Παναγίας. Σήμερα ποιος
κλαίει; Ποιος γονατίζει; Ποιος προσεύχεται μπροστά στο άγιο εικόνισμα της
Παναγίας; Ο κάθε άνθρωπος ζητά να βρεί νόημα ζωής και διέξοδο από την οδύνη και
την ταλαιπωρία του κόσμου τούτου (πρβλ. Ψαλμ. 83, 7). Όμως, αυτή την παρηγοριά
και την θαλπωρή την βρίσκει ο άνθρωπος στη πλατιά αγκαλιά της «γλυκοφιλούσας»
Παναγίας. Σε αυτή που είναι Μητέρα της ζωής. Της «Ζωοδόχου Πηγής». Άρα, πρέπει να πάρουμε την ζωή μας αλλιώς (Γ.
Σεφέρης), να ανακαλύψουμε ξανά το πρόσωπο της Παναγίας, εγκαταλείποντας κάθε
αμαρτωλό εμπόδιο και κάνοντας το σωτήριο βήμα για την συνάντηση της άλλης
βιωτής, της αγίας, της αιώνιας!
Η Παναγία αποτελεί γέφυρα μετάβασης από τις οδυνηρές εμπειρίες μας στη χαρά της ζωής,
κατά τρόπο υπερβατικό και σωτήριο· «η μετά θάνατον ζώσα». Η Παναγία με την
κοίμησή της μετέστη ψυχοσωματικά (υπαρκτικο-οντολογικά) «από τον θάνατο στη
ζωή», εγκαινιάζοντας τη νέα εν Χριστώ πραγματικότητα, την οποία δώρισε ο
Χριστός στον άνθρωπο με την Ανάστασή του. Επομένως, η Παναγία φανέρωσε
εσχατολογικά την μέλλουσα πνευματική κατάσταση του ανθρώπου, πριν το τέλος του
επίγειου κόσμου. Έτσι, η Παναγία είναι η όντως ζωή μας, η Πύλη του Παραδείσου,
αφού «τάφος και νέκρωση δεν την κράτησαν», όπως ψάλλουμε στην εορτή της, αλλά «ως
Μητέρα της Ζωής (Χριστού) προς την ζωή μετέστη», για να ανοίξει σε όλους μας
τις πύλες της βασιλείας του Θεού. Διότι, “η Παναγία είναι σαν τον Χριστό:
Δυσθεώρητη, Ακατανόητη, πέρα από τα ασθενή «πνευματικά» μας μυαλά”! (π. Ανδρέας
Κονάνος). Εξάλλου, η Παναγία, κατά τους αγίους Πατέρες, είναι μυστήριο.
Σε κάθε μέρος λοιπόν της οικουμένης, όπως
γνωρίζουμε, υπάρχουν εκκλησιές αφιερωμένες στην Παναγία, όπου μοσχοβολά η
πνευματική ευωδία της. Μέσα σε αυτές τις εκκλησιές, υπάρχει το άγιο εικόνισμά
της με το γλυκό της πρόσωπο, που το κάλλος (ομορφιά) του δεν είναι σαρκικό,
αλλά κάλλος πνευματικό. Γιατί, εκεί που υπάρχει ο πόνος και η αγιότητα, υπάρχει
μονάχα κάλλος πνευματικό! Θεία ομορφιά. Γι αυτό, άλλωστε, οι άγιοι Πατέρες,
ονομάζουν την αγία εικόνα, «βιβλίο γλωττοφόρο» (Μ. Βασίλειος, Γρηγόριος Νύσσης). Δηλαδή, βιβλίο που μιλάει πολύ στη
ψυχή του ανθρώπου. Έτσι, όταν αντικρίζουμε την εικόνα της Παναγίας με το γλυκό
της πρόσωπο, αλλοιώνεται η ψυχή και η καρδιά μας από την Χάρη του Θεού.
Παθαίνουμε μία πνευματική αλλοίωση(!),
θα λέγαμε. Δεν γίνεται να μείνουμε ασυγκίνητοι ψυχικά όταν θεωρούμε (βλέπουμε) το πρόσωπο της Παναγίας, όσο
αμαρτωλοί κι αν είμαστε. Αφού το πρόσωπο της Παναγίας που αντανακλά το
πνευματικό της κάλλος είναι, παράλληλα, αρχοντικό και φτωχικό, μεγαλοπρεπές και
ταπεινό.
Εν κατακλείδι, η αγία μας Εκκλησία αυτή την
ευλογημένη περίοδο του Δεκαπενταυγούστου, προβάλλει το ιερό και γλυκό πρόσωπο
της Παναγίας, ως δυνατή πνευματική ευκαιρία ανεφοδιασμού της ελπίδας μας,
παράκλησης του πόνου μας, θεραπείας των αμαρτιών μας και ενίσχυσης της πίστης
μας στην δύναμη του Θεού, μέσα από την διαπίστωση της ανθρώπινης αδυναμίας μας.
Εύχομαι να μην μείνουμε στα εξωτερικά φαινόμενα της εορτής, αλλά να παραμείνουμε
στην ουσία και να προσεγγίσουμε το πρόσωπο της Παναγίας με προσευχή και με
μετάνοια μέσα στην Εκκλησία, ώστε να αξιωθούμε να λάβουμε την Χάρη της.
Ατενίζοντας το γλυκό της πρόσωπο να έρχεται στη καρδιά μας η ελπίδα και η
υπέρβαση του φόβου του θανάτου, εναποθέτοντας την ελπίδα μας στη Μητέρα της
ζωής, με την προσευχή που καθημερινά την παρακαλούμε: «Την πάσαν ελπίδα μου είς
σε ανατίθημι, μήτερ του Θεού, φύλαξόν με υπό την σκέπη σου». Καλή Παναγιά.
π. Γεώργιος Β. Δημητρόπουλος
Υπ. ΜΑ Θεολογίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου